ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Ο μεγάλος εγκλεισμός

*Του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΧΡΙΣΤΙΑ

Kathimerini.com.cy

info@kathimerini.com.cy

Πολλά άρθρα έχουν γραφτεί τελευταία με αφορμή τα περιοριστικά μέτρα που έχουν ληφθεί σε όλο σχεδόν τον κόσμο για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Πολλά κράτη, εκτός από τον αναγκαστικό κατ’ οίκον περιορισμό, έχουν πάρει και μέτρα ελέγχου των μετακινήσεων με ηλεκτρονικές μεθόδους χρησιμοποιώντας την τεχνολογία της κινητής τηλεφωνίας. Την ίδια στιγμή ετοιμάζονται εφαρμογές για κινητά τηλέφωνα που θα προειδοποιούν για τυχόν μολυσμένα άτομα στον χώρο. Ζούμε άραγε σε μια εποχή αποθέωσης της κοινωνίας της επιτήρησης; Έχουμε μήπως αποδεχθεί ως κοινωνικά όντα τη γενικευμένη εφαρμογή του «πανοπτικού» του Jeremy Bentham; Βρισκόμαστε κοντά στη δυστοπία του «μεγάλου αδερφού» του George Orwell και στο ξεκίνημα ενός παγκόσμιου ολοκληρωτικού συστήματος; Έχουμε απεμπολήσει τα δικαιώματά μας μπροστά στον φόβο του άγνωστου, αόρατου και ύπουλου εχθρού που προκάλεσε την πανδημία βάζοντας «λουκέτο» στις κοινωνίες μας;

Η λογική του «μεγάλου εγκλεισμού» εγκαθίσταται στις ευρωπαϊκές κοινωνίες κατά την κλασική εποχή, η οποία διαδέχεται την Αναγέννηση. Ο Michel Foucault (1926-1984), ο σπουδαιότερος Γάλλος φιλόσοφος του εικοστού αιώνα, ανέλυσε σε βάθος τη γέννηση, την εξέλιξη και τη λογική της κοινωνίας της επιτήρησης και της τιμωρίας κατά τον 17ο αιώνα, προτάσσοντας τον όρο του «μεγάλου εγκλεισμού». Κατά τον Foucault, η λογική της επιτήρησης, η οποία οδηγεί στη λειτουργία θεσμών εγκλεισμού, όπως το δίκτυο των «γενικών νοσοκομείων» στη Γαλλία και αντίστοιχων δομών στην Αγγλία, τη Γερμανία, την Ιταλία και την Ολλανδία, συνδέεται άμεσα με την ηθική της εργασίας και την άνοδο της πολιτικής μορφής του έθνους-κράτους.

Πιο συγκεκριμένα, στις δομές αυτές που δεν ήταν ιατρικά ιδρύματα, διαβιούσαν χωρίς καμία διαφοροποίηση επαίτες, άεργοι, άνεργοι, άποροι, ταραξίες, τρελοί, κακοποιοί, πόρνες, άνδρες με έκλυτο βίο και κάθε είδους περιθωριακοί, οι οποίοι αντιμετωπίζονταν ως εχθροί της ηθικής τάξης. Στην Ιστορία της τρέλας στην κλασική εποχή (1972), ο Γάλλος φιλόσοφος σημειώνει: «Συνιστάται ιδιαίτερα η καταδίωξη των αγυρτών και ζητιάνων, καθώς και όλων εκείνων που ζούνε άεργοι και αρνούνται να δουλέψουν για λογικά μεροκάματα ή σπαταλούν ό,τι έχουν στις ταβέρνες». Το σύστημα αυτό εξελίχθηκε και εξειδικεύτηκε κατά τον 18ο και τον 19ο αιώνα με τη γέννηση των θεσμών του ασύλου, του αναμορφωτηρίου και της φυλακής.

