ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Με κατάρρευση απειλείται το μοναστήρι της Παναγίας Αχειροποιήτου στην Κερύνεια

Εντός του μοναστηριού που πρωτοκτίστηκε το 6ο αιώνα μ.Χ., υπήρχε έως το 2013, τουρκικός στρατός, ενώ και σήμερα δεν είναι προσβάσιμο

ΑΜΠΕ

Με κατάρρευση κινδυνεύει το μοναστήρι της Παναγίας Αχειροποιήτου, το οποίο βρίσκεται μεταξύ Καραβά και Λαπύθου, στην κατεχόμενη επαρχία Κερύνειας, λόγω προβλήματος σε κίονα, που στηρίζει ολόκληρη τη βόρεια πτέρυγα.

Εντός του μοναστηριού που πρωτοκτίστηκε το 6ο αιώνα μ.Χ., υπήρχε έως το 2013, τουρκικός στρατός, ενώ και σήμερα δεν είναι προσβάσιμο, επειδή βρίσκεται σε στρατιωτική ζώνη.

Ο Τάκης Χατζηδημητρίου, επικεφαλής της ελληνοκυπριακής ομάδας την Δικοινοτική Τεχνική Επιτροπή για την Πολιτιστική Κληρονομιά (ΔΤΕΠΚ), δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι «Η Επιτροπή έχει εντάξει την αποκατάσταση της μονής στις προτεραιότητες της», δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο κ. Τάκης Χατζηδημητρίου, επικεφαλής της ελληνοκυπριακής ομάδας την Δικοινοτική Τεχνική Επιτροπή για την Πολιτιστική Κληρονομιά (ΔΤΕΠΚ), ενώ διέψευσε ότι ο Τουρκοκύπριος συνάδελφος του, Αλί Τουντζάι, προβάλλει ενστάσεις για την συντήρηση του μνημείου.

«Ουδέν ψευδέστερον», τόνισε χαρακτηριστικά, ενώ πρόσθεσε ότι «η τεχνική επιτροπή, ομόφωνα και με ουσιαστική τη συμβολή του Αλί Τουντζάϊ, εργάζεται για να εξεύρει τρόπους παρέμβασης. Το έργο με το οποίο είναι επιφορτισμένη που η Επιτροπή είναι δύσκολο».

Από το 2013 οι αρχές του κατοχικού καθεστώτος νοίκιασαν τη μονή στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο Κερύνειας, όπου ο καθηγητής του Πανεπιστημίου, Αλεσάντρο Καμίζ, με ομάδα φοιτητών του έκανε καταγραφή των ζημιών αλλά και σχέδια αποκατάστασης. «Θα μεταφέρω τι είπε ένας από τους φοιτητές μου. Το όνομα του μοναστηριού είναι «Αχειροποιήτου», στα ελληνικά σημαίνει δεν έγινε από χέρια (ανθρώπου). Και ένας από τους φοιτητές είπε πρέπει να είναι τα χέρια του Θεού που κρατάνε αυτή τον κίονα», επεσήμανε σχετικά στην τηλεόραση του ΡΙΚ ο δρ Καμίζ.

Μια τρύπα στη σκεπή επιτρέπει να εισέρχονται τα νερά της βροχής. Η εγγύτητα στη θάλασσα επηρεάζει αναπόφευκτα το ξυλόγλυπτο τέμπλο. Σύμφωνα με τον Ιταλό καθηγητή είναι απαραίτητο να τοποθετηθεί κάποιο υποστήριγμα για να αποτρέψει την πτώση του κίονα. «Και αυτό είναι πολύ επείγον. Η κολόνα είναι σε κατάσταση που ισχυρός άνεμος ή πολύ ελαφρύς σεισμός θα μπορούσε να την ρίξει κάτω από τη θέση της και να προκαλέσει την πτώση μέρους του κτίσματος» ανέφερε στο ΡΙΚ. Μια δεύτερη παρέμβαση, σημείωσε, η οποία είναι επίσης επείγουσα έχει να κάνει με την σκεπή του κτιρίου, όπου κάθε φορά που βρέχει νερό περνά στο εσωτερικό.

Με ένα πρόχειρο υπολογισμό, ο Αλεσάντρο Καμίζ αναφέρει ότι το κόστος για υποστήριξη του κίονα είναι γύρω στις 15 με δεκαέξι χιλιάδες ευρώ, η επιδιόρθωση της σκεπής γύρω στις δύο χιλιάδες ευρώ και το σύνολο της αποκατάστασης τρία με τέσσερα εκατομμύρια ευρώ.

Η Παναγία Αχειροποιήτου έχει μεγάλη συναισθηματική αξία για τους Κερυνειώτες, ιδιαίτερα γιατί στην εικόνα της Παναγίας, η τύχη της οποίας αγνοείται πια, πιστεύεται ότι φυλάσσεται μέρος του Ιερού Μανδηλίου. Η Μονή πανηγύριζε στις 16η Αὐγούστου, που τιμάται το 'Αγιο Μανδήλιο του Χριστού. Μονή της Παναγίας Αχειροποίητου υπήρχε και στην Κωνσταντινούπολη. Σε βενετικά έγγραφα αναφέρεται ότι η μονή ήταν αφιερωμένη στην Παναγία Αχειροποίητο και όχι στο 'Αγιο Μανδήλιο, όπως φαίνεται ότι καθιερώθηκε αργότερα να αναφέρεται

Το καθολικό (ο κεντρικός ναός της μονής), σύμφωνα με τον βυζαντινολόγο , δρ. Χριστόδουλος Χατζηχριστοδούλου, φαίνεται ότι κτίσθηκε τον 11ο ή τις αρχές του 12ου αιώνα.

