ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Η πίκρα και η πλάνη

Μέσα του Μάρτη. Πρωινό στο Στρασβούργο. Καθόμασταν σε ένα γαλλικό φούρνο με κρουασάν και αχνιστό καφέ τέσσερεις δημοσιογράφοι της ίδιας γενιάς και κοιτούσαμε τον κόσμο που πήγαινε στη δουλειά του, άλλοι με τα πόδια κι άλλοι με ποδήλατα και σχολιάζαμε πόσο όμορφο ήταν αυτό που βλέπαμε. Κάποιος εξ ημών υπενθύμισε ότι εκείνη η πόλη υπήρξε θέατρο συγκρούσεων μεταξύ Γάλλων και Γερμανών για πολλές δεκαετίες και άλλαξε χέρια πολλές φορές.

Γι’ αυτό και οι μισές οδοί έχουν ακόμα γερμανικές ονομασίες. Φτάσαμε να διερωτόμαστε κατά πόσο μια μέρα και η ζωή στην Κύπρο θα μοιάζει με Στρασβούργο. Πιάσαμε ιστορίες του Κυπριακού, των συνομιλιών, των ειδικών απεσταλμένων και των τόπων, που αν δεν ήταν η δημοσιογραφική κάλυψη ούτε θα τους βλέπαμε ούτε θα τους γνωρίζαμε, Τράουτμπεκ, Μπούργκενστοκ και το Κραν Μοντάνα… Κάποιος κοιτάζοντας στη σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού είπε ότι αναλώσαμε άδικα όλη τη ζωή μας στο Κυπριακό χωρίς καν να δούμε φως στην άκρη της σήραγγας. Αλήθεια! Ο άλλος όμως θύμισε ότι από το Κυπριακό έφαγαν ψωμί οι οικογένειές μας. Κι αυτό αλήθεια!

Όμως ήμασταν όλοι παιδιά της ανεξαρτησίας, μιας περιόδου που όπως λέει κι ο Σεφέρης, η μνήμη όπου και να την αγγίξεις πονεί. Και μια πίκρα αιωρείτο ανάμεσα στα λόγια μας και την άχνη του καφέ. Για την περίοδο εκείνη είχα γράψει σε αυτήν εδώ τη στήλη (21/01/2018), αυτά που ανακαλώ στη μνήμη μου, παιδί 4 χρονών τότε, από τη συνάντηση Τεύκρου Ανθία στη γειτονιά μου στη Λάρνακα με τον τυφλό Τ/κ βιολιστή Ντερβίση. Έλεγα επί λέξει: «Το απόγευμα που σχολνούσε, πλενόταν, έτρωγε κι έπιανε στα χέρια του το βιολί, έπαιζε και τραγουδούσε. Πρέπει να ήταν το 1962, όταν στην εικόνα της μνήμης μου μπήκε κι ένας παράξενος τύπος με κουστούμι κι ατημέλητα μαλλιά. Ερχόταν από τη Λευκωσία αραιά και πού, να επισκεφθεί την αδελφή του. Ο κ. Ντερβίσης τον έλεγε «κύριο αλήτη»!

Η θεοφοβούμενη γιαγιά μου έλεγε πως η κυρία Γιωργούλα ντρεπόταν για τον αδελφό της, διότι τον είχαν διώξει από την εκκλησία! Επρόκειτο για τον ποιητή Τεύκρο Ανθία, ο οποίος το 1931 είχε εκδώσει τη συλλογή «Δευτέρα παρουσία», στην οποία παρουσιάζει τον φτωχό λαό να επαναστατεί και να δικάζει τον Θεό, με αποτέλεσμα η Σύνοδος να τον αφορίσει». Κι όμως αυτό που η μνήμη μου κρατούσε δεν ήταν παρά μια πλάνη, όπως αποδεικνύεται αφού η κόρη του ποιητή, Φλόγα Ανθία, καθηγήτρια Κοινωνιολογίας και Κοινωνικής Δικαιοσύνης σε βρετανικό πανεπιστήμιο, επικοινώνησε μαζί μου και με πληροφόρησε μεταξύ άλλων τα εξής: «Είναι τουλάχιστον παράξενο το γεγονός ότι είδατε τον πατέρα μου γύρω στο 1962 καθότι φύγαμε για την Αγγλία όλη η οικογένεια το 1957 και ο πατέρας μου δεν επέστρεψε παρά το 1968 όταν είχε πεθάνει και τάφηκε στο χωριό του την Κοντέα. Πολύ πιθανό να θυμάστε κάποιον άλλο. Εξάλλου ο πατέρας μου ποτέ δεν ήταν ατημέλητος, πάντα ήταν καλοντυμένος. Ενδεχομένως να ήταν κάποιος από τα αδέλφια του.

Ο νεότερος αδελφός του αρεσκόταν συχνά να συστήνεται σαν Τεύκρος κάτι στο οποίο ο πατέρας μου κάποτε αναφερόταν. Αυτό το ήξεραν όλοι στην Κοντέα. Η πιθανότητα είναι ότι αν είδατε τότε κάποιον να ήταν εκείνος και όχι ο πατέρας μου». Γέλασα με την ψυχή μου, όχι για το λάθος της μνήμης μου διότι το πρόσωπο το θυμάμαι πολύ καλά αφού αστειευόταν μαζί μου αλλά επειδή δεν περίμενα να πέσω θύμα πλαστοπροσωπίας, η οποία να αποκαλυφθεί με τον πιο παράξενο τρόπο 55 χρόνια μετά. Εσχάτως αφηγήθηκα το περιστατικό στον Καθηγητή Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Κύπρου Πέτρο Παπαπολυβίου, ο οποίος με πληροφόρησε ότι εντόπισε ένα ανέκδοτο ποίημα του Ανθία του 1931 το οποίο θα περιλάβει σε ένα άρθρο του προσεχώς. Η άνοιξη εξακολουθεί να εκπλήσσει καθώς μέσα από την άχνη της πίκρας και την πλάνη της μνήμης μπορεί να ανθίσει ένα ποίημα! 

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
X