Στον γενικό και αδιαφοροποίητο χαρακτήρα του εγκλεισμού θα επιστρέψει η Ευρώπη μόνο με τη θηριωδία των στρατοπέδων συγκέντρωσης, σχολιάζει ο Foucault. Ταυτόχρονα δημιουργείται ένα πυκνό δίκτυο από αστυνομικούς, χωροφύλακες, κληρικούς, μέλη θρησκευτικών οργανώσεων, σωφρονιστικούς, δημοτικούς και διοικητικούς υπαλλήλους με σκοπό την επιτήρηση των πόλεων και της υπαίθρου. Οι φορείς αυτοί επιβάλλουν τον εγκλεισμό χωρίς δίκη ή άλλη διαδικασία νομιμοποίησης της στέρησης της ελευθερίας σε όλους όσοι εμπίπτουν στις πιο πάνω κατηγορίες. Το αστυνομικό κράτος εγγυάται την απρόσκοπτη λειτουργία της κοινωνίας της επιτήρησης. Σκοπός των μέτρων, όπως ανέλυσε ο Foucault στα μαθήματά του στο Κολλέγιο της Γαλλίας κατά την ακαδημαϊκή χρονιά 1975-1976, ήταν «να προστατευτεί η κοινωνία». Η αργία, «μήτηρ πάσης κακίας», θεραπεύεται μόνο με την εργασία, η οποία θα καταστήσει τη συγκεχυμένη αυτή μάζα ανθρώπων «χρήσιμη στην κοινωνία».

Οι τρόφιμοι θα εξαναγκασθούν σε εργασία σε σημείο που αρκετά από τα ιδρύματα σε όλη την Ευρώπη να εξειδικευτούν στην παραγωγή συγκεκριμένων προϊόντων. Η εργασία είναι ο πυλώνας της οικονομίας, η οποία με τη σειρά της είναι ο πυρήνας της ισχύος του έθνους-κράτους. Ο πληθυσμός των δομών εγκλεισμού αυξομειώνεται ανάλογα με τις οικονομικές συνθήκες. Τα ιδρύματα απορροφούν φτωχούς και ανέργους κατά τη διάρκεια των κρίσεων, εμποδίζοντας έτσι εξεγέρσεις και επαναστάσεις. Σε περιόδους ακμής της οικονομίας κρατούν χαμηλά τους μισθούς, διοχετεύοντας στην αγορά εργασίας τα φτηνά χέρια των τροφίμων τους. Κάτι τέτοιο βέβαια θα αποδειχθεί μη βιώσιμο, διότι παράγει μια νέα τάξη φτωχών και κακοπληρωμένων εργατών. Με τον τρόπο αυτό, ένα σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού ζει με τον φόβο του εγκλεισμού σε πόλεις υπό διαρκή επιτήρηση.

Ο «μεγάλος εγκλεισμός», το αστυνομικό κράτος και η κοινωνία της επιτήρησης, διαμορφώνουν «σε μια πολυσύνθετη ενότητα μια νέα ευαισθησία μπρος στη δυστυχία» και «γεννά μια ηθική της εργασίας», καταλήγει ο Foucault. Η νέα ευαισθησία αδιαφορεί για ατομικά δικαιώματα και ελευθερίες, ενώ στοχεύει αποκλειστικά στην προστασία της κοινωνίας, της οικονομίας και του κράτους. Η λογική του «μεγάλου εγκλεισμού» είναι η εργαλειοποίηση των απελπισμένων και εξαθλιωμένων μαζών στον βωμό της ισχυροποίησης της εθνικής οικονομίας και του έθνους-κράτους. Η ταύτιση αυτής της λογικής με αυτήν που διέπει τη«μεγάλη απομόνωση» που βιώνουμε σήμερα μόνο προϊόν εννοιολογικής σύγχυσης μπορεί να είναι. Η «μεγάλη απομόνωση» δεν προήλθε από την ανάγκη προστασίας της κοινωνίας ή της οικονομίας. Αντίθετα, θυσίασε τις εθνικές οικονομίες στο όνομα της προστασίας των ατόμων, προαναγγέλλοντας μια βαθιά παγκόσμια οικονομική κρίση – the great lockdown, όπως ήδη την αποκαλούν οι οικονομικοί αναλυτές. Η λογική της είναι αυστηρά ανθρωποκεντρική. Προτεραιότητά της δεν είναι η εθνική ασφάλεια, αλλά η ανθρώπινη ασφάλεια. Δεν προδιαγράφει μια κοινωνία επιτήρησης, αλλά μια κατάσταση αυξημένης επαγρύπνησης της Πολιτείας και των πολιτών.

