ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Η επιστήμη ως σύμβουλος του πρίγκηπα και ως πολιτικό άλλοθι

Του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΧΡΙΣΤΙΑ

Σε ένα από τα σημαντικά βιβλία, που επηρέασαν τη μεταπολεμική Δυτική σκέψη, στην «Επανάσταση των διευθυντών» (1941), ο James Burnham (1905-1987) διέβλεψε την αρχή μιας νέας κοινωνικής διαστρωμάτωσης με βάση τη λογική των «ειδικών», διαχειριστών και διευθυντών (managers), παντός τύπου. Ο Burnham συνέχισε την παράδοση των σπουδαίων «μακιαβελιστών» θεωρητικών των ελίτ Gaetano Mosca (1858-1941), Roberto Michels (1876-1936) και Vilfredo Pareto (1848-1923), οι οποίοι αντλούσαν από τον Niccolò Machiavelli (1469-1527) την πεποίθηση ότι στην ανθρώπινη φύση επικρατούν δύο διαφορετικές «διαθέσεις» (umori): οι πρίγκιπες επιζητούν να επιβάλουν την εξουσία τους στους άλλους, ενώ ο λαός ζητάει να είναι ελεύθερος από οποιαδήποτε εξουσία. Η θεωρία των ελίτ στηρίζεται σε αυτόν τον διαχωρισμό, ο οποίος αποτελεί τη βασική δομή εξουσίας σε όλες τις ιστορικές κοινωνίες. Το ερώτημα λοιπόν που τίθεται είναι με ποιο τρόπο και μέσω ποιων διαύλων εξασφαλίζεται η άνοδος και η παραμονή στην εξουσία εκείνων που την επιδιώκουν.

Στα κοινοβουλευτικά συστήματα της Δύσης του τέλους του 19ου αιώνα και των αρχών του 20ού αιώνα, η επιδίωξη της πολιτικής επιρροής και εξουσίας στηριζόταν στο προσωπικό «χάρισμα» του ηγέτη σε συνδυασμό με την επικράτηση της κομματικής ιδεολογίας. Η διευθέτηση αυτή, ισχυρίζεται ο Burnham, ανατρέπεται προς όφελος των τεχνοκρατών που κατέχουν την εξειδικευμένη γνώση που χρειάζεται η βιομηχανική κοινωνία για την ανάπτυξή της στην εποχή της ώριμης χρηματοοικονομίας. Η πολιτική και οικονομική ισχύς περνάει στα χέρια των γραφειοκρατών, μηχανικών, νομικών, οικονομολόγων και λοιπών τεχνοκρατών της διοίκησης. Με άλλα λόγια, στις μεταπολεμικές λογοκρατικές-γραφειοκρατικές δομές, η άνοδος και η ανακύκλωση των ελίτ στην εξουσία καθορίζονται από την κατοχή και τον έλεγχο της γνώσης και της εξειδίκευσης, αποκλειστικός φορέας των οποίων είναι η επιστήμη. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι ή η επιστήμη αποκτά πραγματική πολιτική ισχύ και κυβερνά ή γίνεται εργαλείο στα χέρια των πολιτικών, ενισχύοντας την ικανότητά τους για άσκηση της εξουσίας. Υπό αυτό το πρίσμα, η σημερινή πανδημική κρίση είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για την ανάλυση των σχέσεων ανάμεσα στην πολιτική, ως άσκηση της εξουσίας, και την επιστήμη, ως επιδίωξη της γνώσης.

Κατά τη διάρκεια της παρούσας κρίσης, μοιάζει ολόκληρη η ανθρωπότητα να έχει παραχωρήσει την εξουσία σε μια νέα τάξη ειδικών της βιοϊατρικής τεχνογνωσίας και τεχνολογίας, ιατρών, επιδημιολόγων, λοιμωξιολόγων, βιολόγων, βιοχημικών, από τους οποίους αναμένει τη σωτηρία. Πολιτικοί, νομικοί και οικονομολόγοι έχουν παραδώσει τα σκήπτρα στη νέα κατηγορία ειδικών που αναδύθηκε και εκτοξεύθηκε, μεσούσης της κρίσης, στην κορυφή της αλυσίδας λήψης αποφάσεων. Οι ιατροί υπαγορεύουν τα αναγκαία μέτρα και οι πολιτικοί τα εφαρμόζουν, αγνοώντας πλήρως την υφιστάμενη νομική και οικονομική τάξη. Πόσο αληθινή είναι όμως αυτή η εικόνα; Πόσο «επιστημονική» είναι η αντιμετώπιση της πανδημίας; Αποφασίζουν όντως οι ειδικοί; Ή μήπως οι κυβερνήσεις απλά συμβουλεύονται τους ειδικούς για να αποφασίσουν, όταν βέβαια δεν χρησιμοποιούν απλά την επιστήμη ως άλλοθι;

