ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Καρδιακή ανεπάρκεια: Αιτίες, συμπτώματα και διάγνωση

Του δρος ΝΙΚΟΥ ΚΑΡΠΕΤΤΑ

Περίπου 1-2% του ενήλικου πληθυσμού στις ανεπτυγμένες χώρες πάσχει από καρδιακή ανεπάρκεια, ενώ το ποσοστό αυτό αυξάνεται σε ≥10% στα άτομα άνω των 70 ετών. Η συχνότητα αυτή, σε συνδυασμό με το ότι οι ασθενείς επιβιώνουν για χρόνια και έχουν μεγάλες ανάγκες για νοσηλεία και θεραπευτικές παρεμβάσεις, επιφέρουν ένα τεράστιο κοινωνικό και οικονομικό κόστος, συγκρίσιμο ή και μεγαλύτερο από αυτό του καρκίνου. Καρδιακή ανεπάρκεια ονομάζεται το κλινικό σύνδρομο κατά το οποίο η καρδιά, λόγω δομικής ή/και λειτουργικής ανωμαλίας, αδυνατεί να εκτελέσει τη βασική της αποστολή, δηλαδή την κυκλοφορία του αίματος, με αποτέλεσμα το αίμα που φτάνει στους διάφορους ιστούς να μην είναι αρκετό για να καλυφθούν οι μεταβολικές τους ανάγκες.

Οι αιτίες της καρδιακής ανεπάρκειας θα μπορούσαν να κατηγοριοποιηθούν σε τρεις ομάδες:

α) Βλάβη του ίδιου του μυ της καρδιάς, π.χ. λόγω στεφανιαίας νόσου (ή και εμφράγματος του μυοκαρδίου), λόγω μη φυσιολογικής δομής του μυός γενετικής αιτιολογίας (μυοκαρδιοπάθειες), λόγω επίδρασης κάποιου τοξικού παράγοντα (ακτινοβολία, αλκοόλ, αναβολικά στεροειδή, κάποια φάρμακα), μετά από λοίμωξη (μυοκαρδίτιδα, είτε απευθείας από κάποιο μικρόβιο είτε λόγω φλεγμονής), λόγω διήθησης του μυός από κάποιο υλικό (πχ. σίδηρο στη μεσογειακή αναιμία) ή ξένα κύτταρα (όπως σε μεταστάσεις) κ.λπ.

β) Σε μη φυσιολογικές συνθήκες φόρτισης της καρδιάς, δηλαδή όταν το έργο που πρέπει να επιτελέσει η καρδιά αυξάνεται υπερβολικά, όπως σε προβλήματα με τις καρδιακές βαλβίδες, σε συνθήκες που τα υγρά του σώματος αυξάνονται (π.χ. νεφρική ανεπάρκεια, εξωγενής χορήγηση υγρών), σε παθήσεις που η καρδιά καλείται να ωθήσει πολύ μεγαλύτερο όγκο αίματος για να καλύψει τις ανάγκες του σώματος, όπως σε σοβαρή αναιμία ή σήψη.

γ) Σε αρρυθμίες που η καρδιά χτυπά πολύ αργά (βραδυαρρυθμίες) ή πολύ γρήγορα (ταχυαρρυθμίες).

Το βασικό σύμπτωμα της καρδιακής ανεπάρκειας είναι η εύκολη κούραση που εμφανίζεται κυρίως ως δύσπνοια σε προσπάθεια. Ο ασθενής αρχικά αισθάνεται δύσπνοια π.χ. ανεβαίνοντας σκαλιά ή περπατώντας σε ανηφορικό δρόμο, ενώ όσο η νόσος εξελίσσεται, την αισθάνεται σε προσπάθεια λιγότερης έντασης. Στα τελικά στάδια αισθάνεται δύσπνοια ακόμα και σε ηρεμία. Επίσης, η δύσπνοια μπορεί να ξυπνά τον ασθενή το βράδυ και να τον αναγκάζει να σηκωθεί για να ανακουφιστεί (παροξυσμική νυχτερινή δύσπνοια) ή να εμφανίζεται μόλις ο ασθενής ξαπλώσει, οπότε και χαρακτηριστικά χρησιμοποιεί επιπλέον μαξιλάρια για να αποφύγει την εντελώς οριζόντια θέση και να μπορέσει να κοιμηθεί χωρίς δύσπνοια (ορθόπνοια).

Χαρακτηριστική είναι επίσης η συσσώρευση (κατακράτηση) υγρών στο σώμα με αποτέλεσμα την απότομη αύξηση του βάρους αλλά και οίδημα (πρήξιμο). Το οίδημα αρχικά εμφανίζεται στην περιοχή των αστραγάλων και στην εξέλιξη της νόσου συχνά επεκτείνεται και πιο ψηλά στα πόδια. Είναι μαλακό, ζυμώδες, εμφανίζεται και στα δύο πόδια ταυτόχρονα και χαρακτηριστικά αφήνει εντύπωμα στην πίεσή του με το δάχτυλο, έτσι ξεχωρίζει από οιδήματα άλλης αιτιολογίας όπως λεμφικής ανεπάρκειας που συνήθως είναι σκληρό ή λόγω θρόμβωσης που συνήθως είναι επώδυνο και μόνο στο ένα πόδι.

Πιο γενικά συμπτώματα καρδιακής ανεπάρκειας είναι οι ζαλάδες, «φουσκώματα» στην κοιλιά, μείωση της όρεξης, σύγχυση, κατάθλιψη κ.λπ.

Για να διαγνωστεί η καρδιακή ανεπάρκεια και να βρεθεί η αιτία της, στις πλείστες περιπτώσεις αρκούν το ιατρικό ιστορικό, η κλινική εξέταση και κάποιες συνηθισμένες καρδιολογικές εξέτασες. Το ιατρικό ιστορικό μπορεί να αποκαλύψει την ύπαρξη συμπτωμάτων, αλλά και να κατευθύνει τον καρδιολόγο προς την αιτία. Η κλινική εξέταση μπορεί να προσθέσει στοιχεία (όπως ευρήματα από την ακρόαση των πνευμόνων ή της καρδιάς, διάταση των φλεβών στο λαιμό κ.λπ.) που να συνηγορούν υπέρ καρδιακής ανεπάρκειας. Στη συνέχεια, μπορεί να αναζητηθούν πληροφορίες από απλές εξετάσεις, όπως η ακτινογραφία θώρακα, το ηλεκτροκαρδιογράφημα και αναλύσεις αίματος (κυρίως BNP, NT-proBNP), ενώ πολύ βοηθητικό για τη διάγνωση, ταξινόμηση και αιτιολόγηση είναι το υπερηχοκαρδιογράφημα (εξέταση της καρδιάς με υπέρηχο). Για περαιτέρω διερεύνηση χρησιμοποιούνται πιο προχωρημένες εξετάσεις όπως καθετηριασμός καρδιάς, στεφανιογραφία και μαγνητική τομογραφία καρδιάς (cardiac MRI) και πιο σπάνια, ψηφιακή τομογραφία εκπομπής φωτονίων (SPECT) ή τομογραφία εκπομπής ποζιτρονίων (PET).

Ο δρ Νίκος Καρπέττας MD, PhD, είναι καρδιολόγος στο American Medical Center – American Heart Institute.

 

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Προσωπικότητες στην ''Κ'': Τελευταία Ενημέρωση

X