ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Τι εστί θεός;

Έχει δίκιο η Κύπρος να επικαλείται το διεθνές Δίκαιο ως εγγυητή των πολιτικών της θέσεων ή μήπως η επίκληση αυτή είναι ένα είδος προσευχής σε έναν θεό, προστάτη του δικαίου και των υπέρτατων ανθρώπινων αξιών; «Αυτό που προέχει για εμάς που ζούμε στην πόλη δεν είναι η φιλοσοφική κατανόηση της πόλης αλλά η κατανόηση που ως τέτοια ενυπάρχει στην πόλη, στην προφιλοσοφική πόλη, σύμφωνα με την οποία η πόλη είτε θεωρεί τον εαυτό της ως υποχείριο και υποταγμένη στο θείο, με τη συνήθη έννοια του όρου, είτε προσβλέπει σ’ αυτό. Μόνο αν ξεκινήσουμε από αυτό το σημείο θα αντιληφθούμε πληρέστερα τις συνέπειες ενός καίριου ερωτήματος, σύγχρονου με τη φιλοσοφία, παρόλο που οι φιλόσοφοι το αποσιωπούν –quid sit deus (τι εστί θεός)».

Έτσι ολοκληρώνει ο Λέο Στράους (1899-1973) το έργο του «Η πόλη και ο άνθρωπος» (1964), μια σημαντική μελέτη για τον τρόπο κατανόησης της πολιτικής κοινότητας και της πολιτικής στην αρχαία Ελλάδα. Ενώ στα δύο πρώτα μέρη τού έργου του ο Στράους εξετάζει τις θέσεις του Αριστοτέλη και του Πλάτωνα, τη φιλοσοφική δηλαδή θεώρηση της πόλης, στο τρίτο και τελευταίο εξετάζει την προ-φιλοσοφική θεώρηση της πόλης στον Θουκυδίδη. Ο Γερμανοεβραίος φιλόσοφος ισχυρίζεται ότι στην ιστορία του Θουκυδίδη παρουσιάζεται ο τρόπος με τον οποίο οι πολίτες αντιλαμβάνονταν τον εαυτό τους στην καθημερινή τους δράση, σε καιρό ειρήνης και πολέμου. Αυτός ο τρόπος, σχολιάζει ο Στράους, εμπεριέχει την πολιτική αντίληψη του θείου. Συνεπώς, προκειμένου να κατανοήσουμε τον πολιτικό κόσμο όπως τον εννοούσαν οι αρχαίοι, αρκεί να θέσουμε το ερώτημα «τι είναι θεός;» για την πόλη και για τους πολίτες. Έχει σημασία να καταλάβουμε ότι, από τη σκοπιά του Αθηναίου ιστορικού, αυτό το ερώτημα δεν είναι φιλοσοφικό αλλά πολιτικό.

Ο Θουκυδίδης μάς λέει ότι το έργο του είναι ένα μάθημα ες αεί για την πολιτική και τα ανθρώπινα πράγματα. Στην Ξυγγραφή του δεν πολεμούν μεταξύ τους μόνο οι Αθηναίοι και οι Λακεδαιμόνιοι αλλά και τα αξιακά συστήματα που θεμελιώνουν την πολιτική τους ιδεολογία και στηρίζουν ηθικά τους άνδρες και τις γυναίκες τους στις φοβερές συνέπειες του πολυετούς πολέμου. Με άλλα λόγια, την ίδια στιγμή που οι δύο στρατοί μάχονται μέχρι τελικής εξόντωσης ο ένας τον άλλο, ο θεός των Αθηναίων πολεμάει τον θεό των Λακεδαιμονίων. Κι αυτό γιατί ο πόλεμος είναι ένα ολιστικό φαινόμενο, κατά το οποίο συγκρούονται συνολικά οι κοινωνίες με όλες τις υλικές, ηθικές και πνευματικές τους δυνάμεις. Έτσι, οι Σπαρτιάτες παρουσιάζονται να δεσμεύονται από τις συνθήκες με τις άλλες πόλεις, υπό τον φόβο των θεών, εγγυητών των συνθηκών και των όρκων, να είναι θεοσεβούμενοι, να τηρούν τα καθήκοντά τους και τις υποχρεώσεις τους έχοντας «κατά νου τη συνάφεια μεταξύ σωφροσύνης, ευγένειας, δικαιοσύνης και θεϊκού νόμου». Αντίθετα οι Αθηναίοι φαίνονται να παραβιάζουν τους όρκους και να καταπατούν τις συνθήκες, να περιφρονούν το δίκαιο των θεών και να μη τους φοβούνται. Τρανό παράδειγμα κυνισμού και αλαζονείας της πολιτικής της ισχύος, στον διάλογό τους με τους Μηλίους (Ξυγγραφή Ε΄ 84-116) οι Αθηναίοι υπενθυμίζουν ότι «κατά την κρίση των ανθρώπων το δίκαιο λογαριάζεται όταν υπάρχει δύναμη για την επιβολή του και ότι, όταν αυτό δεν συμβαίνει, οι δυνατοί κάνουν ό,τι τους επιτρέπει η δύναμή τους κι οι αδύναμοι υποχωρούν κι αποδέχονται». Σε αυτό οι Μήλιοι αποκρίνονται ότι, ενώ κατανοούν την ανωτερότητα της αθηναϊκής αρμάδας, πιστεύουν ότι οι θεοί θα τους συνδράμουν, επειδή είναι θεοφοβούμενοι και αντιμετωπίζουν άδικους κατακτητές.

