ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Η ένταση «τρέφει» τον Ερντογάν

Ο έμπειρος Τούρκος αναλυτής, Φεχίμ Τάστεκιν, ο οποίος ειδικεύεται σε θέματα της Μέσης Ανατολής και της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, λίγους μήνες πριν τις δημοτικές εκλογές στην χώρα του, μοιράζεται μαζί μας έναν σημαντικό προβληματισμό. Ο ίδιος μας υπενθυμίζει ότι από το 2015 μέχρι σήμερα οι εντάσεις στο εσωτερικό και στο εξωτερικό της Τουρκίας είχαν ως αποτέλεσμα την ενίσχυση των ποσοστών του τουρκικού κυβερνώντος Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ).

Το 2015 η διακοπή των συνομιλιών με το κουρδικό κίνημα είχε ως αποτέλεσμα την ανατροπή του αρνητικού αποτελέσματος της πρώτης αναμέτρησης στις βουλευτικές εκλογές. Τον Νοέμβριο του 2015 το ΑΚΡ επέστρεψε στην εξουσία με αυτοδυναμία, με ένα αξιοσημείωτο ποσοστό.

Την περίοδο 2016-2017, η δυναμική του αποτυχημένου πραξικοπήματος είχε ως αποτέλεσμα την σύναψη συνεργασίας ανάμεσα στο ΑΚΡ και στους Γκρίζους Λύκους και την μετάβαση της Τουρκίας σε προεδρικό σύστημα. Το ΑΚΡ πρώτα σημείωσε νίκη στο δημοψήφισμα για την αλλαγή του πολιτεύματος. Στην συνέχεια ήρθε η νίκη στις προεδρικές εκλογές (στις βουλευτικές χάθηκε η αυτοδυναμία). Όλα αυτά συνέβησαν σε μια περίοδο που στο εσωτερικό της χώρας επικρατούσαν συνθήκες «επαναστατικής (συντηρητικής) τρομοκρατίας», με χιλιάδες στρατιωτικούς, γραφειοκράτες, διανοούμενους, πολιτικούς, ακτιβιστές και πολίτες να οδηγούνται είτε σε φυλακές είτε σε εξορία. Την ίδια στιγμή, η Τουρκία εισέβαλλε στην Συρία και ανέβασε τους τόνους στις σχέσεις με τους Κούρδους, τις γειτονικές χώρες και την Δύση.

Σήμερα, λίγους μήνες πριν τις δημοτικές εκλογές, παρόμοια εικόνα αντικρίζουμε σε διάφορα πεδία. Στο εσωτερικό της Τουρκίας, ο Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγγίπ Ερντογάν επαναφέρει στο προσκήνιο την Υπόθεση Γκεζί. Με αφορμή τις εξελίξεις στην Γαλλία, προειδοποιεί την αντιπολίτευση με την απειλή μιας «εμφύλιας αναμέτρησης» και την λήψη αυστηρών μέτρων σε περίπτωση που οι πολίτες επιλέξουν να εκφράσουν την δυσαρέσκεια τους για τις επιλογές της κυβέρνησης και την οικονομική κρίση στους δρόμους των τουρκικών πόλεων.
Την ίδια ώρα, η Τουρκία προετοιμάζεται για νέα εισβολή-περιπέτεια στα συριακά εδάφη. Στα δε, ελληνοτουρκικά και στα περίχωρα της Κύπρου επικρατεί το γνωστό κλίμα της αστάθειας και της έντασης.

Όπως ο κ. Τάστεκιν, έτσι και οι έμπειροι Τούρκοι αναλυτές καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι λίγο πριν από νέα εκλογική αναμέτρηση, οι προαναφερόμενες εξελίξεις δεν είναι τυχαίες. Η «ένταση» σε πολλά μέτωπα διευκολύνει το έργο του κ. Ερντογάν και του κόμματος του. «Επιπλέον η ένταση είναι αναγκαία για να επισκιαστούν μια σειρά ανησυχητικών εξελίξεων», σημειώνουν μια σειρά καλά πληροφορημένες πηγές, οι οποίες προσθέτουν το εξής: «Στα αμερικανοτουρκικά η Υπόθεση των S-400 θα προκαλέσει μεγάλη αναταραχή εντός του 2019. Μπορεί ο Ντόναλτ Τραμπ να έχει την εντύπωση ότι με διάφορες μανούβρες θα αποφύγει την κρίση, ωστόσο Πεντάγωνο, Αμερικανοί διπλωμάτες και νομικοί έχουν διαφορετική άποψη. Και όλα αυτά συμβαίνουν σε μια στιγμή που οι δείκτες στην τουρκική οικονομία είναι αρνητικοί».

