ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Πολιτικοί με δυσανεξία σε επιστήμονες, κοινή λογική

Οι κυβερνήσεις γνωρίζουν ότι ακόμη και οι επιδημιολόγοι είναι στο σκοτάδι, οφείλουν όμως να τους εμπιστευθούν τυφλά στη χάραξη της πολιτικής τους όσον αφορά τη διαχείριση της πανδημίας

Kathimerini.gr

«Σήμερα όλοι οι πολίτες μαθαίνουν πως οι κυβερνήσεις καλούνται να λάβουν αποφάσεις έχοντας πλήρη συνείδηση των ορίων της γνώσης των ιολόγων, που τους συμβουλεύουν». Κάπως έτσι περιέγραψε την τρέχουσα σχέση πολιτικών και επιστημόνων στη συγκυρία που διανύουμε ο Γερμανός φιλόσοφος Γιούργκεν Χάμπερμας, σε πρόσφατη συνέντευξή του στον «Μοντ», υπογραμμίζοντας ότι αυτή τη στιγμή «η μόνη βεβαιότητα είναι η άγνοιά μας». Οι κυβερνήσεις γνωρίζουν ότι ακόμη και οι επιδημιολόγοι είναι στο σκοτάδι, οφείλουν όμως να τους εμπιστευθούν τυφλά στη χάραξη της πολιτικής τους όσον αφορά τη διαχείριση της πανδημίας, την επιβολή περιοριστικών μέτρων και την άρση τους. Για κάποιους πολιτικούς ωστόσο δεν είναι εύκολο να παραχωρήσουν την πρωτοκαθεδρία στους επιστήμονες.

O Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ είναι το πιο ακραίο παράδειγμα σε αυτήν την ανταγωνιστική σχέση πολιτικής και επιστήμης που έχει δημιουργήσει η κρίση. H κόντρα του με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και η αναστολή χρηματοδότησής του από την Ουάσιγκτον χαρακτηρίστηκε από τους εμπειρογνώμονες «έγκλημα κατά της ανθρωπότητας». Η αναπαραγωγή ενός tweet που είχε hashtag «απόλυσε τον Φάουτσι» ενίσχυσε τη σεναριολογία ότι η δύσκολη συμβίωσή του με τον επικεφαλής επιδημιολόγο των ΗΠΑ, Αντονι Φάουτσι, θα λήξει με την αποπομπή του ηλικιωμένου επιστήμονα, ο οποίος καλείται καθημερινά να ανασκευάσει τις ανακριβείς δηλώσεις του Τραμπ.

Ο τέως πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα στο βίντεο υποστήριξής του προς τον αντιπρόεδρό του, Τζο Μπάιντεν, δεν κατονόμασε ούτε μία φορά τον Τραμπ. Είπε όμως μεταξύ άλλων πως «ο Μπάιντεν θα πλαισιωθεί από καλούς ανθρώπους, ειδικούς, επιστήμονες, στρατιωτικούς αξιωματούχους που γνωρίζουν πώς να κυβερνήσουν μια χώρα και ενδιαφέρονται να κάνουν καλή δουλειά στη διαχείριση της εξουσίας, ξέρουν πώς να συνεργάζονται με συμμάχους και θα βάζουν πάντα πάνω από το δικό τους συμφέρον εκείνο του αμερικανικού λαού». Υπονοώντας, εμμέσως πλην σαφώς, ότι ο σημερινός πρόεδρος είναι ανίκανος να συνεργαστεί με τους επιστήμονες και να ακούσει τη γνώμη των ειδικών.