Η κοινωνία του «μεγάλου εγκλεισμού» ούτε καν διανοήθηκε να κλείσει την οικονομία της για να προστατεύσει ευπαθείς ομάδες από την ασιατική γρίπη (1956-1958) ή τη γρίπη του Χονγκ-Κονγκ (1968-1970), που άφησαν πίσω τους εκατομμύρια θύματα παγκοσμίως. Αντίθετα οι πανδημίες αυτές πέρασαν απαρατήρητες και ξεχάστηκαν. Η προστασία των ανθρώπων δεν ήταν θέμα εθνικής ασφάλειας. Η σημερινή παγκόσμια πολιτική προστασίας και του πλέον ευάλωτου και αντιπαραγωγικού συνανθρώπου μας υποδηλώνει κάτι εντελώς διαφορετικό και άγνωστο μέχρι τώρα. Τα μέτρα της «μεγάλης απομόνωσης» αποτελούν την έμπρακτη απόδειξη ότι έχουμε πλέον εισέλθει στην εποχή μιας νέας, καινοφανούς ευαισθησίας. Η νέα αυτή ευαισθησία έχει τις ρίζες της στην περίφημη ομιλία περί των τεσσάρων ελευθεριών του Franklin Delano Roosevelt (1882-1945), στο Αμερικανικό Κογκρέσο τον Ιανουάριο του 1941.

Ενώ μαίνεται ο Δεύτερος Παγκόσμιος πόλεμος και ενώ η Αμερική δεν έχει ακόμη εισέλθει σε αυτόν στο πλευρό των συμμάχων, δεσμευμένη από το απομονωτικό της δόγμα, ο Roosevelt τονίζει ότι δίπλα στις κλασικές ελευθερίες της έκφρασης και της πίστης πρέπει να τοποθετηθούν και οι ελευθερίες από τον φόβο και από την ανάγκη. Οι δύο νέες αυτές ελευθερίες θα αποτελέσουν το θεμέλιο για το νέο δόγμα της «ανθρώπινης ασφάλειας», όπως αυτό θα εκφρασθεί από τα Ηνωμένα Έθνη αμέσως μετά την πτώση του σιδηρού παραπετάσματος, το 1994. Η «ανθρώπινη» ασφάλεια αποτελεί μια ολιστική προσέγγιση των απειλών κατά της ανθρωπότητας. Οι βασικές της γραμμές είναι ο γενικευμένος αφοπλισμός ώστε καμία χώρα να μην απειλεί τις γείτονες, η προστασία του περιβάλλοντος, η προστασία από μολυσματικές ασθένειες, η αειφόρος οικονομική ανάπτυξη. Με στόχο την ευημερία των ατόμων, η υλοποίηση του προγράμματος της ανθρώπινης ασφάλειας δεν επαφίεται μόνο στις κυβερνήσεις, αλλά στην ευρύτερη συμμαχία τοπικών, εθνικών και διεθνών οργανώσεων και οργανισμών. Πρώτιστα, επαφίεται στην ευαισθητοποίηση των πολιτών, οι οποίοι καλούνται να γίνουν οι ίδιοι το μέσο για την ασφάλειά τους, εντοπίζοντας και εφαρμόζοντας λύσεις για την αντιμετώπιση της ανασφάλειας. Η κοινωνία της επιτήρησης του «μεγάλου αδερφού» δίνει τη θέση της στην κοινωνία της εγρήγορσης του ενημερωμένου και υπεύθυνου πολίτη.

*Ο κ. Παναγιώτης Χριστιάς είναι αν. καθηγητής του Πανεπιστημίου Κύπρου και εταίρος ερευνητικών κέντρων των Πανεπιστημίων Λωρραίνης και Στρασβούργου.

 

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.com.cy

Προσωπικότητες στην ''Κ'': Τελευταία Ενημέρωση