ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Η Συμμόρφωση της Διοίκησης στις ακυρωτικές αποφάσεις του Διοικητικού Δικαστηρίου

* Του Πανίκου Λεωνίδου

Κάθε οργανωμένη κοινωνία σε κράτος διέπεται από ένα σύνολο κανόνων δικαίου τους οποίους τα μέλη της έχουν υποχρέωση να εφαρμόζουν. Ταυτόχρονα, με βάση το σύστημα οργάνωσης της έννομης μας τάξης , τα διάφορα νομικά ζητήματα επιλύονται με δικαστικές αποφάσεις, τις οποίες τόσο τα μέλη της, όσο και η Διοίκηση, έχουν επίσης υποχρέωση να τις εφαρμόζουν.

Το φαινόμενο της μη συμμόρφωσης της Διοίκησης στις ακυρωτικές αποφάσεις του Διοικητικού Δικαστηρίου, εμφανίζεται κατά κύριο λόγο σιωπηρά, δηλαδή το Διοικητικό Όργανο, είτε αρνείται σιωπηρά να εκδώσει την απαιτούμενη εκτελεστή διοικητική πράξη, η να προβεί στις αναγκαίες υλικές ενέργειες επαναφοράς των πραγμάτων στην κατάσταση που υπήρχε προ της έκδοσης της ακυρωτικής απόφασης, είτε με την επίδειξη αδράνειας και παρελκυστική τακτική συνεχών αναβολών πέρα από τον εύλογο χρόνο. Η υποχρέωση συμμόρφωσης αποτελεί μορφή υποχρεωτικής και όχι αναγκαστικής εκτέλεσης της απόφασης. Ακόμα ένας τρόπος μη συμμόρφωσης στην ακυρωτική απόφαση είναι η έκδοση ομοίων πράξεων με την ακυρωθείσα πράξη. Μια διοικητική πράξη για να είναι όμοια με την ακυρωθείσα, θα πρέπει να έχει την ίδια πραγματική και νομική βάση, να έχει την ίδια εσωτερική ή εξωτερική παρανομία και να επάγεται τα ίδια νομικά αποτελέσματα. Στη διάταξη 146 5Α του Συντάγματός μας ανατίθεται η εξουσία στα Διοικητικά Δικαστήρια, να εξετάζουν και να αποφασίζουν κατά πόσο υπήρξε ενεργός συμμόρφωση σε αποφάσεις της, καθώς και τη δυνατότητα να επιβάλλουν κυρώσεις εναντίον μη συμμορφούμενου οργάνου, προσώπου, ή αρχής.

Το Σύνταγμα, λοιπόν, εξουσιοδοτεί τον νομοθέτη να προβεί σε νομοθετική ρύθμιση, που να καθορίζει τα όρια και την έκταση της εν λόγω εξουσίας. Το Διοικητικό Δικαστήριό μας εκδικάζει κατά κύριο λόγο ακυρωτικές διαφορές, δηλαδή ο δικαστής ελέγχει κατά κανόνα τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης διοικητικής πράξης και αν την κρίνει παράνομη την ακυρώνει ολικώς ή μερικώς, ενώ δεν υπεισέρχεται στο ουσιαστικό μέρος της διαφοράς, παρά μόνο μέσα από τον έλεγχο της πλάνης, περί τα πράγματα ή της αιτιολογίας της προσβαλλόμενης πράξης. Συνεπώς, ο δικαστής του Διοικητικού Δικαστηρίου ακυρώνει τη διοικητική πράξη δεν την αντικαθιστά, ούτε τη μεταρρυθμίζει, ούτε η απόφασή του αναπληρώνει την παρανόμως παραληφθείσα ενέργεια. Αυτό είναι έργο των διοικητικών οργάνων.

Παρόλο που και στο παρελθόν επιχειρήθηκε η νομοθέτηση και οριοθέτηση του θέματος με κατάθεση προτάσεων Νόμου από τον πρώην βουλευτή του Δημοκρατικού Κόμματος Αντρέα Αγγελίδη, αλλά και πρόσφατα από τους συνάδελφους βουλευτές Γιώργο Λιλλήκα και Γιώργο Περδίκη, δυστυχώς, δεν προχώρησε το όλο θέμα, μέχρι που η κυβέρνηση κατέθεσε πρόσφατα νομοσχέδιο με το οποίο επιχειρεί να καλύψει αυτά τα κενά. Η υποχρέωση της συμμόρφωσης, αποτελεί μορφή υποχρεωτικής και όχι μόνο αναγκαστικής εκτέλεσης της απόφασης. Είναι συνεπώς φανερό ότι η υποχρέωση συμμόρφωσης της διοίκησης στις ακυρωτικές αποφάσεις του Διοικητικού Δικαστηρίου, συνιστά θεμέλιο της αρχής του κράτους δικαίου, αφού δεν μπορεί να θεωρείται ως τέτοιο χωρίς την παροχή αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας στους πολίτες του.

Η αρχή αυτή κατά την άποψή μας, αποτελεί εγγύηση της θεμελιώδους κατοχυρωμένης αρχής και στο δικό μας Σύνταγμα, της αποτελεσματικής έννομης προστασίας. Ο νομοθέτης, λοιπόν, επιβάλλεται να καθορίσει τη διαδικασία και τον τρόπο συμμόρφωσης προς τις ακυρωτικές αποφάσεις, αλλά και την επιβολή κυρώσεων τόσο στο διοικητικό όργανο που αρνείται τη συμμόρφωση, όσο και στα φυσικά πρόσωπα, μέλη του οργάνου. Περαιτέρω, είναι επίσης σημαντικό τέτοιου είδους συμπεριφορά που προέρχεται από μέλη του διοικητικού οργάνου ή υπαλλήλους, οι οποίοι εν γνώσει τους και δόλια αρνούνται να συμμορφωθούν προς τις ακυρωτικές αποφάσεις, ή προτρέπουν άλλα πρόσωπα να μη συμμορφωθούν προς οδηγίες ή διάταγμα του δικαστηρίου, να αποτελεί ποινικά κολάσιμη πράξη, δηλαδή θα πρέπει να τυποποιηθεί ειδικό ποινικό αδίκημα. Η ολοκλήρωση και θεσμοθέτηση αυτής της διαδικασίας και επιβολής στα διοικητικά όργανα να συμμορφώνονται με τις αποφάσεις του Διοικητικού Δικαστηρίου, συνιστά σημαντική εξέλιξη και ενίσχυση του κράτους δικαίου και κάλυψη ασφαλώς του κενού, της αδυναμίας επιβολής ποινής και κυρώσεων στην αλαζονική και καταχρηστική συμπεριφορά της διοίκησης απέναντι στις δικαστικές αποφάσεις.

*Ο κ. Πανίκος Λεωνίδου είναι κοινοβουλευτικός εκπρόσωπός του ΔΗΚΟ.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Προσωπικότητες στην ''Κ'': Τελευταία Ενημέρωση

X