Ετερο παράδειγμα με παρόμοια ναρκισσιστική ιδιοσυγκρασία είναι ο Βρετανός πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον, ο οποίος επέλεξε αρχικά να προωθήσει τη ρηξικέλευθη όσο και ριψοκίνδυνη θεωρία περί ανοσίας της αγέλης, αψηφώντας τις προειδοποιήσεις των ειδικών. Σε συνεργασία με τον προσωπικό του Ρασπούτιν, τον σύμβουλο Ντόμινικ Κάμινγκς, καθυστέρησε σημαντικά να πάρει περιοριστικά μέτρα, προτάσσοντας την ανάγκη να προστατευτούν κυρίως οι ηλικιωμένοι, να αποκτήσουν ανοσία οι νεότεροι και να μην παραλύσει η βρετανική οικονομία. Ηρθε έτσι σε σύγκρουση με τον Νιλ Φέργκιουσον, τον καθηγητή του Ιmperial, ο οποίος προέβλεψε ότι αν δεν ληφθούν μέτρα, η χώρα θα θρηνήσει μισό εκατομμύριο ανθρώπους. Η πραγματικότητα, αλλά και η προσωπική περιπέτεια του Τζόνσον, ο οποίος νοσηλεύθηκε για λίγα 24ωρα στην εντατική με βαριά συμπτώματα του κορωνοϊού, τον ώθησε να ανακρούσει πρύμναν. Παρ’ όλα αυτά, η Βρετανία, εξαιτίας της αργοπορημένης κινητοποίησης των Αρχών, είναι από τις λίγες ευρωπαϊκές χώρες στις οποίες τα κρούσματα και οι θάνατοι από τον κορωνοϊό εξακολουθούν να ανεβαίνουν δραματικά.

Η δύσκολη σχέση μεταξύ πολιτικών και ερευνητών δεν είναι κάτι καινούργιο ούτε αφορά μόνο τη διαχείριση της πανδημίας. Πέρυσι ο πρόεδρος της Βραζιλίας Ζαΐρ Μπολσονάρο απομάκρυνε τον επικεφαλής του Εθνικού Ινστιτούτου Διαστημικής Ερευνας εξαιτίας επικριτικής έκθεσης που κατέληγε στο συμπέρασμα ότι η αποψίλωση του Αμαζονίου επιταχύνθηκε επί των ημερών του. Στην Ουγγαρία, η κυβέρνηση ανέλαβε τον επίσημο έλεγχο σαράντα ινστιτούτων που ανήκουν στην ουγγρική ακαδημία επιστημών.

Ο Μόντι και ο Ερντογάν

Στην Ινδία, 100 οικονομολόγοι απηύθυναν επιστολή στον πρωθυπουργό Ναρέντρα Μόντι καλώντας τον να σταματήσει να προσπαθεί να χειραγωγήσει πολιτικά τα επίσημα στατιστικά στοιχεία. Στην Τουρκία, η κυβέρνηση του Ταγίπ Ερντογάν έχει καταγγείλει 700 επιστήμονες για τρομοκρατική δράση, επειδή συνυπέγραψαν επιστολή υπέρ της ειρήνης. Eκατοντάδες αποπέμφθηκαν από τις θέσεις τους και κάποιοι φυλακίστηκαν.

Τέλος, ίσως η πιο διαβόητη, αντιεπιστημονική δήλωση ανώτατου διεθνούς αξιωματούχου είναι η αποστροφή του πρώην προέδρου της Νότιας Αφρικής Τζέικομπ Ζούμα, ότι αφότου έκανε σεξ με μια οροθετική γυναίκα (η ίδια τον κατηγόρησε ότι τη βίασε, αλλά ο πολιτικός αθωώθηκε) «έκανε ντους» για να περιορίσει τον κίνδυνο μετάδοσης του HIV. H επίμαχη δήλωση έγινε στη χώρα με τον μεγαλύτερο αριθμό οροθετικών ατόμων σε όλο τον κόσμο.

Ο γιατρός που μίλησε, αλλά δεν τον άκουσαν

Συχνά η εξουσία επιλέγει μια αμφίθυμη σχέση με τους ειδικούς, ένα είδος επιχείρησης κατευνασμού ή καλοπιάσματος, σε περίπτωση που οι δεύτεροι δικαιωθούν. Ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν έχει μεγάλη πείρα στον τομέα και έτσι δεν διέρρηξε τις σχέσεις του με τον αμφιλεγόμενο επιδημιολόγο Ντιντιέ Ραούλ, ο οποίος ισχυρίζεται ότι οι δοκιμές του με υδροχλωροκίνη, της ουσίας που χρησιμοποιείται κατά της ελονοσίας, είναι επιτυχείς.

