ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Παρουσιάστηκε στη Θεσσαλονίκη η Ανθολογία Κυπριακής Ποίησης 1960-2018

Ο Πρόξενος της Κύπρου στη Θεσσαλονίκη είπε ότι πρόκειται για μια σημαντική κατάθεση στα λογοτεχνικά πράγματα

ΚΥΠΕ

Πραγματοποιήθηκε την περασμένη Παρασκευή στη Στέγη της Εταιρείας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης (ΕΛΘ), η παρουσίαση της ΑΝΘΟΛΟΓΙΑΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ 1960-2019, την οποία εξέδωσε ο εκδοτικός οίκος “Κύμα” , σε επιμέλεια των ποιητών Γιώργου Χριστοδουλίδη και Παναγιώτη Νικολαϊδη.

Εκπροσωπώντας την Κυπριακή Δημοκρατία, ο Πρόξενος της Κύπρου στη Θεσσαλονίκη Σπύρος Μιλτιάδης, είπε στο χαιρετισμό του ότι πρόκειται για μια σημαντική κατάθεση στα λογοτεχνικά πράγματα, όχι μόνο της Κύπρου αλλά και του Ελληνισμού και ευχήθηκε να είναι καλοτάξιδη στο μακρύ δρόμο που έχει να διανύσει.

Ο Πρόεδρος της ΕΛΘ Ηλίας Κουτσούκος επεσήμανε το γεγονός ότι οι ανθολόγοι είναι ποιητές κάτι όπως είπε, που αποτυπώνεται στις εύστοχες επιλογές των ποιητών και των ποιημάτων που έχουν περιληφθεί στην Ανθολογία. Ανέφερε ότι η Ανθολογία περιέχει δείγματα σπουδαίας δουλειάς που καταδεικνύουν το ψηλό επίπεδο της Κυπριακής Ποίησης.

Ο εκδότης του “Κύματος” Γιώργος Δάγλας σημείωσε ότι η κυπριακή ποίηση κινείται με επάρκεια σε διεθνές επίπεδο και εξέφρασε περηφάνια επειδή η αρχική ιδέα του, ευοδώθηκε και υλοποιήθηκε σε ένα βιβλίο, για το οποίο διατύπωσε την εκτίμηση ότι θα αποτελέσει ποιητικό εγχειρίδιο για το μέλλον στο οποίο πολλοί θα ανατρέχουν.

Ο Γιώργος Χριστοδουλίδης στη παρέμβαση του, μιλώντας εκ μέρους και του έτερου ανθολόγου Παναγιώτη Νικολαϊδη που δεν μπόρεσε να παραστεί, εξέφρασε ευγνωμοσύνη στο Γιώργο Δάγλα για την απόλυτη ευχέρεια επιλογών που παρείχε στους Ανθολόγους αλλά και για την αγάπη του για την Κυπριακή Ποίηση.

Ευχαριστώντας την Εταιρεία Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης για την πρωτοβουλία της, σημείωσε ότι η εκδήλωση αποτελεί ακόμη μια γέφυρα επικοινωνίας με τον Ελλαδικό λογοτεχνικό κορμό, μέσα από μια Ανθολογία που έχει ως βασικό στόχο να αναδείξει την Κυπριακή Ποίηση σε Πανελλήνιο αλλά και Ομογενειακό επίπεδο και να θυμίσει τις ιδιαιτερότητες της αλλά και τις κοινές ρίζες της με τον ευρύτερο Ελληνισμό.

“Η Ανθολογία Κυπριακής Ποίησης 1960-2018, είναι μια άσκηση ομορφιάς, γούστου, καλαισθησίας, μια εξελικτική στο χρόνο αναζήτηση του συνολικά ωραίου, όπως αυτό εκπέμπεται σαν ορμητικός πίδακας από πολλές πηγές. Μια αισθητική ενατένιση σε έναν ολάνθιστο κήπο. Και τέτοιος είναι, πιστεύουμε, ο κήπος της ποίησης μας", ανέφερε.

Βασική ομιλήτρια στην εκδήλωση ήταν η Θεσσαλονικιά φιλόλογος-ποιήτρια Βικτωρία Καπλάνη, η οποία ανέφερε ότι η Ανθολογία απευθύνεται πρωτίστως στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό που έχει αποσπασματική και περιορισμένη γνώση της πλούσιας ομολογουμένως παραγωγής της κυπριακής λογοτεχνίας.

Στοχεύει, είπε, να δείξει τις ποικίλες μορφές και τάσεις μιας ποίησης ανθηρής και εξελισσόμενης που συνομιλεί ισότιμα με τις ποιητικές τάσεις του σύγχρονου διεθνούς ποιητικού πεδίου αλλά και τις συγκλίσεις, τη συγγένεια και την οργανική σχέση της κυπριακής με τη νεοελληνική ποίηση.

