ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Δημοψηφίσματα και αδιέξοδα

Του Νίκου Κωνσταντάρα

Του Νίκου Κωνσταντάρα

konstandaras@kathimerini.gr

Εξι μέρες χωρίζουν τα δημοψηφίσματα στην Καταλωνία και στο ιρακινό Κουρδιστάν, αλλά θα μπορούσαν να ήταν από διαφορετικούς αιώνες. Οι Κούρδοι, στην ημιαυτόνομη περιοχή που ελέγχουν στο Βόρειο Ιράκ, επιχειρούν να διορθώσουν τραγική αδικία του 20ού αιώνα – το γεγονός ότι παραμένουν η μεγαλύτερη εθνοτική ομάδα στον κόσμο που δεν έχει δικό της κράτος.

Θέλουν ανεξαρτησία, την ανεξαρτησία που τους στέρησαν τα γύρω έθνη, οι γεωπολιτικές δυναμικές και τα συμφέροντα μεγάλων δυνάμεων που επανειλημμένως ενίσχυσαν τις χώρες της περιοχής σε βάρος των Κούρδων. Στην Καταλωνία, οι υπέρμαχοι της απόσχισης συνεχίζουν έναν αγώνα που διεκόπη μέσα στη φρίκη του Ισπανικού Εμφυλίου τον περασμένο αιώνα. Την ίδια ώρα θέλουν αυτονομία ως εύρωστο κομμάτι της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Το όραμα για ελευθερία είναι κοινό σε όλους τους ανθρώπους, όλες τις εποχές. Γι’ αυτό οι διαφορές μεταξύ των δύο πρόσφατων δημοψηφισμάτων είναι χρήσιμες για να δούμε τη δική μας εποχή. Οι Κούρδοι γνώριζαν από την αρχή ότι το άλμα προς την ελευθερία θα προκαλέσει ένταση, οικονομικό αποκλεισμό και πιθανώς πόλεμο, αλλά δεν έχουν άλλη επιλογή από το να προχωρήσουν προς τον μεγάλο εθνικό στόχο.

Οι Καταλανοί ξαφνιάστηκαν από τη δυναμική αντίδραση του κράτους από το οποίο θέλουν να αποσχιστούν και από τη στήριξη που η Ε.Ε. παρέχει στην Ισπανία. Εως τώρα, οι Καταλανοί αυτονομιστές ήταν υπέρμαχοι της παραμονής στην Ε.Ε. μετά την απόσχιση. Επίσης, Σκωτσέζοι που θέλουν έξοδο από το Ηνωμένο Βασίλειο θέλουν να παραμείνουν στην Ε.Ε. Οι Κούρδοι, αντιθέτως, δεν τρέφουν καμία ψευδαίσθηση ότι ένας περιφερειακός, υπερεθνικός θεσμός θα μπορούσε να τους προσφέρει ασφάλεια και ευμάρεια – δεν υπάρχει τέτοιο εγχείρημα στη Μέση Ανατολή. Εκεί κάθε λαός πρέπει να φροντίζει για τον εαυτό του, κάθε λαός πληρώνει το τίμημα των λαθών του, τη δύναμη των γειτόνων, τα παιχνίδια υπέρτερων δυνάμεων.

Οι Κούρδοι δεν ανήκουν σε μια μεγαλύτερη πολιτική οντότητα όπου διαβουλεύσεις και συμβιβασμοί θα απέτρεπαν τον κίνδυνο πολέμου και δυστυχίας. Ζουν στο Ιράκ, το Ιράν, τη Συρία και την Τουρκία. Δεν έχουν πολλές επιλογές εκτός από το να εκμεταλλευτούν τη συγκυρία, να κηρύξουν τη θέλησή τους για ανεξαρτησία και μετά να αντιμετωπίσουν τις αντιδράσεις των γειτόνων. Το κίνημα στην Καταλωνία, καθώς και η βούληση για αυτονομία σε άλλες χώρες της Ε.Ε., βρίσκεται σε ένα πολιτικό πλαίσιο όπου λίγοι φοβούνται πόλεμο ή θυμούνται τι σημαίνει.