Πρόχειρο μνημείο στο Χονγκ Κονγκ προς τιμήν του ηρωικού Κινέζου γιατρού Λι Ουενλιάνγκ, ο οποίος ήταν ο πρώτος που ενημέρωσε για την έναρξη της πανδημίας στη Γουχάν. Τελικά, «έφυγε» νικημένος από τον κορωνοϊό.

Οι συνάδελφοί του τον κατηγορούν ότι αποφεύγει να μιλήσει για τις παρενέργειες που έχει η συγκεκριμένη ουσία, αλλά ο ίδιος ο Μακρόν είχε πριν από λίγες μέρες σύντομη συνάντηση μαζί του στη Μασσαλία. O Zαν Πολ Αμόν, πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου στη Γαλλία, αποκήρυξε τη συνάντηση και έκανε λόγο για «πολιτική του θεάματος».

Ενίοτε οι σχέσεις επιστημόνων - αρχών παίρνουν διαστάσεις ανοιχτής ρήξης, όταν οι φορείς εξουσίας θεωρούν ότι επιστημονικές αποκαλύψεις πλήττουν το γόητρό τους. H πλέον χαρακτηριστική περίπτωση επιστήμονα που αντιστάθηκε στις πιέσεις των αρχών για να δημοσιοποιήσει την αλήθεια ήταν ο ηρωικός Κινέζος γιατρός Λι Ουενλιάνγκ, ο οποίος ήταν ο πρώτος που ενημέρωσε τους συναδέλφους του για την έναρξη της πανδημίας στη Γουχάν. O 34χρονος Λι είχε στείλει προειδοποιητικό μήνυμα για τον κορωνοϊό στα τέλη Δεκεμβρίου και τρεις μέρες αργότερα η αστυνομία τον επισκέφθηκε και του ζήτησε να σταματήσει να σκορπάει «ανυπόστατες φήμες», όπως του είπαν χαρακτηριστικά.

Eπέστρεψε στη θέση εργασίας του και μολύνθηκε από τον ιό, τον οποίο κόλλησε από ασθενή του. Από το κρεβάτι του νοσοκομείου, λίγο προτού υποκύψει, αφηγήθηκε την ιστορία του, δίνοντας έτσι μια γλαφυρή εικόνα όχι μόνο της αδράνειας των κινεζικών αρχών αλλά και της προσπάθειας φίμωσης όσων προσπάθησαν να περιγράψουν το μέγεθος της απειλής.

Ο δρ Λι εργαζόταν στη Γουχάν και παρατήρησε επτά περιπτώσεις ιού που έμοιαζαν με Sars. Κάλεσε έτσι τους συναδέλφους του να φορούν προστατευτικό εξοπλισμό και στολές για να αποφύγουν να μολυνθούν. Το γραφείο Δημόσιας Ασφάλειας θορυβήθηκε από τις προτροπές του και τον υποχρέωσε να υπογράψει δήλωση ότι θα σταματήσει «τη διασπορά ψεύτικων ειδήσεων, που διασαλεύουν την κοινωνική τάξη».

Στα τέλη Ιανουαρίου ο δρ Λι δημοσιοποίησε τη δήλωση, εξηγώντας τι είχε συμβεί και οι τοπικές αρχές ζήτησαν συγγνώμη. Μόνο που η συγγνώμη ήρθε πολύ αργά. Στις αρχές Φεβρουαρίου ανακοινώθηκε ο θάνατός του.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
Κίνα  |  Υγεία  |  Coronavirus  |  ΗΠΑ  |  Ασία  |  Ευρώπη  |  Αφρική  | 

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση