ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Τα γεγονότα της Τηλλυρίας και το Σχέδιο Ατσεσον (μέρος Α΄)

Του ΓΙΑΝΝΑΚΗ Λ. ΟΜΗΡΟΥ

Kathimerini.com.cy

info@kathimerini.com.cy

Σε ένα από τα πρώτα βιβλία που γράφτηκαν για το Κυπριακό, «Το Κυπριακό και οι συνωμότες του», ο συγγραφέας Ε.Ν. Τζελέπης ιχνηλατεί με τεκμηρίωση τη σχέση του πρωτοεμφανισθέντος σχεδίου Άτσεσον με τα γεγονότα της Τηλλυρίας του Αυγούστου του 1964, τα οποία στην πραγματικότητα, αποτέλεσαν την πρώτη επέμβαση της Τουρκίας στην Κύπρο. Γράφει ο Τζελέπης, σελ. 253 και επέκεινα: «Η πραγματική “καμπή”, όμως, είχε σημειωθεί με τις δεσμεύσεις που είχε αναλάβει ο κ. Παπανδρέου, τόσο στην Ουάσιγκτον όσο και στο Λονδίνο. Το γεγονός αυτό, άλλωστε, έμελλε να επιβεβαιωθεί κατά τον πιο συγκλονιστικό τρόπο. Στις 30 Ιουλίου δημοσιευόταν η είδηση ότι ο κ. Ντην Άτσεσον –ξεχνώντας τον διακριτικό ρόλο του “αντιπροσώπου των ΗΠΑ εις διαθεσιμότητα” στις συνομιλίες της Γενεύης– πρότεινε στην Ελληνική και την Τουρκική κυβέρνηση ένα “σχέδιο” από πέντε σημεία, για τη λύση του Κυπριακού προβλήματος. Το σχέδιο αυτό πρόβλεπε:

- Την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα.

- Την παραχώρηση στην Τουρκία, από την Ελλάδα, μιας νήσου από τα Δωδεκάνησα (Καστελλόριζο) που θα ήταν κοντά στα τουρκικά παράλια της Μικράς Ασίας.

- Την εγκατάσταση μιας τουρκικής στρατιωτικής βάσης στην Κύπρο.

- Οικονομικές αποζημιώσεις για τους Τουρκοκύπριους που θα επιθυμούσαν να εγκαταλείψουν την Κύπρο και να εγκατασταθούν αλλού».

Βρετανικοί και αμερικανικοί κύκλοι υποστήριξαν τότε ότι το σχέδιο αυτό δεν έπρεπε να αντιμετωπισθεί σαν επίσημη πρόταση της κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών και ότι έπρεπε μάλλον να θεωρηθεί ότι εκφράζει τις «προσωπικές απόψεις» του κ. Ατσεσον. Παρ’ όλα αυτά το «σχέδιο Άτσεσον» αποτέλεσε ένα ντοκουμέντο που έμελλε να χρησιμοποιηθεί αργότερα σαν βάση για τις διαπραγματεύσεις Αθηνών – Άγκυρας.

Αυτός ήταν, άλλωστε, και ο σκοπός του «σχεδίου Άτσεσον». Με τις υπερβολές του, που του έδιναν ένα χαρακτήρα «Ντικτάτ», όπως αυτά που επιβάλλονται σε μια ηττημένη χώρα, το σχέδιο αυτό άφηνε μεγάλα περιθώρια συζήτησης για να βρεθεί μια «συμβιβαστική λύση» που θα διατηρούσε όμως ανέπαφο τον πραγματικό του πυρήνα: Τη διχοτόμηση της Κύπρου.

Όπως είδαμε, όταν ρίχτηκε για πρώτη φορά η ιδέα των απ’ ευθείας «συνομιλιών» ανάμεσα στους Έλληνες και τους Τούρκους στη Γενεύη, υπό την αιγίδα του μεσολαβητή του ΟΗΕ και με τη βοήθεια του Ντην Άτσεσον, οι επίσημοι κύκλοι στην Αθήνα άφησαν να εννοηθεί ότι δεν έπαιρναν στα σοβαρά αυτή την πρωτοβουλία της Ουάσιγκτον. «Δεν υπάρχουν απ’ ευθείας επαφαί, εις οιονδήποτε επίπεδον, μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων, ούτε εις την Γενεύην, ούτε αλλαχού» βεβαίωνε στις 30 Ιουνίου ο υπουργός των Εξωτερικών κ. Κωστόπουλος, διαψεύδοντας την είδηση που μετέδιδε η Άγκυρα ότι επρόκειτο στις 10 Ιουλίου να αρχίσουν ελληνοτουρκικές συνομιλίες στη Γενεύη, πράγμα που –ειρήσθω εν παρόδω–, ήταν ακριβές.

