ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Συμφωνία αποφυγής της διπλής φορολόγησης, με διπλή φορολόγηση

Kathimerini.com.cy

info@kathimerini.com.cy

*Του Πάνου Λοϊζου Παρρά

Μπορεί η Λευκωσία να βγήκε σε πανηγυρικούς τόνους, όπως άλλωστε το συνηθίζει επικοινωνιακά, ανακοινώνοντας την επικαιροποίηση της Συμφωνίας για την αποφυγή διπλής φορολόγησης με την Ρωσική Ομοσπονδία, εντούτοις η πραγματικότητα είναι διαφορετική. 

Εδώ και μερικούς μήνες, φημολογούνταν έντονα ότι ο Βλαδιμήρ Πούτιν έδωσε εντολή στις φορολογικές αρχές της Ρωσίας, να φροντίσουν για την ενίσχυση των φορολογικών εσόδων της χώρας. Οι χαμηλές τιμές του φυσικού αερίου και το σοκ στην ρωσική οικονομία λόγω πανδημίας, είχαν καταστήσει επιτακτική την ανάγκη να κλείσει η στρόφιγγα των εκροών. Για τις προθέσεις του Ρώσου προέδρου φαίνεται να ήταν ενήμερο το κυπριακό Υπουργείο Οικονομικών, παρά τις αντίθετες διακηρύξεις. Μάλιστα στις 3 Αυγούστου, ο Ρώσος Υπουργός Οικονομικών δήλωσε ότι οι διαπραγματεύσεις με τις κυπριακές αρχές δεν καρποφόρησαν και πως η Ρωσία θα κινήσει τις διαδικασίες απόσυρσης από τη Συμφωνία αποφυγής διπλής φορολόγησης. Όπως φαίνεται, οι κυπριακές προσπάθειες που καταβλήθηκαν ώστε να αντισταθμιστούν οι ρωσικές απαιτήσεις δεν είχαν γίνει αποδεκτές. Στη συνέχεια, αναγκάστηκε να παρέμβει ο ίδιος ο κ. Πετρίδης, ο οποίος αποφάσισε να παραστεί στην τελευταία συνάντηση. Έστω κι αν ο ίδιος δήλωνε έκπληκτος για τις δηλώσεις του Ρώσου ομολόγου του, θεωρώντας τη συνάντηση στις 10 Αυγούστου ως «τον τελευταίο γύρο διαπραγματεύσεων», όπως όλα δείχνουν η συνάντηση έκλεισε δίχως κανένα περιθώριο διαπραγμάτευσης, καθώς οι βασικές ρωσικές απαιτήσεις ικανοποιήθηκαν στο έπακρο.

Δύο από τους βασικούς πυλώνες της Συμφωνίας μεταξύ Κύπρου – Ρωσίας, όπως αυτή συνομολογήθηκε το 1998, είναι η αποφυγή φορολόγησης των μερισμάτων και των τόκων που προκύπτουν στο ένα εκ των δύο κρατών όταν ο δικαιούχος τους είναι φορολογικός κάτοικος του άλλου κράτους. Σύμφωνα με τις αρχικές πρόνοιες, αν ένας Ρώσος κάτοικος Κύπρου διατηρεί επιχείρηση που δραστηριοποιείται στην Ρωσία, τότε τα μερίσματα που του αναλογούσαν από τα κέρδη, θα φορολογούνταν μάξιμουμ με 5% από το Ρωσικό κράτος (Για κεφάλαια κάτω των 100χιλ ευρώ, 10%). Τα υπόλοιπα θα μεταφέρονταν στην Κύπρο και θα φορολογούνταν με τον ειδικό φόρο άμυνας 17% (SCD). Αντίθετα, αν ένας Ρώσος κάτοικος Μόσχας, είχε επενδύσει σε κάποια επιχείρηση με έδρα την Κύπρο, τα μερίσματα που του αναλογούν, θα μεταφέρονταν στη Μόσχα κατευθείαν χωρίς κάποια παρακράτηση από την Κυπριακή Δημοκρατία, αλλά θα φορολογούνταν μονάχα από το Ρωσικό κράτος. Ο συνδυασμός των δύο με δαιδαλώδεις εταιρικές δομές παρέχει για δεκαετίες ισχυρό φορολογικό πλεονέκτημα στην Κυπριακή Δημοκρατία. Ομοίως με τους τόκους, αν ένας Ρώσος κάτοικος Κύπρου διατηρούσε τραπεζικό λογαριασμό στην Μόσχα, οι εισπρακτέοι τόκοι δεν θα φορολογούνταν στην Ρωσία αλλά κατευθείαν στην Κυπριακή Δημοκρατία με τον φόρο άμυνας (SDC).

