ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Το βιβλίο του Κέυνς

Του Χάρη Γεωργιάδη

Του Χάρη Γεωργιάδη

Σύμφωνα με τον κορυφαίο Βρετανό οικονομολόγο Τζον Μέυναρντ Κέυνς, το κράτος πρέπει να διαδραματίζει ενεργό ρόλο στην τόνωση της οικονομικής ανάπτυξης και στη μείωση της ανεργίας, μέσω της δημοσιονομικής πολιτικής. Για την αριστερά, ο Κέυνς είχε προσφέρει μια θεωρητική νομιμοποίηση των πολιτικών που οδηγούσαν στην αύξηση των δημοσίων δαπανών. Αυτή όμως υπήρξε μια επιλεκτική ανάγνωση του Κέυνς.

Οι προσεγγίσεις της αριστεράς παραγνώριζαν το γεγονός ότι για να είναι ένα κράτος σε θέση να αυξήσει τις δαπάνες του, προκειμένου να αντιμετωπιστεί μια οικονομική επιβράδυνση, θα πρέπει προηγουμένως να έχει φροντίσει για τη δημιουργία των σχετικών περιθωρίων. Πρέπει δηλαδή τα κράτη να συγκρατούν την αύξηση των δημοσίων δαπανών και να δημιουργούν πλεονάσματα, ή τουλάχιστον να αποφεύγουν τα ελλείματα, όταν οι οικονομικές συνθήκες είναι ευνοϊκές, για να είναι πράγματι σε θέση να αυξήσουν τις δαπάνες τους, μη διστάζοντας να δημιουργήσουν έλλειμμα, όταν οι οικονομικές συνθήκες επιδεινωθούν.

Με κανένα τρόπο δεν υποστήριζε ο Κέυνς τη συνεχή και αλόγιστη αύξηση των δημοσίων δαπανών. Αντιθέτως, όπως χαρακτηριστικά έχει λεχθεί, το βιβλίο του Κέυνς δεν έχει μόνο αριστερές σελίδες, έχει και δεξιές. Προκύπτει, λοιπόν, ζήτημα βιωσιμότητας των δημοσίων δαπανών. Δεν πρέπει οι δημόσιες δαπάνες να οδηγούν σε υπέρμετρα φορολογικά βάρη που επιβαρύνουν την οικονομική δραστηριότητα, ούτε όμως να δημιουργούν μεγάλα και επαναλαμβανόμενα ελλείμματα που θα κλονίσουν την εμπιστοσύνη, θα οδηγήσουν σε υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας και τελικά σε απώλεια της πρόσβασης στις αγορές κεφαλαίου. Χωρίς άνετη πρόσβαση στις αγορές, ένα κράτος θα οδηγηθεί σε οικονομική ασφυξία. Κάτι το οποίο δυστυχώς βιώσαμε στην περίοδο πριν από το 2013. Αυτοί οι κίνδυνοι είναι μεγαλύτεροι στις περιπτώσεις κρατών που μετέχουν σε ζώνη ενιαίου νομίσματος, όπως είναι η ευρωζώνη, όπου το εργαλείο της νομισματικής πολιτικής δεν ενασκείται πλέον σε εθνικό επίπεδο.

Γι’ αυτό, ακριβώς, υπάρχουν κανόνες δημοσιονομικής πειθαρχίας και σταθερότητας που δεσμεύουν όλα τα κράτη-μέλη της ευρωζώνης. Οι δημοσιονομικοί κανόνες θέτουν πράγματι κάποια όρια στο δημόσιο χρέος, στο έλλειμμα και στον ρυθμό αύξησης των δαπανών. Όμως, η ταύτιση των ευρωπαϊκών δημοσιονομικών κανόνων με τη λιτότητα είναι εντελώς λανθασμένη. Με βάση αυτούς τους κανόνες επιτρέπεται στο κάθε κράτος-μέλος να δαπανά το σύνολο των εσόδων του. Δεν επιβάλλεται καν η τήρηση πλεονάσματος. Η ύπαρξη ελλείμματος είναι επιτρεπτή. Οι δημοσιονομικοί κανόνες επιχειρούν να αποτρέψουν τα υπερβολικά και μη-βιώσιμα ελλείμματα που μπορεί να οδηγήσουν τα κράτη-μέλη αλλά και την ίδια την ευρωζώνη σε αποσταθεροποίηση.

Είναι αυτοί οι κανόνες που θα προφυλάξουν το κάθε κράτος-μέλος από τον κίνδυνο του δημοσιονομικού εκτροχιασμού, θα διαφυλάξουν την πιστοληπτική του ικανότητα και θα ενθαρρύνουν τη δημιουργία δημοσιονομικών περιθωρίων προκειμένου αυτά να μπορούν να χρησιμοποιηθούν όταν προκύψουν οικονομικές δυσκολίες. Τα τελευταία χρόνια, η Κύπρος λειτούργησε όχι μόνο με βάση τους ευρωπαϊκούς δημοσιονομικούς κανόνες αλλά και κυρίως με βάση τους κανόνες της κοινής λογικής. Δαπανούσαμε αυτά που είχαμε αλλά όχι παραπάνω, στο πλαίσιο ισοσκελισμένων προϋπολογισμών. Καταγράφηκαν μάλιστα σημαντικά πλεονάσματα, που αποτέλεσαν την ασπίδα της οικονομίας μας όταν, πριν από μερικούς μήνες, βρεθήκαμε αντιμέτωποι με την κρίση του κορωνοϊού.

Κατ’ ακρίβεια, το 2019 η Κύπρος, όχι μόνο δεν είχε έλλειμμα, αλλά πέτυχε το μεγαλύτερο δημοσιονομικό πλεόνασμα στην ευρωζώνη, με ποσοστό 2,8% του ΑΕΠ, γεγονός που καταγράφηκε από τους Οίκους Αξιολόγησης στις τελευταίες τους εκθέσεις πριν από το ξέσπασμα της πανδημίας. Εξίσου σημαντικές ήταν οι αναβαθμίσεις της Κύπρου στην επενδυτική βαθμίδα, λόγω των αποφάσεων για τον Συνεργατισμό, αλλά και η άνετη πρόσβαση στις διεθνείς αγορές. Είναι αυτά τα δεδομένα που έχουν επιτρέψει στο κράτος μας να χρηματοδοτεί τις έκτακτες ανάγκες που έχουν προκύψει και να εφαρμόζει σήμερα πολιτικές ισχυρής και αποφασιστικής στήριξης. Όπως ακριβώς συστήνει ο μεγάλος οικονομολόγος. Και είναι σε αυτές τις γραμμές που πρέπει να συνεχίσουμε, αδιαφορώντας για τον αντιπολιτευτικό οίστρο που διακατέχει πλέον κάποιους.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
X