ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Από το καθολικό πνεύμα στην εγκύκλιο παιδεία

Του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΧΡΙΣΤΙΑ

Ξεκίνα να περιγράφεις ένα άτομο και, πριν το καταλάβεις, θα διαπιστώσεις ότι έχεις δημιουργήσει έναν τύπο ανθρώπου. Προσπάθησε να περιγράψεις έναν ανθρώπινο τύπο και στο τέλος θα ανακαλύψεις ότι έχεις δημιουργήσει το τίποτα». Αυτό έγραφε στα 1926 ένας μετρ της λογοτεχνικής περιγραφής, ο Françis Scott-Fitzgerald. Αν θελήσει λοιπόν κανείς να περιγράψει ένα «καθολικό πνεύμα», πρέπει να ξεκινήσει από μερικά από τα τρομερά παιδιά του παγκόσμιου πνεύματος που περιδινήθηκαν στους κυκλώνες των δύο Παγκοσμίων Πολέμων με σαφή, βαθιά και αναλλοτρίωτη συναίσθηση του καθήκοντος του διανοουμένου απέναντι στον Άνθρωπο και του στοχαστή απέναντι στην Επιστήμη.

Γεννημένος στο Βερολίνο από εβραϊκή οικογένεια το 1915, ο Albert Hirschman (1915-2012) μαθήτευσε στο Γαλλικό Λύκειο του Βερολίνου, λαμβάνοντας στέρεη θεολογική, φιλοσοφική και μαθηματική παιδεία. Μετά την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία το 1933, διέφυγε στο Παρίσι, όπου σπούδασε στην Ανώτατη Σχολή Εμπορικών Επιστημών και μετά στο Λονδίνο στη Σχολή Οικονομικών και Πολιτικής Επιστήμης (LSE). Από το 1936 έως το 1938 πολέμησε τον Φράνκο δίπλα στους Ισπανούς Δημοκρατικούς και μετά την πτώση του δημοκρατικού μετώπου εντάχθηκε στα κυκλώματα αντίστασης κατά του ιταλικού φασισμού. Το 1938 ολοκλήρωσε το διδακτορικό του στην οικονομία στο πανεπιστήμιο της Τεργέστης. Μετά την απέλασή του από την Ιταλία, πέρασε στην Ελεύθερη Ζώνη της Γαλλίας, όπου συμμετείχε στην Αντίσταση κατά της δοτής κυβέρνησης του Βισύ, οργανώνοντας την απομάκρυνση Εβραίων και αντιστασιακών από τη Γαλλία του Petain. Διέφυγε στην Αμερική, στο Πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϊ (1941-43) με υποτροφία του ιδρύματος Ροκφέλερ, για να επιστρέψει στο θέατρο του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου ως Αμερικανός πολίτης πλέον και στρατιώτης των αμερικανικών δυνάμεων που αποβιβάστηκαν στη Βόρειο Αφρική (1943- 46). Μετά τον πόλεμο, εργάστηκε ακούραστα στην Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ για την οικονομική ανασυγκρότηση της Ευρώπης στο πλαίσιο του Σχεδίου Μάρσαλ (1946-1952) και από το 1952 έως το 1956 ως οικονομικός σύμβουλος της κυβέρνησης της Κολομβίας. Από το 1956 ακολούθησε ακαδημαϊκή καριέρα διδάσκοντας στα πλέον αναγνωρισμένα πανεπιστήμια του κόσμου: Γέιλ (1956- 1958), Κολούμπια (1958-1964), Χάρβαρντ (1964-1974), Πρίνσετον (1974- 1985). Συνέγραψε μνημειώδη έργα για την οικονομία και τα οικονομικά, τη δημόσια πολιτική, τις πολιτικές και κοινωνικές επιστήμες, τον Διαφωτισμό και τη φιλοσοφία. Η ζωή και το έργο του αποτελούν τον ορισμό του «καθολικού πνεύματος». Πλάι σε αυτόν θα μπορούσαν να αναφερθούν δεκάδες άλλοι, όπως ο Καρλ Πόπερ (1902-1994), φυσικός, φιλόσοφος, επιστημολόγος, ο Friedrichvon Hayek (1899-1992), φιλόσοφος και οικονομολόγος, ο Alfred Schutz (1899-1959), φιλόσοφος και κοινωνικός επιστήμονας, ο Michael Polanyi (1891-1976), πολυμαθής, χημικός, φιλόσοφος και επιστημολόγος, ο Carl Friedrichvon Weizsäcker(1912- 2007), κβαντικός φυσικός και φιλόσοφος, η HannahArendt (1906-1975), πολιτικός στοχαστής, πολιτολόγος και φιλόσοφος. Όλα αυτά τα καθολικά πνεύματα κατανοούσαν τη ζωή και την επιστήμη ως αδιάσπαστα μέρη ενός και του ίδιου υπαρξιακού συνόλου. Την ίδια την επιστήμη την κατανοούσαν ως αδιάσπαστο σύνολο πέρα από διακρίσεις σε εξειδικευμένους ακαδημαϊκούς κλάδους. Σήμερα, η ακαδημαϊκή κοινότητα αρχίζει να αντιλαμβάνεται την ουσία της καθολικής γνώσης μέσα από την ανάγκη για διεπιστημονικότητα. Κατά κοινή πλέον ομολογία, ο χωρισμός των επιστημονικών κλάδων και η αυστηρή οριοθέτηση της ακαδημαϊκής αυθεντίας έχουν φτωχύνει την επιστημονική σκέψη. Όμως η διεπιστημονικότητα, ως τεχνική λύση σε ένα ουσιαστικό πρόβλημα, απέχει από την πραγματικότητα του καθολικού πνεύματος. Η διεπιστημονικότητα στην έρευνα πρέπει να συνδυαστεί με την εγκύκλιο παιδεία σε όλα τα στάδια της εκπαίδευσης. Η επιστημονική κοινότητα και ο εκπαιδευτικός κόσμος οφείλουν να αποδεσμευθούν από τις χαμένες ψευδαισθήσεις της εξειδίκευσης και την εμμονική μονομέρεια στη διδασκαλία και τη μάθηση. Οι δυσμενείς συνέπειες αυτής της νοοτροπίας είναι πλέον εμφανείς στις κοινωνίες που ζούμε, έρμαια τηλεπερσόνων, συνωμοσιολόγων και απατεώνων. Εξαιτίας της μονομέρειας της εξειδίκευσης, οι πολίτες είναι οικονομικά και νομικά αναλφάβητοι, αγνοούν τις βασικές αρχές της ιατρικής και της βιολογίας, δεν διαθέτουν πολιτική και κοινωνική κρίση.

