ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Όλα της εξουσίας δύσκολα

Του ΓΙΑΝΝΟΥ ΚΑΤΣΟΥΡΙΔΗ

Η υποψηφιότητα και η μετέπειτα εκλογή Ν. Χριστοδουλίδη στην προεδρία της Κυπριακής Δημοκρατίας (Κ.Δ.), η οποία συμπληρώνει ένα χρόνο, έχει προκαλέσει ποικίλου περιεχομένου συζητήσεις σε διάφορες δημόσιες σφαίρες. Αν και αυτά που πληθωρικά κυριαρχούν στη συζήτηση αφορούν σε ζητήματα όπως η σχέση του προέδρου με το κόμμα από το οποίο προέρχεται, το αν τηρεί ή όχι τις υποσχέσεις του και το πόσο επικοινωνιακός ή ουσιαστικός είναι, από τη σκοπιά της πολιτικής επιστήμης και ανάλυσης, τα ζητήματα είναι πιο σύνθετα. Η πολιτική επιστήμη επιλέγει να αξιοποιεί τέτοια γεγονότα ως περιπτωσιολογίες, ενδεικτικές ευρύτερων τάσεων, φαινομένων και αλλαγών, που είτε συντελέστηκαν ήδη, ή που βρίσκονται υπό εκκόλαψη για να τις κατανοήσουν και να αξιολογήσουν τις επιπτώσεις τους.

Ο πρώτος χρόνος προεδρίας Ν. Χριστοδουλίδη μάς δείχνει πρώτα απ’ όλα ότι το να ανέβεις στην κορυφή είναι πολύ ευκολότερο από το να διατηρηθείς εκεί, όπως λέγεται συχνά στον αθλητισμό. Κανόνας που ισχύει βέβαια πέραν του αθλητισμού. Από τη στιγμή που «αναρριχείσαι στην κορυφή» αλλάζουν και οι όροι του παιχνιδιού. Αλλάζει η οπτική με την οποία αντιμετωπίζεται ο νικητής: ως πρόεδρος πλέον και όχι ως υποψήφιος. Τίθενται αυστηρότερα κριτήρια αξιολόγησης και ταυτόχρονα αναμένεται εκπλήρωση των προσδοκιών και υλοποίηση των υπεσχημένων. Στον πολιτικό ανταγωνισμό αλλάζει ο τρόπος με τον οποίο ο εκλεγείς πρόεδρος αντιμετωπίζεται από την αντιπολίτευση: γίνεται, συνήθως, πιο σκληρός. Φυσιολογικά, λοιπόν, αλλάζει, ή πρέπει να αλλάξει και ο τρόπος που ο εκλεγείς πρόεδρος πρέπει να πολιτευτεί.

Ο Ν. Χριστοδουλίδης αποτέλεσε λιγότερο το νέο και το εναλλακτικό και περισσότερο το άτομο που ενσάρκωσε καλύτερα από κάθε άλλο υποψήφιο το ώριμο αίτημα της κυπριακής κοινωνίας για το νέο και το διαφορετικό. Το οποίο νέο και διαφορετικό ορίστηκε τότε, και συνεχίζει να ορίζεται, από παραμέτρους όπως η απέχθεια στα κόμματα και ειδικά τα παραδοσιακά, τη δυσαρέσκεια έναντι των πολιτικών προσώπων και των υφιστάμενων κομματικών πρακτικών. Ορίζεται, δηλαδή, με τρόπο αρνητικό παρά θετικό. Ξέρουμε τι απορρίπτουμε αλλά δεν ξέρουμε ακριβώς τι θέλουμε. Κατ’ αναλογία, μπορούμε να συγκρίνουμε την εκλογή Χριστοδουλίδη με την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα το 2015 και την εκλογή Μακρόν το 2017, υπό την έννοια ότι εξέφρασαν καλύτερα από τους ανταγωνιστές τους το ρεύμα δυσαρέσκειας, αντικομματισμού και αντισυστημισμού που υπήρχε στις κοινωνίες τους.

Ένα χρόνο μετά, βασική διαπίστωση των μετρήσεων κοινής γνώμης είναι η σημαντική πτώση των (δημοσκοπικών) ποσοστών αποδοχής του προέδρου. Αυτό πρέπει να αποτελεί αποδεκτό γεγονός από όλους, κατά τον ίδιο τρόπο που στην προεκλογική ήταν αποδεκτό γεγονός (ή θα έπρεπε να είναι) η πολύ υψηλή δημοφιλία Χριστοδουλίδη ως υποψήφιου. Ανεξάρτητα από το γεγονός ως τέτοιο, αυτό που πρέπει να απασχολήσει περισσότερο την πολιτική επιστήμη και ανάλυση, είναι το γεγονός ότι η πολιτική συνθήκη του 2024 είναι διαφορετική από αυτήν του 2019, ή αυτή του 2014, υπό την έννοια ότι τα πολιτικά πρόσωπα καθίστανται πολύ πιο αναλώσιμα με την πάροδο του χρόνου. Είναι πολύ μικρότερη η περίοδος ανοχής που δίνεται από τους πολίτες στο οποιοδήποτε πολιτικό πρόσωπο, πόσω μάλλον στο άτομο με τη μεγαλύτερη ισχύ στην Κ.Δ. Έχει αλλάξει, δηλαδή, η φύση και τα χαρακτηριστικά της πολιτικής στην Κύπρο. Πολύ συνοπτικά, η πολιτική γίνεται, πλέον, ακόμη πιο βραχυπρόθεσμη σε ορίζοντα δράσης. Η θητεία των πολιτικών προσώπων σε οποιοδήποτε αξίωμα υπόκειται πλέον σε διαφορετικά πλαίσια και αυστηρότερους περιορισμούς.