Σημείωσε πως “το εγχείρημα του Γιώργου Χριστοδουλίδη και του Παναγιώτη ΝικολαΊδη είναι δύσκολο, αξιέπαινο και επιπλέον τολμηρό και ριψοκίνδυνο".

"Η ποιητική παραγωγή και στην Κύπρο είναι μεγάλη και καθημερινά αυξάνεται, ως εκ τούτου η πληθώρα του υλικού το καθιστά δύσκολα διαχειρίσιμο. Από την άλλη δεν νομίζω να υπήρξε ποιητική ανθολογία και μάλιστα εν ενεργεία ποιητών που να μην προκάλεσε ενστάσεις, αντιδράσεις και αντιπαραθέσεις και κυρίως προσωπικές δυσαρέσκειες", ανέφερε.

Κι εδώ, συνέχισε η κ. Καπλάνη, ο κίνδυνος ελλοχεύει, γιατί το πεδίο είναι αδιαμόρφωτο και ρευστό, τουλάχιστον για τις τρεις από τις τέσσερις γενιές που ανθολογούνται και επομένως δεν υπάρχει η ασφαλιστική δικλείδα του λογοτεχνικού κανόνα.
"Η αναγκαιότητα όμως να υπάρξει μια, όσο το δυνατόν πιο ολοκληρωμένη, καταγραφή της σύγχρονης ποιητικής παραγωγής στην Κύπρο υπερβαίνει τις όποιες διαφωνίες”, συνέχισε.

"Όπως δικαίως επισημαίνουν οι ανθολόγοι η κυπριακή ποίηση και κυρίως η νεότερη δεν είναι ακόμη τόσο γνωστή, όσο της αξίζει, στην Ελλάδα, αναγνώρισε η κ. Καπλάνη. Επεσήμανε πως μια πρώτη απόπειρα ερμηνείας αυτής της κατάστασης, αναμφίβολα πρόχειρη και εμπειρική, μας κάνει να σκεφτούμε ότι μετά τα γεγονότα του '74, αμφιθυμικές για μεγάλο χρονικό διάστημα υπήρξαν οι σχέσεις Ελλάδας και Κύπρου και συμπαρέσυραν σε μεγάλο βαθμό και τις σχέσεις των δύο λογοτεχνιών, χωρίς να αποκλείονται, βεβαίως, οι εξαιρέσεις.

Η επικρατέστερη εντύπωση για την κυπριακή λογοτεχνία, τόνισε, υπήρξε για χρόνια στερεοτυπική και εν πολλοίς παραμορφωτική. "Αντιμετωπίστηκε ως μια περιφερειακή ελληνόφωνη λογοτεχνία η οποία ασχολείται μόνο με μια πατριωτική θεματογραφία και εμμένει καθηλωμένη στο εθνικό και πολιτικό της πρόβλημα. Οπτική αφ’ υψηλού, σίγουρα άδικη και συμπλεγματικά εγωκεντρική, δηλωτική βαθύτερης άγνοιας των λογοτεχνικών πραγμάτων στη Μεγαλόνησο. Ωστόσο οφείλουμε να επισημάνουμε ότι, προϊόντος του χρόνου, η προσέγγιση αυτή δεν είναι πλέον κυρίαρχη. Την τελευταία δεκαετία το ενδιαφέρον για την ποίηση της Κύπρου έχει αυξηθεί σημαντικά", ανέφερε.

Διεισδύοντας στον πυρήνα της Ανθολογίας, η ομιλήτρια παρατήρησε: “Η πρώτη διαπίστωση που προκύπτει από την ανάγνωση αυτής την ανθολογίας είναι ότι η ποίηση στην Κύπρο καλά κρατεί. Πλούσια παραγωγή, ευρεία θεματική, μεγάλη ποικιλία ύφους, συγκερασμός παλιών και νέων μορφών ποιητικής έκφρασης, δημιουργική αφομοίωση των τεχνικών του μοντερνισμού, πειραματισμοί σε νέες τεχνικές, slam poetry, αξιοποίηση της κυπριακής διαλέκτου είτε σε συνδυασμό με την νεοελληνική γλώσσα είτε αυτόνομα".

Συνέχισε λέγοντας ότι αν υπάρχει ένα θέμα με το οποίο αναμετριούνται κατ’ αποκλειστικότητα οι Κύπριοι ποιητές, είναι βέβαια το ζήτημα της Εισβολής, της συνεχιζόμενης Κατοχής και των συνεπειών τους.

