ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Ο φόβος του πληθωρισμού

Του Ανδρέα Ανδρέου

Του Ανδρέα Ανδρέου

Όσο περνάνε οι βδομάδες και οι μήνες και δεν βλέπουμε να εκτονώνεται το πρόβλημα στην εφοδιαστική αλυσίδα, εντείνεται η ανησυχία πως το φαινόμενο της ραγδαίας αύξησης των τιμών δεν θα είναι τόσο παροδικό όσο ελπίζουμε, αλλά θα δούμε μια εδραίωση των πληθωριστικών πιέσεων βαθιά μέσα στο 2022, ενδεχομένως και μέσα στο 2023. Ας μην ξεχνάμε πως μετά από μια πολύχρονη καθήλωση του πληθωρισμού σε επίπεδα μεταξύ 0% και 1%, τους τελευταίους μήνες έχει εκτοξευθεί σε επίπεδα ψηλότερα του 4%.

Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι αρκετοί μιλούν με βεβαιότητα για την εδραίωση των αυξήσεων στις τιμές, αφού όπως τονίζουν «όταν κάτι ακριβύνει, είναι σχεδόν αδύνατο να φθηνύνει…». Και ας μην ξεχνάμε ότι σημαντικό ρόλο δεν παίζει μόνο ο πραγματικός πληθωρισμός, αλλά και οι προσδοκίες περί αυτού. Φυσικά ξέρουμε τι όπλα υπάρχουν στην φαρέτρα της δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής και αν κάτι τέτοιο πάει όντως να εδραιωθεί θα τα δούμε να χρησιμοποιούνται. Προσωπικά είμαι από αυτούς που πιστεύουν πως οι πληθωριστικές τάσεις θα αρχίσουν να υποτροπιάζουν στα μέσα του 2022.

Όμως στο μεσοδιάστημα έχουμε ένα θέμα με την αύξηση τιμών και τον κίνδυνο αυτές να εδραιωθούν. Ο πληθωρισμός μειώνει κατά ανάλογο τρόπο την αγοραστική δύναμη των χρημάτων μας και αυτό δεν είναι κάτι που μας ευχαριστεί. Τι μπορούμε να κάνουμε για να αντισταθμίσουμε αυτό το φαινόμενο;

Η εύκολη απάντηση είναι (και πάντα ήταν), να επενδύσουμε σε ακίνητα. Τους τρόπους με τους οποίους τα ακίνητα – με την πλατιά και τη στενή έννοια του όρου – αντιστέκονται στον πληθωρισμό τους είδαμε σχετικά πρόσφατα σε άλλο άρθρο και δεν θα τους επαναλάβουμε. Εκείνο που θα δούμε σήμερα είναι να προσπαθήσουμε να απαντήσουμε το προφανές ερώτημα – απορία που μάλλον έχετε: «…Είναι λογικό τώρα που ακριβαίνουν όλα, εμείς να πάμε να επενδύσουμε;»

Πολύ εύλογο το ερώτημα. Ποια είναι η απάντηση;

Έχουμε λοιπόν από τη μια το κατασκευαστικό. Το κόστος κατασκευής είναι μια παράμετρος που διαχρονικά αυξάνεται ∙ μπορεί να παρουσιάζονται σκαμπανεβάσματα αλλά κανένας δεν μπορεί να αμφισβητήσει πως η πορεία είναι ανοδική. Η περίοδος αυτή απλά χαρακτηρίζεται από δύο χτυπητούς παράγοντες εξαιτίας της σοβαρής διατάραξης της εφοδιαστικής αλυσίδας: πρώτον, τη μεγαλύτερη αύξηση στις τιμές των υλικών, και δεύτερον, την παραλαβή των υλικών με το σταγονόμετρο. Αυτό αφενός δημιουργεί μείωση στον ρυθμό τροφοδοσίας της αγοράς με νέα προσφορά και αφετέρου την όποια τροφοδότηση την κάνει πιο ακριβά. Στο συνολικό κόστος συνεισφέρει και η αύξηση στο εργατικό κόστος, αφού φαίνεται ξεκάθαρα να υπάρχει έλλειψη εργατικού δυναμικού (εξειδικευμένου και ανειδίκευτου). Συνεπώς η καθυστέρηση στην κατασκευή και μάλιστα η πιο ακριβή κατασκευή μειώνει την προσφορά. Ας μην ξεχνάμε πως δεν είναι όλες οι εργοληπτικές σε θέση να ανταπεξέλθουν στο επιπλέον κόστος και σε προπληρωμές, με αποτέλεσμα σιγά – σιγά να λιγοστεύει και ο αριθμός αυτών που ασχολούνται με το αντικείμενο.

Από την άλλη, έχουμε τη ζήτηση. Ξέρουμε πως υπάρχει πλεονάζουσα ρευστότητα στην οικονομία και δη στις τράπεζες. Οι τελευταίες κανονικά έπρεπε να την χρησιμοποιήσουν σε νέο δανεισμό – ο οποίος δεν λέμε, είναι αυξημένος μεν, όχι σε επιθυμητά επίπεδα δε. Για να μειώσουν τη ρευστότητα τους οι τράπεζες πλέον χρεώνουν για τις καταθέσεις. Αυτό φυσικά ήταν και απότοκο του μηδενικού πληθωρισμού και αν ο πληθωρισμός εδραιωθεί και δούμε αυξήσεις στα επιτόκια, θα εκλείψουν και οι χρεώσεις στις καταθέσεις. Ενόσω όμως υπάρχει κόστος στο να κρατάμε καταθέσεις, τα χρήματα πρέπει να επενδύονται εκεί όπου μπορούν να παράξουν πραγματικό κέρδος. Το μόνο επενδυτικό μέσο (τουλάχιστον στην χώρα μας) που σου δίνει τη δυνατότητα να στοχεύσεις σε κεφαλαιουχικές και σε εισοδηματικές αποδόσεις είναι τα ακίνητα. Αυτό ήδη εκτιμάται από μεγάλη μερίδα του επενδυτικού κοινού και αποτυπώνεται στον αυξημένο αριθμό συναλλαγών ανά μήνα ακόμη και καθ’ όλη την περίοδο της πανδημίας μέχρι σήμερα.

Παρόλο που ο συνδυασμός μειωμένης προσφοράς και αυξημένης ζήτησης συνθέτουν ένα εκρηκτικό κοκτέιλ τιμών, εντούτοις ισχύει αυτό που λένε, ότι δηλαδή «η καλύτερη στιγμή να επενδύσεις σε ακίνητα είναι το τώρα…», αφού το χθες έφυγε και δεν επιστρέφει και το αύριο στον κόσμο των ακινήτων έχει μεγαλύτερη αξία άμα το τοποθετείς στον μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Κανένας δεν πλούτισε αγοράζοντας ακίνητα τη μια μέρα και πουλώντας τα την επομένη.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Του Ανδρέα Ανδρέου

Ανδρέας Ανδρέου: Τελευταία Ενημέρωση

X