Η μονή είναι κτισμένη γύρω από τα ερείπια μιας παλαιοχριστιανικής βασιλικής του 5ου αιώνα. Σύμφωνα με τον δρα . Αθανάσιο Παπαγεωργίου, πρώην διευθυντή του Τμήματος Αρχαιοτήτων Κύπρου, η βασιλική ήταν πεντάκλιτη, όπως και άλλες σύγχρονες βασιλικές της Κύπρου. Από τη βασιλική αυτή σωζόταν η αψίδα, η οποία ενσωματώθηκε στο σημερινό Μεσοβυζαντινό ναό της Μονής. Ερείπια των ανατολικών τμημάτων των πλαγίων κλιτών ήλθαν στο φως κατά τη διάρκεια περιορισμένης έκτασης ανασκαφής γύρω από το καθολικό της μονής το 1955. Το καθολικό είναι κτισμένο στο βόρειο και νότιο στυλοβάτη του κεντρικού κλίτους της βασιλικής και τουλάχιστον μέχρι το 1974, βάσεις κιόνων των κιονοστοιχιών του μέσου κλίτους διακρίνονταν στο βόρειο και το νότιο τοίχο, στο εσωτερικό του καθολικού.

«Μια ιδιαιτερότητα της βασιλικής της Αχειροποιήτου είναι η μορφή του σύνθρονου. Ενώ στις άλλες βασιλικές της Κύπρου είναι ημικυκλικό και περιορίζεται στη αψίδα, όπως στην Κωνσταντινούπολη και τις περιοχές που επηρεάζονται απ' αυτή, στη βασιλική της Αχειροποιήτου οι θέσεις των κατώτερων κληρικών ευρίσκοντο σε ευθύγραμμα βαθμιδωτά βάθρα κατά μήκος του ανατολικού άκρου των στυλοβατών του μέσου κλίτους, ενώ ο θρόνος του επισκόπου βρισκόταν σε ημικυκλικό σύνθρονο εντός της αψίδος, όπως στις βασιλικές της κυρίως Ελλάδος» σημειώνει ο δρ. Παπαγεωργίου.

Η βασιλική καταστράφηκε, άγνωστο ακριβώς πότε, από πυρκαγιά και από σεισμούς ίσως, κατά τη διάρκεια των Αραβικών επιδρομών. Τον 11ο ή 12ο αιώνα κτίστηκε το σημερινό καθολικό στο μέσο κλίτος της βασιλικής, στον τύπο του εγγεγραμμένου σταυροειδούς με τρούλο. Στο τέμπλο του καθολικού, αναφέρει ο δρ. Χατζηχριστοδούλου, ενσωματώθηκαν κίονες και μαρμάρινα θωράκια του τέμπλου της παλαιοχριστιανικής βασιλικής. Όταν τον 18ο αιώνα αντικαταστάθηκε το βυζαντινό τέμπλο με το ξυλόγλυπτο εικονοστάσιο που σωζόταν μέχρι το 1974, τόσο οι κίονες όσο και τα θωράκια διατηρήθηκαν στη θέση τους.

Από τον ζωγραφικό διάκοσμο του βυζαντινού ναού, προσθέτει ο Κύπριος βυζαντινολόγος, διασώθηκαν ιερουργούντες ιεράρχες στο κάτω τμήμα του ημικυλινδρικού τοίχου της αψίδας. Οι τοιχογραφίες αυτές, που είχαν ήδη δημοσιευτεί το 1935 από τον Γ. Σωτηρίου , σώζονταν μέχρι το 1974. Το σωζόμενο διόροφο μοναστηριακό κτίριο, που καταλαμβάνει τη βόρεια και τμήμα της δυτικής πλευράς της μονής κτίστηκε τον 18ο αιώνα. Τα μονόροφα κτίρια στη νότια πλευρά της μονής κτίσθηκαν κατά τις δεκαετίες 1940-1950 στα ερείπια των στάβλων για να στεγάσουν τα παλαιοχριστινιακά ευρήματα και τα ψηφιδωτά δάπεδα που βρέθηκαν στο χώρο της Αρχαίας Πόλεως Λαπήθου.

Στον ναό σωζόταν έως το 1974 και το ξυλόγλυπτο εικονοστάσιο του 18ου αιώνα στο οποίο είχε ενσωματωθεί και τμήμα του Βυζαντινού τέμπλου (τέσσερις μαρμάρινοι κίονες, δύο μαρμάρινα κιονόκρανα και ένα θωράκιο επίσης μαρμάρινο με ανάγλυφο διάκοσμο.

Δυστυχώς τόσο οι Δεσποτικές εικόνες όσο και οι εικόνες της εορτολογίου και εκείνη του Αγίου Μανδηλίου, ο Σταυρός και τα λυπηρά και τα βημόθυρα έχουν αφαιρεθεί και είναι άγνωστο πού βρίσκονται. Μια μικρή εικόνα, στην οποία εικονίζεται η Ύψωσις του Τιμίου Σταυρού από το εικονοστάσιο βρέθηκε στα υποστατικά του Τούρκου αρχαιοκάπηλου Αϊντίν Ντικμέν στο Μόναχο και κατασχέθηκε από τη Βαυαρική Αστυνομία.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Πολιτισμός: Τελευταία Ενημέρωση

X