ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Η Ακαδημία τίμησε τον Β. Μιχαηλίδη, όχι εμένα

Το ανώτατο πνευματικό ίδρυμα της Ελλάδας βράβευσε το βιβλίο του Γιώργου Μοράρη με το Βραβείο Εμμανουήλ Ροΐδου

Του Απόστολου Κουρουπάκη

Του Απόστολου Κουρουπάκη

kouroupakisa@kathimerini.com.cy

Η Ακαδημία Αθηνών, πριν από λίγους μήνες βράβευσε το βιβλίο του φιλόλογου και λογοτέχνη από τη Λεμεσό, που ζει στην Αθήνα, Γιώργου Μοράρη «Μια διπλή απόκλιση της κυπριακής διαλέκτου και του ποιητικού λόγου. Ο ποιητής Βασίλης Μιχαηλίδης [1849 - 1917]» που εκδόθηκε από το Ίδρυμα Τάκη Σινόπουλου - Εκδόσεις Γαβριηλίδης. Αυτή η βράβευση είναι, όπως πολλές φορές μου τόνισε ο κ. Μοράρης μία πολύ σημαντική στιγμή για τον ποιητή Βασίλη Μιχαηλίδη, αλλά και για την Κύπρο. Ο Βασίλης Μιχαηλίδης παρέμενε εν πολλοίς άγνωστος στον ελλαδικό χώρο, κυριότερος λόγος ήταν η χρήση του κυπριακού ιδιώματος και όπως λέει στην «Κ» είναι κρίμα να παραμένει η ποίηση αυτή στην Ελλάδα σε αχαρτογράφητα βαθειά νερά. Ο κ. Μοράρης σημειώνει ότι η «ανεράδα» είναι ο τελευταίος ζωντανός μύθος που έχουμε στην Κύπρο. Ο κ. Μοράρης λέει για ότι ξεχωρίζει την «Ανεράδα», τη «Χιώτισσα» και την «9η Ιουλίου» από τα υπόλοιπα εκατό πενήντα ποιήματα στα οποία ασχολείται με γεγονότα της καθημερινής ζωής και γράφτηκαν και τα τρία την πιο γόνιμη, την πιο δημιουργική περίοδο της ζωής του.

–Κύριε Μοράρη, ποιος είναι ο στόχος του βιβλίου σας;
– Το βιβλίο μου είναι ένα δοκίμιο λογοτεχνικής έρευνας και αισθητικού στοχασμού. Η πρόθεσή μου είναι να αναδείξω δύο αξίες, μία εσωτερική που είναι η ποίησή του ως αυτοσκοπός και μία εξωτερική που είναι παιδαγωγική με την οποία γαλουχήθηκαν γενεές Κυπρίων. Θεωρώ, μάλιστα, ότι δεν πρέπει να απαξιώνεται αυτή η παιδαγωγική του αξία, με την αντίφαση να χαρακτηρίζεται ως εθνικιστής την ίδια στιγμή που προσδιορίζεται ως εθνικός βάρδος.

–Γιατί πιστεύετε ότι δεν έγινε ευρέως γνωστός ο Βασίλης Μιχαηλίδης στην Ελλάδα;
–Το κυπριακό ιδίωμα αποτέλεσε ισχυρή τροχοπέδη να γίνει γνωστός στον ευρύτερο ελλαδικό χώρο. Η Κύπρος, αφού δεν ολοκληρώθηκε εθνικά όπως άλλες περιοχές στην Ελλάδα, η πολιτιστική της ζωή περιθωριοποιήθηκε. Παράλληλα, το γλωσσικό πρόβλημα βρισκόταν σε όξυνση μέχρι τον εικοστό αιώνα, όταν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες λύθηκε προ πολλού με την επικράτηση της δημοτικής. Για παράδειγμα στην Ιταλία το γλωσσικό ζήτημα ήταν λυμένο οριστικά από τον 14ο αιώνα με τον μεγάλο της ποιητή τον Δάντη Αλιγκιέρι. Το αδιέξοδο αυτό φαίνεται στην προσπάθεια του Βασίλη Μιχαηλίδη να δώσει το ποιητικό του έργο αντί σε μία ενιαία γλώσσα, σε τρεις γραφές. Στη φθίνουσα καθαρεύουσα, στη χειραφετημένη δημοτική και στο ιδίωμα της ιδιαίτερής του πατρίδας.