Απόδειξη είναι το σοκ που προκάλεσε η δυναμική αντίδραση του ισπανικού κράτους, η αστυνομική βία και η σκληρή απάντηση του Ισπανού βασιλιά στους αυτονομιστές. Οι τελευταίοι απαντούν ότι όταν ζήτησαν μεγαλύτερη αυτονομία η κεντρική κυβέρνηση τους την αρνήθηκε. Προφανώς, όμως, αισθάνονται ότι μπορούν να αψηφήσουν τη Μαδρίτη χωρίς ολέθριες συνέπειες, την ώρα που η Ισπανία είναι μέλος της Ε.Ε. Το τίμημα της ήττας θα είναι, στη χειρότερη περίπτωση, φυλακή και πρόστιμα για τους ηγέτες, όχι πόλεμος.

Εδώ εγείρεται το άλλο μεγάλο ζήτημα – ο κίνδυνος του δημοψηφίσματος ως εργαλείο πολιτικής. Η χρήση του τα τελευταία χρόνια δείχνει είτε την έλλειψη διαβουλευτικής δημοκρατίας (όπως στην περίπτωση των Κούρδων), είτε λαϊκίστικη υπονόμευση της συνταγματικής τάξης. Το δημοψήφισμα υπέρ του Brexit είναι μια δραματική έκφανση αυτού του φαινομένου.

Ενώ Καταλανοί, Σκωτσέζοι και άλλοι θα ήθελαν ανεξαρτησία, τη θέλουν εντός της Ε.Ε. – η πλειοψηφία των Βρετανών, όμως, επέλεξε να φύγει από την Ε.Ε., με το επιχείρημα ότι η Ενωση περιόριζε την αυτονομία του Ηνωμένου Βασιλείου. Οι υπέρμαχοι της εξόδου είπαν ψέματα στους ψηφοφόρους, η χώρα δεν είχε σαφές σχέδιο για το τι θα ακολουθούσε, και ενώ η Βρετανία είναι η «μητέρα» του κοινοβουλευτικού συστήματος, η κυβέρνησή της επέλεξε να υπακούσει στη σχετική πλειοψηφία ενός δημοψηφίσματος παρά να αναθέσει τη συζήτηση κορυφαίου πολιτειακού, οικονομικού και κοινωνικού ζητήματος στο κοινοβούλιο.

Είναι να απορεί κανείς με την ανεξήγητη προσήλωση σε μια διαδικασία που αγνοεί όλες τις ασφαλιστικές δικλίδες που παρέχουν οι δημοκρατικοί θεσμοί. Εδώ βλέπουμε έναν λαό που δεν έχει κάποια ξένη, κεντρική κυβέρνηση πάνω από το κεφάλι του, που δεν βρίσκεται περικυκλωμένος από εχθρούς, που απολαμβάνει όλα τα καλά της συμμετοχής στην Ε.Ε. Και όμως επιλέγει να αντιμετωπίζει την Ε.Ε. ως ξένη δύναμη που του στερεί την αυτονομία, ενώ η κυβέρνησή του τον οδηγεί στο άγνωστο, στο όνομα μιας ξαφνικής εμμονής στην ιερότητα της άμεσης δημοκρατίας, απορρίπτοντας τη σοφία θεσμών και διαδικασιών που διαμορφώθηκαν τους τελευταίους δύο αιώνες.

Τα δημοψηφίσματα είναι πολύτιμα για να εκφράσει γνώμη ένας λαός αλλά δεν μπορεί να αντικαθιστά τους θεσμούς της διαβουλευτικής δημοκρατίας. Ο κίνδυνος είναι μεγάλος είτε να παρασυρθεί το σύνολο σε λάθος κατεύθυνση επειδή δεν εφαρμόζονται οι διαδικασίες που θα επέτρεπαν διόρθωση πορείας, είτε το δημοψήφισμα να αποτελέσει εργαλείο για τη νομιμοποίηση αθέμιτων εξελίξεων.

Πρόσφατο παράδειγμα το δημοψήφισμα στην Τουρκία, όπου μια ισχνή πλειοψηφία εκλαμβάνεται από τον πρόεδρο Ερντογάν ως έγκριση να αλλάξει τη χώρα στα μέτρα του. Οταν η διαβουλευτική δημοκρατία έχει αποδείξει επανειλημμένως ότι είναι ο δικαιότερος, ο ασφαλέστερος τρόπος διακυβέρνησης, επειδή προστατεύει και τις μειοψηφίες και τις πλειοψηφίες, χρήσιμο θα είναι να βλέπουμε τα δημοψηφίσματα ως δημοσκοπήσεις και όχι ως αμετάκλητες εντολές.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Του Νίκου Κωνσταντάρα

Νίκος Κωνσταντάρας: Τελευταία Ενημέρωση

X