ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Ένταξη στην Ε.Ε. Δεκαέξι χρόνια μετά η εξαπάτηση συνεχίζεται

Η Κύπρος την 1η Μαΐου του 2004 κατέστη πλήρες μέλος της Ε.Ε. στη βάση της Συνθήκης Προσχώρησης που υπογράφηκε στις 16 Απριλίου 2003, στη Στοά του Αττάλου στην Αθήνα, από τον τότε πρόεδρο της Δημοκρατίας Τάσσο Παπαδόπουλο. Εδώ και δεκαέξι χρόνια μπορούμε να αποκαλούμαστε Ευρωπαίοι πολίτες με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Η μέχρι τώρα πορεία μας εντός της ενωμένης Ευρώπης έδειξε ότι ανεξαρτήτως του μεγέθους μας και του εθνικού μας προβλήματος, η μοιρασμένη Κύπρος αντιμετωπίζεται από τους εταίρους μας ως ισότιμο μέλος χωρίς διακρίσεις και με τον πρέποντα σεβασμό.

Γι’ αυτό τον λόγο η ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε., και μάλιστα χωρίς τη λύση του Κυπριακού, θεωρείται το μεγαλύτερο επίτευγμα του ελληνισμού τα τελευταία 50 χρόνια. Για να καταλάβουμε το μέγεθος της επιτυχίας που κατάφεραν οι Γλαύκος Κληρίδης και Κώστας Σημίτης καλό είναι να αναλογιστούμε πώς θα αντιμετωπίζαμε τις διάφορες κρίσεις χωρίς τη συνδρομή της Ε.Ε. Αντιλαμβανόμαστε όμως τη μεγάλη σημασία του να είναι η Κύπρος μια ευρωπαϊκή χώρα; Σίγουρα ναι. Σε αυτό υπάρχει σχεδόν ομοφωνία. Ο ευρωσπεπτικισμός στη χώρα μας είναι σχεδόν ανύπαρκτος, κάτι που υποδηλοί ότι είμαστε ικανοποιημένοι με τη μέχρι τώρα ευρωπαϊκή μας πορεία. Το ερώτημα, όμως, είναι αν και οι εταίροι μας είναι ικανοποιημένοι. Σε κάθε «συμβίωση» πρέπει και οι δύο πλευρές να είναι ικανοποιημένες για να χαρακτηριστεί ένας «γάμος» υγιής. Για να απαντήσουμε στο πιο πάνω θα πρέπει να πάμε δεκαέξι χρόνια πριν και να θυμηθούμε τις συνθήκες υπό τις οποίες εντάχθηκε η Κύπρος στην ενωμένη Ευρώπη. «Προσωπικά αισθάνομαι ότι έχω εξαπατηθεί από την κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Έκανα τα πάντα για να δημιουργήσω τις συνθήκες που θα επιτρέπουν στους Ελληνοκυπρίους να αποδεχθούν το σχέδιο του ΟΗΕ, προφανώς μάταια. Δεχθήκαμε, κατόπιν αιτήσεως των Ελληνοκυπρίων, η επίλυση του προβλήματος να μην αποτελέσει πρόκριμα για την ένταξη της Κύπρου, αλλά η κυπριακή κυβέρνηση όφειλε να κάνει ό,τι είναι δυνατόν για την εξεύρεση λύσης», δήλωνε ο Γκίντερ Φερχόιγκεν, ο επίτροπος διεύρυνσης, ενώπιον των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αμέσως μετά το δακρύβρεχτο Όχι του Τάσσου Παπαδόπουλου.

Δυστυχώς αυτή είναι η πικρή αλήθεια. Ενταχθήκαμε στην ενωμένη Ευρώπη με «ψευδείς παραστάσεις». Και αν κάποιοι νομίζουν ότι οι Ευρωπαίοι το έχουν λησμονήσει, είναι εκτός πραγματικότητας.

Εκτός αυτού δυστυχώς έχουμε ξεχάσει και τον σκοπό της ένταξής μας. Αφενός μεν να λειτουργήσει ως καταλύτης για επίλυση του Κυπριακού και αφετέρου οι όποιες διαφορές προκύψουν, μετά τη λύση, να μπορούν να επιλυθούν μέσα στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής φιλοσοφίας δηλαδή του pacta sunt servanda (οι συνθήκες πρέπει να διατηρούνται), όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο πρωτεργάτης της ένταξης, Γλαύκος Κληρίδης, στο βιβλίο του «Ντοκουμέντα μιας εποχής». Σίγουρα οι έκνομες ενέργειες της Τουρκίας είναι κάτι το οποίο αφορά άμεσα την Ευρώπη καθότι στρέφονται κατά κρατών μελών, κυρίως κατά της Κύπρου και της Ελλάδος, και ορθά θεωρείται ευρωπαϊκό πρόβλημα. Όμως το Κυπριακό, του οποίου η μη επίλυση είναι μια εκ των κυριοτέρων γενεσιουργών αιτιών για την ένταση στην ανατολική μεσόγειο, δεν θεωρείται, τουλάχιστον για τους εταίρους μας, ευρωπαϊκό θέμα. Μπορεί να μην το λένε ευθέως, αλλά θεωρούν το Κυπριακό ένα βαρίδι, έναν βραχνά που, παρά τη θέληση τους τους το «πασάραμε» το 2004.