"Για το θέμα αυτό έχουμε ποιήματα από τους ποιητές όλων των γενεών μέσα από διάφορες οπτικές και με ποικίλες υφολογικές μορφές. Ποιήματα λυρικά, ελεγειακά, συμβολικά, φιλοσοφικά, πολιτικά, με συνετή χρήση της διακειμενικότητας και συχνή αξιοποίηση της μυθικής μεθόδου. Ποιήματα γραμμένα από αυτούς που βίωσαν τα τραγικά γεγονότα στην ενήλικη ζωή τους, από άλλους που τα βίωσαν στην εφηβική και παιδική τους ηλικία και από τους νεότερους που τα άκουσαν ως ιστορική αφήγηση και τα έχουν καταγράψει στα βαθύτερα στρώματα του ψυχισμού τους απ’ όπου αναδύονται απροσδόκητα και εξαιρετικά δραστικά στο λόγο τους. Μια στοιχειωμένη μοίρα που αναβλύζει αίφνης και μέσα από τους πιο περίτεχνους λεκτικούς πειραματισμούς. Το τραύμα κληροδοτείται, παραμένει ανοικτό, γίνεται πικρία, ενίοτε και ενοχή. Δεν συγχωρεί αυτούς που ξεχνούν", ανέφερε η κ. Καπλάνη.

Αναφερόμενη στις επιλογές των ποιητών και ποιημάτων που έγιναν, τόνισε ότι οι ανθολόγοι επιλέγοντας ποιήματα δημιουργών τεσσάρων γενεών, δρώντων στον παρόντα χρόνο εστιάζουν την προσοχή τους σε ποιήματα ανθρωποκεντρικά, που αναδεικνύουν την αξία της ζωής και των ανθρωπίνων σχέσεων, την ιερότητα του τόπου και τη μυθοποιημένη εκδοχή του αλλά και ποιήματα πολιτικής ηθικής που εστιάζουν στην αξία της ιστορικής μνήμης και στην καταγγελία εν γένει της πολιτικής και κοινωνικής αδικίας, Ακόμη συμπεριλήφθηκαν ποιήματα που αναφέρονται στη δύναμη και την αξία της γλώσσας και της ποίησης.

Οφείλουμε, είπε, να επισημάνουμε ότι απουσιάζουν ποιήματα ναρκισσιστικά, ποιήματα νοσηρής εγωπάθειας, εγωκεντρικού μηδενισμού ή εγωκεντρικού μεγαλείου. Η ποίηση που προκρίνεται στην ανθολογία είναι ποίηση που τείνει στο εμείς και όχι στο εγώ, υπογράμμισε.

Καταλήγοντας, η Φιλόλογος-Ποιήτρια Βικτωρία Καπλάνη, εξήρε το γεγονός ότι οι Κύπριοι ποιητές της ανθολογίας “δεν είναι αναχωρητές, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων. Δεν αφήνουν το έργο τους στην τύχη του. Μετέχουν στα ποιητικά δρώμενα όχι μόνο εντός της νήσου, αλλά και σε διεθνή ποιητικά φεστιβάλ, σε λογοτεχνικές εκδηλώσεις, ενώ ποιήματά τους μεταφράζονται και σε άλλες γλώσσες”.

“Η ανθολογία, είπε, μπορεί να δώσει το έναυσμα για ευρύτερη μελέτη της κυπριακής ποίησης. Η φιλολογική έρευνα και στην Ελλάδα είναι καιρός να συμπεριλάβει και την κυπριακή λογοτεχνία πιο σταθερά στα ενδιαφέροντά της και να ερευνήσει τις συνδέσεις και τις συγγένειες ανάμεσα στις δύο λογοτεχνίες. Η Ελληνοκυπριακή είναι η σημαντικότερη ελληνική «περιφερειακή» ποιητική παραγωγή έξω από την Ελλάδα", ανέφερε.

Σύμφωνα με την κ. Καπλάνη, ο όρος περιφερειακή είναι μόνο γεωγραφικός. Είπε πως οι Κύπριοι ποιητές έχουν εντρυφήσει στο έργο των ποιητών του ελληνικού λογοτεχνικού κανόνα, έχουν μαθητεύσει στην ποιητική γλώσσα των μεγάλων Ελλήνων ποιητών και των Κυπρίων, και επομένως ο ισότιμος διάλογος με τους σύγχρονους Ελλαδίτες ποιητές γονιμοποιεί την Ελληνική ποιητική γλώσσα.

"Είναι καιρός να συνεξετάζονται οι ποιητές των δύο χωρών και ως μέλη της ίδιας λογοτεχνικής ιστορίας", ανέφερε.

Η εκδήλωση, την οποία συντόνιζε ο Κύπριος ποιητής Ανδρέας Καρακόκκινος, μόνιμος κάτοικος Θεσσαλονίκης και δεινός μελετητής της Κυπριακής Ποίησης, έκλεισε με αναγνώσεις ποιημάτων από την Ανθολογία, από τους λογοτέχνες Ξανθίππη Ζαχοπούλου, Δήμητρα Κουβάτα, Φιλαρέτη Βυζαντίου, Αρχοντούλα Διαβάτη και Βαγγέλη Τασσιόπουλο, και συζήτηση από τους παρισταμένους.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Βιβλίο: Τελευταία Ενημέρωση

X