Το πιο πάνω Σύμφωνο αποφυγής της διπλής φορολόγησης τροποποιήθηκε το 2010, χωρίς όμως να επηρεαστούν οι βασικές του παράμετροι. Προστέθηκαν κυρίως διευκρινίσεις και πρόνοιες συνεργασίας μεταξύ των δύο κρατών. Η νέα όμως τροποποίηση αγγίζει ουσιώδη άρθρα μεταβάλλοντας τη φύση και το πνεύμα της Συμφωνίας. Πλέον, για την Ρωσική Ομοσπονδία, οι προαναφερθείσες διατάξεις/παραδείγματα, θεωρούνται αντίθετες των συμφερόντων της. Οπότε απαίτησε και πέτυχε όπως η παρακράτηση του 5% γίνει 15% για τα μερίσματα που θα μεταφέρονται στην Κύπρο, ενώ το 0% των τόκων, όπως επίσης φτάσει στο 15%. Ξεκάθαρα η νέα ρύθμιση είναι ετεροβαρής για τα συμφέροντα της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά αντί για το ρεζίλεμα ακύρωσης της Συμφωνίας επί της αρχής της, υιοθετήθηκαν πλήρως οι ρωσικές απαιτήσεις.

Τώρα μένει να δούμε πώς θα κινηθούν τα ρωσικά κεφάλαια στο άκουσμα της είδησης αυτής και πώς θα επηρεαστούν τα φορολογικά έσοδα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Βραχυπρόθεσμα, τα περιθώρια ελιγμών είναι μικρά. Σε μεσοπρόθεσμο διάστημα, ενδέχεται να επηρεαστεί ο ρόλος της Κύπρου ως όχημα επενδύσεων στην Ρωσική Ομοσπονδία. Η πιο συνήθης περίπτωση αξιοποίησης του προηγούμενου καθεστώτος είναι η ίδρυση μητρικής εταιρίας στην Κύπρο, όπου μέσω μιας θυγατρικής στην Ρωσία, γινόντουσαν επενδύσεις σε διάφορους τομείς. Τα κέρδη από τον παραγόμενο πλούτο, φορολογούνται μεν υπό το καθεστώς του ρωσικού εταιρικού φόρου, αλλά τα μερίσματα μεταφέρονται στην κυπριακή μητρική εταιρία. Η παρακράτηση του 5% ήταν ασήμαντη μπροστά στο όφελος της μεταφοράς κεφαλαίων σε χώρα χαμηλού ή και μηδενικού συντελεστή (βλέπε 0% SDC για μη φορολογικούς κάτοικους). Σήμερα που η παρακράτηση θα είναι 15%, αν κάποιος λάβει υπόψη το σύνολο των υποχρεώσεων που θα προκύψουν σωρευτικά από τις δύο χώρες, ενδεχομένως να αναζητήσει άλλη χώρα-όχημα για επενδύσεις ή στην τελική να επενδύσει απευθείας από τη Ρωσία. Με λίγα λόγια, ένα πλεονέκτημα της Κύπρου παύει να υφίσταται. Αν τώρα αυτό θα τη θέσει σε μειονεκτική θέση θα εξαρτηθεί από τις αντίστοιχες συμφωνίες τις οποίες θα επιτύχει η Ρωσία με ανταγωνιστικές χώρες όπως η Μάλτα κι η Ολλανδία. Ή ακόμα από το τι θα σκαρφιστούν για να μετριάσουν τις αρνητικές επιδράσεις οι δαιμόνιους «εθνικοί» λογιστές και δικηγόροι.

Παρόλο που είναι νωρίς για ασφαλή συμπεράσματα ως προς τις τελικές αντιδράσεις των ρωσικών κεφαλαίων, για άλλη μια φορά τίθεται το ερώτημα, κατά πόσο είμαστε σε θέση να συντηρούμε ένα οικονομικό μοντέλο που βασίζεται μονάχα σε τρεις δραστηριότητες (κατασκευές, τουρισμό και χρηματοοικονομικές υπηρεσίες). Με τον τουρισμό να χωλαίνει λόγω πανδημίας και τις κατασκευές να μένουν από καύσιμα, είναι αμφίβολο αν η προσκόλλησή μας στους τομείς αυτούς θα συνεχίσει να είναι βιώσιμη.

*O κ. ΠάνοςΛοΐζου Παρράς είναι οικονομολόγος

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.com.cy

Προσωπικότητες στην ''Κ'': Τελευταία Ενημέρωση