Ο μεσολαβητής του ΟΗΕ, τόνιζαν από την πλευρά τους οι κυβερνητικές εφημερίδες, είχε αποκρούσει τις υπηρεσίες του κ. Άτσεσον, έτσι ώστε ο Αμερικανός πρώην υπουργός των Εξωτερικών κινδύνευε να «γελοιοποιήσει» τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Στη Γενεύη, όμως, διεξάγονταν κανονικές απ’ ευθείας ελληνοτουρκικές συνομιλίες με όλη τη σημασία του όρου. Και σαν να μην έφτανε αυτό, οι διαπραγματεύσεις βασίζονταν σε ένα «σχέδιο» που είχε παρουσιάσει ο κ. Άτσεσον, το οποίο προέβλεπε τη διανομή της Κύπρου ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία, περιφρονώντας τελείως τις –υποτιθέμενες– θέσεις της ελληνικής κυβέρνησης για τη λύση του Κυπριακού. Και τούτα συνέβαιναν τη στιγμή που ο Έλληνας υπουργός των Εξωτερικών βεβαίωνε σε συνέντευξή του σε εφημερίδα της Λευκωσίας ότι η ιδέα της αδέσμευτης ανεξαρτησίας της Κύπρου «είχε ωριμάσει διεθνώς».

Η πρώτη αντίδραση της ελληνικής κυβέρνησης στο «σχέδιο Άτσεσον» υπήρξε, χωρίς αμφιβολία, αρνητική. Μόνο η τουρκική κυβέρνηση το εγκολπώθηκε αμέσως, πράγμα που ήταν απόλυτα φυσικό, εάν λάβει κανείς υπόψη ότι οι προτάσεις αυτού του σχεδίου είχαν συζητηθεί κατά τις συνομιλίες Τζόνσον - Ινονού στην Ουάσιγκτον.

Από τις αρχές Αυγούστου ήδη, αναφέρονταν στον αθηναϊκό Τύπο πληροφορίες για «έντονη διπλωματική δραστηριότητα» στην ελληνική πρωτεύουσα. Στο επίκεντρο αυτής της «δραστηριότητας» βρισκόταν το «σχέδιο Άτσεσον». Οι διεξαγόμενες διαπραγματεύσεις αναφέρονταν πράγματι στην Ένωση, όπως το πρόβλεπε το σχέδιο. Και αν δεν προχωρούσαν, αυτό οφειλόταν στις απαιτήσεις των Τούρκων, οι οποίοι υπογράμμιζαν έντονα το γεγονός ότι στην ουσία δεν επρόκειτο παρά για τη διχοτόμηση της Κύπρου. Η Άγκυρα διεκδικούσε παραχώρηση κυπριακών εδαφών υπό τη μορφή στρατιωτικής βάσης, στην οποία θα μπορούσε για πάντα να ασκεί απόλυτη κυριαρχία.

Η κυβέρνηση της Άγκυρας επέμενε, εξάλλου, στη συγκέντρωση του τουρκικού πληθυσμού της Κύπρου σε ένα ορισμένο τμήμα της νήσου, το οποίο θα είχε πλήρη διοικητική αυτονομία. Κατά την άποψη των Τούρκων τούτο θα αποτελούσε –μαζί με την τουρκική στρατιωτική βάση– την πρώτη φάση για τη διχοτόμηση της Κύπρου.

Με όλο τους το δίκιο, λοιπόν, οι κυβερνητικοί κύκλοι στη Λευκωσία μιλούσαν για «βαθύ χάσμα» που χώριζε την ελληνική από την κυπριακή κυβέρνηση. Το χάσμα οφειλόταν στο ότι η Αθήνα αναζητούσε λύση του Κυπριακού «εντός των πλαισίων των συμμαχιών της», ενώ η Λευκωσία έμενε σταθερά προσηλωμένη στην απόφασή της να φέρει το ζήτημα στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ.

Το μεγάλο εμπόδιο ήταν πάντα ο Μακάριος. Τούτη τη φορά, όμως, έγινε προσπάθεια να χρησιμοποιηθεί ο Γρίβας για να ασκηθεί πίεση επάνω του. Ο στρατηγός είχε έρθει –ή είχε κληθεί να έρθει– ξαφνικά στην Αθήνα. Και οι συνομιλίες του με την ελληνική κυβέρνηση αφορούσαν φυσικά την Ένωση και το «σχέδιο Άτσεσον», όπως άλλωστε έγραφε και ο αθηναϊκός Τύπος.

Μόλις ο στρατηγός γύρισε στη Λευκωσία, στις 6 Αυγούστου, πήγε να επισκεφθεί τον Μακάριο. Το τι ακριβώς συζητήθηκε σε εκείνη τη συνομιλία μπορεί κανείς να το φανταστεί, διαβάζοντας μια δήλωση του υπουργού των Εξωτερικών κ. Κωστοπούλου, ο οποίος εξέφρασε την ελπίδα ότι ο στρατηγός θα κατόρθωνε να πείσει τον πρόεδρο Μακάριο «να αναθεωρήσει τας απόψεις του», δηλαδή να ευθυγραμμισθεί με την πολιτική της ελληνικής κυβέρνησης για τις απ’ ευθείας διαπραγματεύσεις με την Τουρκία, πάνω στη βάση του «σχεδίου Άτσεσον».

Την επόμενη Κυριακή το μέρος Β΄: «Το αιματηρό διάλειμμα»

Ο κ. Γιαννάκης Λ. Ομήρου είναι πρώην πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.com.cy

Προσωπικότητες στην ''Κ'': Τελευταία Ενημέρωση