Τα αίτια γι’ αυτή την εξέλιξη μπορούν να αναζητηθούν σε δύο παράλληλες διεργασίες. Η μία είναι κοινωνική και η άλλη πολιτική. Η κοινωνική έγκειται στο πώς η κυπριακή κοινωνία και οι πολίτες αντιμετωπίζουν πλέον την πολιτική και τους πολιτικούς. Η παλαιότερη γενιά των πολιτικών είχε το «πλεονέκτημα» να εδραιωθεί σε μια εποχή περισσότερο ανεκτική στην πολιτική και τους πολιτικούς, περισσότερο politics-friendly, και στην οποία οι πολιτικοί απολάμβαναν σημαντικό κύρος ανάμεσα στον κόσμο. Κάτι που άλλαξε δραματικά τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα με την άνοδο των ΜΜΕ και ειδικότερα των νέων μέσων κοινωνικής δικτύωσης και τις ευρύτερες αλλαγές στην πολιτική κουλτούρα των Κυπρίων. Υπάρχει πολύ μεγαλύτερη αμφισβήτηση των πολιτικών και της πολιτικής, σε σημείο που έχει καταστεί η νόρμα παρά η εξαίρεση.

Η δεύτερη διεργασία αφορά στον τρόπο με τον οποίο οι πολιτικοί δρώντες (κόμματα και εκτελεστική εξουσία) «υλοποιούν» την πολιτική. Επικεντρώνοντας την προσοχή τους περισσότερο στην επικοινωνιακή διάσταση της πολιτικής διαδικασίας, δημιουργούν πίεση στους εαυτούς τους για βραχυπρόθεσμα αποτελέσματα. Αυτό μετατρέπει τα κόμματα και τις κυβερνήσεις σε εκλογικούς μηχανισμούς βραχυπρόθεσμου και ψηφοθηρικού ορίζοντα, εις βάρος μακρόπνοων πολιτικών σχεδιασμών, κάτι που δεν δημιουργεί προϋποθέσεις για παραγωγή σημαντικού κοινωνικού οφέλους.

Σημαντικό στοιχείο στην όλη εξίσωση είναι οι μεγάλες προσδοκίες που δημιουργήθηκαν με ευθύνη και του ίδιου του προέδρου. Προσδοκίες που αποδεικνύεται δύσκολο να εκπληρωθούν, μεταξύ άλλων, και λόγω των περιορισμών που αντιμετωπίζει ο οποιοσδήποτε πρόεδρος της Κ.Δ. Περιορισμούς λόγω διεθνών και ευρωπαϊκών συνθηκών και υποχρεώσεων, ή περιορισμούς λόγω του εσωτερικού πολιτικού ανταγωνισμού. Το τελευταίο συνδέεται, κυρίως, με το γεγονός ότι ο πρόεδρος δεν έχει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία για να υλοποιεί τις πολιτικές του. Προεκλογικά το ακομμάτιστος φέρνει αποτελέσματα. Μετεκλογικά εμφανίζονται σοβαρές δυσκολίες, διότι τα κόμματα συνεχίζουν να αποτελούν καθοριστικό βραχίονα άσκησης πολιτικής. Και στις δύο περιπτώσεις περιορισμών, οποιοσδήποτε πρόεδρος πρέπει να τους αποδεχτεί, να τους αναγνωρίσει, ώστε να ξέρει τι προτείνει, τι υπόσχεται και πώς θα το υλοποιήσει.

Παράλληλα, έγιναν αστοχίες και λάθη σε θέματα που τέθηκαν από τον ίδιο τον πρόεδρο ως μέτρα σύγκρισης σε σχέση με το παρελθόν (benchmarks). Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η πρώτη πολιτική πράξη, αυτή του διορισμού του Υπουργικού Συμβουλίου. Αστοχίες και λάθη που άπτονται περισσότερο της επικοινωνιακής πτυχής που θεωρείτο από όλους ως το δυνατό χαρτί του προέδρου, και που οδηγεί σε μείωση του πολιτικού του κεφαλαίου. Κάτι που με τη σειρά του, επίσης, αποδεικνύει ότι η πολιτική επικοινωνία είναι ευκολότερη στην προεκλογική περίοδο παρά στην περίοδο άσκησης εξουσίας.

Συνολικά, ο πρώτος χρόνος θητείας του προέδρου Χριστοδουλίδη συνοψίζεται στο ότι φαίνεται να πηγαίνει καλά σε επιμέρους τομείς και ζητήματα, αλλά φαίνεται να υστερεί στο συνολικό αφήγημα. Δεν έχει πείσει, δηλαδή, ότι έχει ολοκληρωμένο πρόγραμμα που να ενώνει όλα τα σημεία του παζλ με συνέπεια και συνοχή.

Ο κ. Γιάννος Κατσουρίδης είναι αναπληρωτής καθηγητής Συγκριτικής Πολιτικής, Πανεπιστήμιο Λευκωσίας.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Προσωπικότητες στην ''Κ'': Τελευταία Ενημέρωση