Στον Θουκυδίδη επομένως, από τη σκοπιά της πολιτικής ζωής μιας κοινωνίας, θεός είναι ο εγγυητής των υψηλότερων ανθρώπινων αξιών και ιδιαίτερα της ύψιστης αξίας, της δικαιοσύνης. Όποιος έχει το δίκιο με το μέρος του προστατεύεται από τους θεούς. Αυτός που διαπράττει το αδίκημα θα τιμωρηθεί για την ύβρη του να περιφρονήσει το δίκαιο και τη θεία τάξη, ακόμη και εάν ο αντίπαλος χάσει ή αφανιστεί, όπως οι Μήλιοι μετά τον εξανδραποδισμό τους από τους άδικους Αθηναίους. Ο θεός και τα θεία ταυτίζονται με τις αξίες και τις αρχές εκείνες για τις οποίες ζει και πεθαίνει μια πολιτική κοινωνία. Στον βαθμό μάλιστα που, ελλείψει ανώτερης στρατιωτικής δύναμης για την προστασία του δικτύου των διεθνών σχέσεων, οι θεοί είναι οι εγγυητές των όρκων που δίνουν οι πόλεις μεταξύ τους όταν συνάπτουν ειρήνη ή εμπορικές και άλλες συμφωνίες, το θείο δίκαιο εμφανίζεται ως έκφανση του διεθνούς δικαίου. Είναι άραγε μια τέτοια προ-φιλοσοφική κατανόηση της πολιτικής άλογη; Μήπως είναι πιο κοντά στον λόγο η αρχή της ισχύος; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό μπορεί να δοθεί μόνο με ιστορικούς όρους: οι δυσσεβείς Αθηναίοι υπέκυψαν στην αλαζονεία τους και, παρά την αδιαμφισβήτητη δύναμη του στόλου τους, ηττήθηκαν ολοκληρωτικά από τους θεοφοβούμενους Λακεδαιμονίους και τους συμμάχους τους. Ο σπαρτιατικός στόλος δεν έφτασε έγκαιρα για να υπερασπιστεί τη Μήλο. Η φιλία όμως της Σπάρτης ήταν αρκετή για να δώσει την ηθική δύναμη στους Μηλίους να υπερασπιστούν μέχρι θανάτου την ελευθερία τους, αποτελώντας παράδειγμα για την υπόλοιπη Ελλάδα. Ο Πελοποννησιακός Πόλεμος τελείωσε με την απελευθέρωση της Μήλου από τον αθηναϊκό ζυγό και την αποκατάσταση του δικαίου.

Είναι αλήθεια ότι όποιος στον πόλεμο επικαλείται συμμαχίες και συνθήκες είναι σαν να προσεύχεται σε έναν άγνωστο θεό. Τούτο παρόλα αυτά δεν είναι μάταιο, διότι οι συμμαχίες είναι πραγματικές και η στάση απέναντι στις διεθνείς συνθήκες δείχνει τον βαθμό στον οποίο ένα έθνος είναι ευσεβές και πειθαρχημένο ή ασεβές και ανεξέλεγκτο. Η Ευρώπη και η Δύση δεν αντιμετώπισαν με αρκετή επιφύλαξη την κεμαλική Τουρκία, η οποία για σχεδόν έναν αιώνα παρίστανε την ευσεβή δυτικότροπη χώρα. Η μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε ισλαμικό τέμενος έριξε οριστικά τη μάσκα του κεμαλισμού και κατέδειξε σε όλους το πραγματικό πρόσωπο της Τουρκίας. Όσο πιο κατανοητό γίνεται ότι η Τουρκία επιβάλλει στυγνή τυραννία στην ίδια της την κοινωνία και ακολουθεί την πολιτική των κανονιοφόρων απέναντι σε όλους τους υπόλοιπους λαούς, τόσο περισσότερο η Δύση στέκεται δίπλα σε αυτούς που πιστεύουν στο διεθνές Δίκαιο, υποστηρίζοντας έμπρακτα την Κύπρο και το δίκαιο αίτημά της. Με αυτό τον τρόπο, η Δύση και οι λαοί της Ευρώπης στηρίζουν την παγκόσμια τάξη που απορρέει από τις δικές τους αξίες και ιδανικά.

Ο κ. Παναγιώτης Χριστιάς είναι αν. καθηγητής του Πανεπιστημίου Κύπρου και εταίρος του ερευνητικού κέντρου «Ευρωπαϊκές Δυναμικές» του Πανεπιστημίου του Στρασβούργου.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Προσωπικότητες στην ''Κ'': Τελευταία Ενημέρωση