Εφόσον, η θετική «συμβολή» της έντασης σε διάφορα πεδία στα σχέδια του ισχυρού πολιτικού άνδρα είναι δεδομένη, υπάρχει ένα ερώτημα στο οποίο καλούνται να απαντήσουν οι γείτονες της Τουρκίας και η ίδια η Δύση. Πως αντιμετωπίζεται η «επιθετικότητα» της Άγκυρας, που εξυπηρετεί πρωτίστως εσωτερικούς στόχους; Με πολιτικές τύπου appeasement (Βλπ. Ντόναλτ Τραμπ και μηνύματα της Ουάσιγκτον περί ενδεχόμενης έκδοσης του Γκιουλέν), με αδιαλλαξία (βλπ. Εξελίξεις στην κυπριακή ΑΟΖ) ή με πολυδιάστατες και «ψύχραιμες» προσεγγίσεις; Με άλλα λόγια, στην περίπτωση της Τουρκίας υπάρχει ένας τρίτος δρόμος, ο οποίος δεν τροφοδοτεί άμεσα τα σχέδια της πολιτικής ηγεσίας της γειτονικής χώρας και ταυτοχρόνως στοχεύει σε «ισορροπίες»;

Προσωπική μου άποψη είναι όντως υπάρχει «τρίτη επιλογή», την οποία ωστόσο δεν επιλέγουν οι δυνάμεις που διαπραγματεύονται ή συνομιλούν με την Άγκυρα. Το ζήτημα της «έντασης», από το οποίο αντλεί πολιτικά οφέλη η κυβέρνηση Ερντογάν αφορά σε γενικές γραμμές τρία πεδία: Ανελεύθερο εσωτερικό πολιτικό πεδίο, Κουρδικό Ζήτημα, προτεραιότητες Τουρκίας σε σειρά «εθνικών θεμάτων». Αν υποθέσουμε ότι το πρώτο πεδίο είναι εσωτερική υπόθεση της Τουρκίας, παραμένουν δυο πεδία όπου οι συνομιλητές της Άγκυρας θα μπορούσαν να αναπτύξουν εναλλακτικές στρατηγικές, οι οποίες δεν θα είναι εγκλωβισμένες στο κλασικό δίπολο appeasement-αδιαλλαξία. Λ.χ. στο Κουρδικό Ζήτημα, η υποστήριξη της αυτονομίας της βόρειας Συρίας είναι ένα μεγαλόπνοο εγχείρημα που ξεπερνά τα στενά στρατιωτικά «όρια». Η διατήρηση και ενίσχυση του πολυπολιτισμικού χαρακτήρα του βόρειου τμήματος της Συρίας είναι πρωτίστως ένα πολιτικό και διπλωματικό εγχείρημα. Σε περίπτωση που στρέψουν οι συνομιλητές της Τουρκίας την προσοχή τους σε αυτήν την πραγματικότητα, θα προκύψει το ζήτημα του «ανταλλάγματος» που θα λάβει η Τουρκία για την σταθεροποίηση της κατάστασης στην Συρίας. Ποιο άλλο «αντάλλαγμα» θα ήταν πιο πολύτιμο για την Άγκυρα από τον τερματισμό της ένοπλης δράσης στο εσωτερικό της Τουρκίας (με συνταγματικές δικλείδες ασφαλείας για ελεύθερη πολιτική δράση); Δύση και γείτονες της Τουρκίας δεν θα μπορούσαν με σχετική «ευκολία» να εστιάσουν σε αυτό το πεδίο;

Παρόμοια εικόνα αντικρίζουμε και στο ζήτημα της ΑΟΖ της Κύπρου; Που μας έχει οδηγήσει σήμερα η «αδιαλλαξία»; Σε αντιπαραθέσεις, ανταγωνισμό και λεκτικού τύπου διαβεβαιώσεις από την Δύση για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων της Κύπρου; Και σε αυτό το πεδίο δεν θα μπορούσαν να δημιουργηθούν «παράλληλοι μηχανισμοί συνεργασίας (παράλληλοι με τις συνομιλίες)», με την αποτελεσματική συμμετοχή των τ/κ σε κέρδη και διαχείριση των φυσικών πόρων και απευθείας συνομιλίες με την Άγκυρα, με βασικό αντάλλαγμα τον άμεσο τερματισμό όλων των μονομερών ενέργειων εκ μέρους της Τουρκίας στα περίχωρα του νησιού; Σε πρώτη φάση δεν θα μπορούσαν να ενταχθούν και οι τ/κ στους μηχανισμούς συνεργασίας που δημιουργούν Αθήνα και Λευκωσία, αναβάλλοντας την τελική εμπλοκή της Τουρκίας στο όλο εγχείρημα με βασική προϋπόθεση την πρόοδο στο Κυπριακό και την εναρμόνιση με το διεθνές δίκαιο;
Σε κάθε περίπτωση έχω την εντύπωση ότι «λύσεις υπάρχουν». Ωστόσο για την υλοποίηση τους χρειαζόμαστε πολιτική βούληση και πάνω από όλα σωστή κατανόηση της σύγχρονης τουρκικής πραγματικότητας.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
X