Για να απαντήσουμε στα ερωτήματα αυτά πρέπει να διαγνώσουμε σωστά από που προέρχεται η πίεση για λήψη αυστηρών προστατευτικών μέτρων, ώστε να περιοριστούν στο ελάχιστο οι απώλειες σε ανθρώπινες ζωές. Η «απόφαση» αυτή δεν πάρθηκε ούτε από τις κυβερνήσεις ούτε από τους ειδικούς. Επιβλήθηκε από τη νέα ευαισθησία για την ανθρώπινη ασφάλεια, η οποία έχει πλέον επικρατήσει σε πλανητικό επίπεδο. Η συντονισμένη παγκόσμια απάντηση στον ιό είναι αδιάσειστη απόδειξη αλλαγής εποχής. Οι ενδείξεις αυτής της αλλαγής ήταν πολλές και πριν από την πανδημία, η ανθρωπότητα πορευόταν εδώ και δεκαετίες προς μια νέα κατανόηση της σχέσης του ανθρώπου με τον εαυτό του, με τον συνάνθρωπο και με το περιβάλλον. Με την παρούσα απάντηση στην κρίση, οι ενδείξεις έγιναν αποδείξεις και η αλλαγή εποχής εκδηλώθηκε ως τομή με το σύστημα αξιών του περασμένου αιώνα. Η πραγματική «απόφαση» ήταν αυτή η αντικειμενική τομή, και όχι οι αξιολογήσεις των ειδικών, οι εξαγγελίες των ηγετών ή οι ανακοινώσεις των κυβερνήσεων. Τρανή απόδειξη αυτού είναι το γεγονός ότι ακόμη και όσοι δεν συμφωνούσαν με την προσέγγιση της ανθρώπινης ασφάλειας, όπως ο Αμερικανός πρόεδρος ή ο Βρετανός πρωθυπουργός, σύρθηκαν στη συνέχεια να συμμορφωθούν.

Και μετά τη μέριμνα για την υγειονομική ασφάλεια, η μέριμνα για οικονομική ασφάλεια είναι αυτή που θα αναγκάσει τις κυβερνήσεις να «αποφασίσουν» τη σταδιακή άρση της απομόνωσης με αποκλειστικό σκοπό την εξασφάλιση της ποιότητας ζωής των πολιτών σε ένα σταθερό, ασφαλές οικονομικό περιβάλλον. Και δεν θα είναι πλέον οι ιατροί και οι επιδημιολόγοι που θα κάνουν κατάληψη στις οθόνες μας, αλλά οι οικονομολόγοι και οι κοινωνικοί επιστήμονες. Αυτοί που αποφασίζουν πώς θα πάρει σάρκα και οστά η νέα κοινωνική ευαισθησία της προάσπισης του ατομικού συμφέροντος των πολιτών και όχι του κρατικού συμφέροντος, της raison d’État, εξακολουθούν να είναι οι ηγέτες και οι κυβερνήσεις τους. Υποβοηθούμενοι από στρατιές επιστημονικών συμβούλων και άλλων τεχνοκρατικών μορφών υποστήριξης, ιεραρχούν τις προτεραιότητες προτάσσοντας την τάδε ή τη δείνα μορφή κρατικής παρέμβασης.

Είναι αρετή για τον πολιτικό να ακούει και να εφαρμόζει τις συμβουλές των ειδικών για κάθε κρίση. Είναι ακόμη μεγαλύτερη αρετή να μπορεί να ιεραρχήσει τις προτεραιότητες, για παράδειγμα: ειδικοί της υγείας προ των ειδικών της οικονομίας, μέχρι βέβαια οι προτεραιότητες να αντιστραφούν. Και πάλι ο πολιτικός θα κληθεί να κρίνει τη στιγμή της αλλαγής, ακούγοντας ειδικούς από δύο εντελώς διαφορετικούς επιστημονικούς κλάδους. Τέλος, και εντός των ειδικών του κάθε κλάδου, πάλι ο πολιτικός θα κληθεί να επιλέξει την ορθότερη στρατηγική: ανοσία αγέλης ή απομόνωση, νεοκεϋνσιανισμός ή νεοφιλελευθερισμός, κρατισμός ή ελεύθερη αγορά; Η επιστημονική λογική όχι μόνο δεν αποκλείει τις συγκρούσεις επιβάλλοντας μια μονοδιάστατη άποψη, αλλά στηρίζεται στην παραγωγή αντικρουόμενων επιστημονικών θεωριών, βασισμένων σε τεκμηριωμένες αιτιολογήσεις. Επομένως, η πολιτική τάξη βρίσκεται σε ένα ενδιάμεσο επίπεδο στην αλυσίδα λήψης απόφασης, πάνω ακριβώς από ειδικούς, διαχειριστές και διευθυντές, αλλά κάτω από την ήδη ειλημμένη «απόφαση» της ιστορίας, την οποία καλείται να υλοποιήσει.

Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι την τελική «απόφαση» δεν την παίρνουν οι πρίγκιπες, αλλά ο «λαός», όσοι δηλαδή ζητούν ελευθερία σκέψης και πίστης, ελευθερία από την ένδεια και το φόβο. Ο λαός ζητάει απλά ελευθερία από οτιδήποτε θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την επιβολή μια μη νόμιμης εξουσίας επάνω του και ελευθερία για οτιδήποτε θα μπορούσε να συμβάλει στην αντίσταση σε μια τέτοια εξουσία.

Ο λαός έχει ανάγκη από πρίγκηπες και οι πρίγκηπες από τον λαό. Όπως είχε ήδη κατανοήσει ο Φλωρεντίνος στοχαστής, οι πρίγκηπες καλούνται να υλοποιήσουν αυτό που απαιτεί συνειδητά ή μη ο λαός στη συγκεκριμένη ιστορική συγκυρία, εγκαινιάζοντας «νέους τρόπους και νέες τάξεις πραγμάτων». Η άνοδος και η παραμονή τους στην εξουσία, καθώς και η ιστορική κρίση για το έργο τους θα εξαρτηθούν ακριβώς από το πόσο ουσιαστικά θα έχουν ανταποκριθεί στο αίτημα αυτό.

Ο κ. Παναγιώτης Χριστιάς είναι αν. καθηγητής του Πανεπιστημίου Κύπρου και εταίρος ερευνητικών κέντρων των Πανεπιστημίων Λωρραίνης και Στρασβούργου.

 

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Προσωπικότητες στην ''Κ'': Τελευταία Ενημέρωση