ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Η Ευρώπη και η Τουρκία

Του Χάρη Γεωργιάδη

Του Χάρη Γεωργιάδη

Στη μαραθώνια σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της περασμένης Πέμπτης, ο πρόεδρος Αναστασιάδης και ο πρωθυπουργός Μητσοτάκης λειτούργησαν με ψυχραιμία και υπευθυνότητα. Δεν ενάσκησαν εξωτερική πολιτική για εσωτερική κατανάλωση. Κινήθηκαν σε ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο στο οποίο οι αποφάσεις είναι αποτέλεσμα συνεννόησης και συμβιβασμού μεταξύ των εταίρων. Το πιο σημαντικό είναι ότι οι ηγέτες της Ε.Ε., για πρώτη φορά, έχουν προδιαγράψει τα όρια μιας μελλοντικής σχέσης με την Τουρκία. Για την ώρα, το βάρος της ευθύνης και οι επιλογές μεταφέρονται ξεκάθαρα στην Τουρκία.

Στο επόμενο στάδιο, όμως, και αναλόγως της συμπεριφοράς της Τουρκίας, η Ε.Ε. θα πρέπει να είναι έτοιμη να λάβει τις δικές της αποφάσεις. Βεβαίως, πρέπει να σημειωθεί ότι στην μακρά ιστορία των ευρωτουρκικών σχέσεων το βασικό χαρακτηριστικό ήταν η ασάφεια και η αμφιταλάντευση. Το πρώτο βήμα σε αυτές τις σχέσεις είχε γίνει το 1959, όταν η Τουρκία υπέβαλε αίτηση για Συμφωνία Σύνδεσης με την τότε Ευρωπαϊκή Κοινότητα, δεκαέξι μόλις μέρες μετά από το αντίστοιχο αίτημα της Ελλάδας. Είναι ξεκάθαρο ότι η αίτηση της Τουρκίας, όσο και εάν εντασσόταν στον ευρύτερο δυτικό προσανατολισμό που διατηρούσε τότε η χώρα, αποσκοπούσε βασικά στην αποτροπή απόκτησης ελληνικού πλεονεκτήματος στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή. Ενώ όμως η Συμφωνία Σύνδεσης με την Ελλάδα ολοκληρώθηκε το 1961, η τουρκική αίτηση εκτροχιάστηκε λόγω του στρατιωτικού πραξικοπήματος του 1960.

Είκοσι χρόνια αργότερα και ενώ η Ελλάδα ετοιμαζόταν να κάνει το επόμενο καθοριστικό βήμα της πλήρους ένταξης, το πραξικόπημα των κεμαλιστών του στρατηγού Κενάν Εβρέν θα εκτροχίαζε εκ νέου τις ευρωτουρκικές σχέσεις. Ο παρεμβατισμός και η άκαμπτη ερμηνεία της κεμαλικής ιδεολογίας από τον στρατό, που συνεχίστηκε μέχρι τις απαρχές του 21ου αιώνα, ουσιαστικά ακύρωνε την προοπτική οικοδόμησης μιας βαθιάς και ειλικρινούς σχέσης μεταξύ της Τουρκίας και της ΕΕ, παρά την προοπτική που δημιουργήθηκε με την Συμφωνία του Ελσίνκι και την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η εποικοδομητική ασάφεια και από τις δύο πλευρές, ήταν όμως αυτή που διευκόλυνε τη στρατιωτική συνεργασία εντός του ΝΑΤΟ και την αμοιβαία επωφελή εμπορική σχέση.

Η σημερινή στροφή της Τουρκίας στον σκληρό ισλαμισμό και τον αυταρχισμό και η απροκάλυπτα επιθετική και αναθεωρητική στάση του καθεστώτος Ερντογάν αναγκάζει πλέον την ΕΕ να αξιολογήσει την κατάσταση και να δώσει απαντήσεις στα άβολα ερωτήματα που για δεκαετίες απέφευγε. Όπως για παράδειγμα, στο κατά πόσο η Τουρκία είναι πράγματι προσηλωμένη στη φιλελεύθερη δημοκρατία, στο σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, στη διεθνή συνεργασία και στο σεβασμό του διεθνούς δικαίου. Είναι οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα που θα κρίνουν την επόμενη μέρα των σχέσεων ΕΕ-Τουρκίας. Και αυτό σημαίνει ότι η ασάφεια σε αυτή τη σχέση δεν μπορεί να συνεχιστεί για πολύ ακόμη. Εδώ είναι που αποκτά βαρύτητα η πρόσφατη απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Δημιουργείται δηλαδή προοπτική για ένα οριστικό ξεκαθάρισμα στις σχέσεις της ΕΕ με την Τουρκία. Αυτό το ξεκαθάρισμα θα πρέπει να καθορίσει την στρατηγική και τις αποφάσεις τόσο εκ μέρους της Ελλάδας όσο και εκ μέρους της Κύπρου. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η προοπτική μιας δημοκρατικής, σταθερής και ευημερούσας Τουρκίας, που επιδιώκει στενές και ειλικρινείς σχέσεις με την Ε.Ε., θα ήταν προς όφελος του ελληνισμού.

Σε αυτή την περίπτωση θα δημιουργούνταν πράγματι προοπτικές διαλόγου, συνεννόησης και ειρηνικής επίλυσης των διαφορών. Από την άλλη μία Τουρκία ασταθής, απρόβλεπτη, αυταρχική και επιθετική, θα αποτελούσε απειλή όχι μόνο για την Ελλάδα και την Κύπρο αλλά και για την ευρωπαϊκή ασφάλεια. Τα δείγματα γραφής των τελευταίων ετών δεν δημιουργούν δυστυχώς ιδιαίτερη αισιοδοξία ότι η Τουρκία θα ανταποκριθεί θετικά. Σε αυτή την περίπτωση η Ε.Ε. θα πρέπει να είναι έτοιμη να λάβει σοβαρές και συλλογικές αποφάσεις που θα διασφαλίσουν την ασφάλεια των κρατών-μελών και θα διασφαλίσουν τα καλώς νοούμενα συμφέροντά τους.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