–Μιλήστε μου για τα τρία συγκεκριμένα διαλεκτικά ποιήματα, τα οποία προκρίνατε ως τα σημαντικότερα του Βασίλη Μιχαηλίδη;
– «Η ανεράδα», «Η Χιώτισσα» και η «9η Ιουλίου» είναι τα πιο σύνθετα αφηγηματικά και κυρίως τα πιο άρτια αισθητικά. Η «ανεράδα» είναι ο τελευταίος ζωντανός μύθος που έχουμε στην Κύπρο. Είναι γραμμένη με τον τρόπο της μαγικής γραφής και της φαντασιογραφίας και ανήκει στην ευρωπαϊκή οραματική λογοτεχνία. Η αλληγορία διαθέτει ένα μυστικό καλά κρυμμένο κάτω από το φοβερό κατώφλι του παραδείσου, την αρνητική ουτοπία. «Η Χιώτισσα» είναι ένα σπάνιο μεικτό είδος που συνταιριάζει τρεις ρυθμούς, τον ιαμβικό, τον αμφίβραχυ (μεσοτονικό) και τον ανάπαιστο. Η κυπριακή διάλεκτος έρχεται να συμβάλει στην αισθησιακή του μουσικότητα. Εκατό χρόνια μετά τον θάνατό του και δεν έχουμε συνειδητοποιήσει εδώ τον ποιητικά κατορθωμένο λόγο. «Η 9η Ιουλίου» μετατρέπει ένα ιδίωμα περιορισμένης εμβέλειας σε εφαλτήριο εθνικής έκφρασης και τον Βασίλη Μιχαηλίδη έναν λαϊκό ποιητή σε εθνικό βάρδο. Σε αυτό το στροφικό σύστημα ζει ο χρόνος της ιστορίας. Γράφτηκαν και τα τρία την πιο γόνιμη, την πιο δημιουργική περίοδο της ζωής του. Τα ξεχωρίζω από τα υπόλοιπα εκατό πενήντα ποιήματα στα οποία ασχολείται με γεγονότα της καθημερινής ζωής. Στα τρία όμως κορυφαία αποκλίνει από τα απλά συμβάντα.

–Τι θα ξεχωρίζατε στην ποίηση του Βασίλη Μιχαηλίδη;
–Τη γλωσσοπλαστική του ικανότητα, ένα ανεπεξέργαστο από το μηδέν ιδίωμα το μετατρέπει σε υψηλή τέχνη. Στην πραγματικότητα «Η Χιώτισσα» και «Η 9η Ιουλίου» που δούλευε παράλληλα είναι μπαλάντες που η φόρμα τους δεν είναι συγκεκριμένη. Είναι παραλογές που έχουν σχέση με τον θρύλο και την ιστορία.

Αχαρτογράφητα νερά η ποίησή του


–Τι έχετε παρατηρήσει στη γλώσσα και το ύφος του ποιητή;
–Ο Βασίλης Μιχαηλίδης διαθέτει ένα ύφος τόσο φυσικό που δεν το ορίζει όπως δεν ελέγχει κανείς το δακτυλικό του αποτύπωμα. Εξωτερικεύεται δηλαδή σε αυτόν τον ιδιωματικό τόνο σαν να είναι το φυσικό του στοιχείο. Κάθε προσπάθεια να μεταφραστεί στην κοινή ελληνική θα οδηγήσει σε ολέθριες συνέπειες. Δηλαδή θα χάσει ό,τι καλύτερο διαθέτει, το μη οικείο, το μη σύνηθες και τη χαρακτηριστική ιδιωματική ατμόσφαιρα.

–Έχει καινοτομίες η ποίηση του Βασίλη Μιχαηλίδη στις κορυφαίες στιγμές της;
–Στον βαθμό που τις εμπλουτίζει και βέβαια έχει. Δείτε π.χ. πώς βάζει σε κίνηση τους μορφολογικούς νόμους, πως οργανώνει τα συμπλέγματα των στίχων (τις στροφές) στη «Χιώτισσα».


–Κ. Μοράρη, ποια είναι η υπέρβαση του Βασίλη Μιχαηλίδη που τον μεταμορφώνει από ποιητάρη σε ποιητή;
–Το άλμα στο ποιητικό του γίγνεσθαι. Πλήρωσε το τίμημά του όταν ξέφυγε από τα γνωστά λαϊκά στερεότυπα και έγινε προσωπικός ποιητής. Αν συγκρίνουμε τον Σολωμό και τον Κάλβο μεταξύ τους, θα δούμε ότι η σύγκριση αυτή είναι ασύμμετρη. Ο Σολωμός και ο Κάλβος είναι μοναδικοί. Όμως αν συγκρίνουμε τον Βασίλη Μιχαηλίδη με την παλιά ρομαντική σχολή αντιλαμβανόμαστε την υπεροχή, την αυθεντικότητα του σπουδαίου ρομαντικού. Είναι κρίμα να παραμένει η ποίηση αυτή στην Ελλάδα σε αχαρτογράφητα βαθειά νερά.

 

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Βιβλίο: Τελευταία Ενημέρωση

X