Το μεγαλύτερο έργο του Διαφωτισμού υπήρξε η έκδοση της Εγκυκλοπαίδειας υπό την επιστημονική καθοδήγηση των D’Alembert και Diderot (1751-1772). Παρότι κορυφαίοι Ευρωπαίοι επιστήμονες όλων των τεχνών, επιστημών και επιτηδευμάτων συνέβαλαν με άρθρα τους στην εκδοτική αυτή προσπάθεια, το εγχείρημα δεν υπηρετούσε την εξειδίκευση. Η σκοπιμότητα της Εγκυκλοπαίδειας ήταν πρώτιστα πολιτική και στόχο είχε, μέσα από την εγκύκλιο παιδεία, ο λαός να διαμορφώσει κρίση σε όλα τα ζητήματα που αφορούν τα οργανωμένα πολιτικά και κοινωνικά σύνολα. Η εγκύκλιος παιδεία και η καθολική γνώση θεωρήθηκαν από τους Διαφωτιστές ως πυλώνες του δημοκρατικού πολιτεύματος.

Οι αρχές της νεωτερικής επιστήμης θεμελιώθηκαν από καθολικά πνεύματα όπως ο Γαλιλαίος (1564- 1642), ο Ντεκάρτ (1596-1650) και ο Πασκάλ (1623-1662), οι οποίοι ήταν ταυτόχρονα μαθηματικοί, φυσικοί, φιλόσοφοι και άνθρωποι των γραμμάτων. Η ενότητα του Λόγου και της λογικής ήταν για αυτούς προφανής. Η σημερινή εκπαίδευση έχει πάρει τα πορίσματα της σκέψης τους και τα έχει αποκόψει από το αυθεντικό τους πνεύμα. Έτσι ο Γαλιλαίος διδάσκεται στα μαθηματικά, τη γεωμετρία και την αστρονομία, ο Descartes στα μαθηματικά, τη γεωμετρία και τη φιλοσοφία και ο Πασκάλ στα μαθηματικά, τη φυσική, τη φιλοσοφία και τη θεολογία. Το σημερινό εκπαιδευτικό σύστημα αναπαράγει με αυτόν τον τρόπο τις επιμέρους γνώσεις σαν μασημένη τροφή, χωρίς να μεταδίδει το πνεύμα που γέννησε τις γνώσεις αυτές. Το πνεύμα τρέφεται από την εμπειρία της σκέψης, την ενασχόληση με διαφορετικά θέματα και την επίλυση προβλημάτων πάσης φύσεως.

Η εξειδίκευση αποτελεί μέθοδο διαφοροποίησης της επιστημονικής εργασίας με σκοπό τη βελτιστοποίηση των διαδικασιών έρευνας και παραγωγής. Οφείλει να παραμείνει στο στενό πλαίσιο ορισμού της για να μην μετατραπεί σε όργανο κοινωνικής διαφοροποίησης της γνώσης. Σήμερα απαιτείται η αναθεώρηση της εκπαιδευτικής πολιτικής της εξειδίκευσης προς όφελος της διδασκαλίας της ολότητας της μίας, ενιαίας και αδιαίρετης Επιστήμης σε όλα τα στάδια και επίπεδα της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Χρειάζεται να εγκαταλείψουμε τη θεσμική λογική του προσανατολισμού της σκέψης σε «δέσμες». Η λογική αυτή μόνο ημιμάθεια μπορεί να παραγάγει, στρέφοντας τον πολίτη για ενημέρωση σε μη εκπαιδευτικά μέσα αμφιβόλου επιστημονικής εγκυρότητας. Είναι, εν τέλει, επιταγή των καιρών να αλλάξουμε τρόπο σκέψης. Από αυτή την αλλαγή εξαρτάται το μέλλον τόσο της επιστήμης όσο και της δημοκρατίας. Ο κ. Παναγιώτης Χριστιάς είναι αν. καθηγητής του Πανεπιστημίου Κύπρου και εταίρος του ερευνητικού κέντρου «Ευρωπαϊκές Δυναμικές» του Πανεπιστημίου του Στρασβούργου.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Προσωπικότητες στην ''Κ'': Τελευταία Ενημέρωση

X