Συνεπώς όταν ο ΠτΔ και ο ΥΠΕΞ πιέζουν την Ευρώπη για συμπαράσταση, θέλοντας να υποδείξουν στους εταίρους μας τις υποχρεώσεις τους στο πλαίσιο της εταιρικής αλληλεγγύης καλό είναι να θυμούνται και τη δική μας υποχρέωση προς αυτούς που δεν είναι τίποτε άλλο από την πολιτική βούληση για λύση του Κυπριακού, κάτι που δυστυχώς μετά το Κραν Μοντάνα οι εταίροι μας το αμφισβητούν. Δεν είναι τυχαίο που οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, όσον αφορά το Κυπριακό, μας παραπέμπουν στις πρωτοβουλίες του γ.γ. των Η.Ε., ο οποίος σε όλες του τις εκθέσεις, μετά το τραγικό ναυάγιο στην Ελβετία, επιρρίπτει εξίσου ευθύνες και στη δική μας πλευρά, απορρίπτοντας σαφέστατα το δικό μας αφήγημα για τα διαδραματισθέντα στο ελβετικό θέρετρο.

Ακόμα, όταν ο ΥΠΕΣ απευθύνεται στους ευρωπαίους με «θυμωμένο» ύφος, «κουνώντας» τους το δάκτυλο, θέλοντας να καταστήσει σαφές ότι η Κύπρος είναι κυρίαρχο κράτος, καλό είναι να γνωρίζει τα στοιχειώδη χαρακτηριστικά ενός κυριάρχου κράτους, που δεν είναι τίποτε άλλο από τη δυνατότητα να ασκεί κυριαρχία σε όλη του την επικράτεια, συμπεριλαμβανόμενης της ΑΟΖ. Να αντιληφθεί επιτέλους ότι δεν πρέπει να τεντώνουμε πολύ το σχοινί. Δεν πρέπει να παίζουμε με τη φωτιά ή καλυτέρα, όπως αναφέρει η αρχαιοελληνική παροιμιακή φράση, δεν μπορούμε να συνεχίσουμε «την περί το φρέαρ όρχηση» (τον χορό γύρω από το πηγάδι), γιατί είτε θα καούμε είτε θα πέσουμε στο πηγάδι με αποτέλεσμα οι προοπτικές για τη μαρτυρική μας πατρίδα να είναι καταστροφικές. Είναι καιρός, αν πράγματι θέλουμε μια ευρωπαϊκή πορεία με προοπτική, να προσγειωθούμε και να σταματήσουμε τα παράδοξα. Κακά τα ψέματα, αλλά είναι επιεικώς παράδοξο να μιλάει η Ε.Ε. για λύση ΔΔΟ, που υποτίθεται είναι ο εθνικός μας στόχος, και εμείς, οι άμεσα ενδιαφερόμενοι, να σφυρίζουμε αδιάφορα, να παλινδρομούμε και να μιλούμε για σχέδια Β΄ και Γ΄, για πολιτική ανισότητα και κυρίως, δεκαέξι χρόνια μετά, να δηλώνουμε με τον πιο επίσημο τρόπο ότι, «όσο και αν επιθυμώ τη λύση του Κυπριακού άλλο τόσο δεν είμαι διατεθειμένος να περιφρονήσω την πλειοψηφία του Κυπριακού Ελληνισμού με βάση την ετυμηγορία του 2004», δηλαδή να υιοθετούμε και να πολιτευόμαστε στη βάση του Όχι του 2004, το οποίο για τους Ευρωπαίους θεωρήθηκε και δυστυχώς ακόμα θεωρείται εξαπάτηση. Ενόσω παλινδρομούμε δυστυχώς συνεχίζουμε την εξαπάτηση. Συνεχίζουμε να τους εξαπατούμε ενώ ταυτόχρονα απαιτούμε από αυτούς να επιδείξουν αλληλεγγύη και συμπαράσταση.

 

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