ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Ανάλυση: Κενά ηγεσίας

Ο Πρόεδρος Τραμπ εξακολουθεί να διατυμπανίζει America First!

Kathimerini.gr

Του Μιχάλη Μόσχου

«Αυτή είναι η πρώτη μεγάλη μετα-Αμερικανική κρίση –και όμως το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ δεν ακούγεται πουθενά, το G20 καθοδηγείται από την πετρελαϊκή πολιτική της Σαουδικής Αραβίας, ενώ ο Πρόεδρος Τραμπ εξακολουθεί να διατυμπανίζει America First!- και κατά συνέπεια όλοι εσείς οι υπόλοιποι μόνοι σας! Ταυτόχρονα η παγκόσμια απειλή του κορωνοΐοϋ εντείνεται καθημερινά». Αυτή την ανεξάρτητη δήλωση έκανε στις 8 Απριλίου ο Carl Bildt, μέχρι πρότινος Υπουργός Εξωτερικών της Σουηδίας.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο επιστημονικός κόσμος ανά την υφήλιο κινήθηκε και κινείται με συνεργατικότητα, ταχύτητα, αποτελεσματικότητα. Ο Διεθνής Οργανισμός Υγείας δεν υστέρησε, παρά τις γραφειοκρατικές αγκυλώσεις του και την έλλειψη προνοητικότητας. Αλλά η ευεργετική παγκοσμιοποίηση της ιατρικής και της επιδημιολογίας, συνεπικουρούμενες από την ελεύθερη ανταλλαγή πληροφοριών, δεν συμβαδίζει καθόλου με την παγκοσμιοποίηση εθνικών επιδιώξεων αντιμετώπισης της πανδημίας και οικονομικής σωτηρίας από τον επερχόμενο Αρμαγεδόνα. Το ζωντανό παράδειγμα της διηρημένης Ευρώπης μπροστά στο ψευτο-δίλημμα των «κορονο-ομολόγων», η ανενδοίαστη εκμετάλλευση του από χώρες όπως η Ολλανδία και η Αυστρία για να στηρίξουν εθνικές κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες θα κατατρέχει, όπως φαίνεται, το ‘πείραμα’ της ΕΕ για δεκαετίες ακόμα – εκτός αν η ευέλικτη Αγγλία του Brexit κατορθώσει να ορθοποδήσει οικονομικά πριν την ΕΕ εκδίδοντας πακτωλούς εθνικών χαρτονομισμάτων και δεχόμενη με βρετανικό φλέγμα εκατόμβες θυμάτων και ταυτόχρονη μείωση των περιοριστικών μέτρων προς όφελος της οικονομίας της. Από αυτή την άποψη, η λαίλαπα της πανδημίας μπορεί να επιβάλει κριτήρια επιλογής μεταξύ εθνοκεντρικών και ομοσπονδιακών (communautaire) επιλογών για τις κοινωνίες της Ευρώπης.

Υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι η ΕΕ θα επιβιώσει της θεομηνίας. Η ιστορία της ηπείρου μας για δυόμιση χιλιάδες χρόνια, βασισμένη σε πλειάδα ανάλογων θεομηνιών υπό συνθήκες διαφορετικές, οπωσδήποτε επιστημονικά και τεχνολογικά υποδεέστερες από τις σημερινές, μας δείχνει ότι αυτό θα συμβεί οπωσδήποτε. Αλλά μας επιτρέπει μόνο να αναλογιστούμε τι μας περιμένει: τα τερατώδη μεγέθη των συγκρουσιακών αλλαγών, των οικονομικών στερήσεων και εμποδίων, των ψυχοφθόρων δυναμικών επιβίωσης που καθένας μας θα κληθεί να επιστρατεύσει. Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε αν και πότε θα υπάρξει τέλος. Όπως δεν γνωρίζουμε αν θα ισχύσει το ‘τέλος καλό, όλα καλά’. Η περιπέτεια που διανύουμε δεν θα έχει κατ’ ανάγκη happy ending.

Το γεγονός ότι οι ΗΠΑ του Τραμπ ούτε προσφέρονται ούτε αποτελούν πλέον ηγέτιδα δύναμη του πλανήτη επαναλαμβάνεται συχνά. Η διαπίστωση δεν στηρίζεται μόνο στον επιπόλαιο και ανιστόρητο Πρόεδρο της Αμερικής αλλά και στην παγκοσμιοποίηση του πλανήτη. Οι δυναμικοί διάλογοι που μια ηγέτιδα δύναμη υποχρεούται πλέον να συντηρεί συνεχώς και αδιαλείπτως με άλλες δυνάμεις και γεωπολιτικές συνιστώσες έχουν πολλαπλασιαστεί υπέρμετρα, το global repartee και οι άμεσες συνέπειές του έχουν απογειωθεί στην στρατόσφαιρα των virtual events και των cybernetics. Πρωταρχικό και αδιαμφισβήτητο αποτέλεσμα: κανένας κοινός θνητός δεν μπορεί να πληροφορηθεί ή να γνωρίζει τι πραγματικά συμβαίνει, σε ποιο χρόνο συμβαίνει και ποιούς αφορά. Πρόκειται για την τέλεια και πλήρη αποτροπή υπεύθυνων πολιτών από την ύπαρξη γεγονότων που τούς αφορούν – ίσως πρόκειται για την κατάλυση μιας πλευράς της ιστορικής αλήθειας.

Αλλά αν αυτά τα ερωτήματα ακούγονται κάπως απομακρυσμένα από την καθημερινότητα που καλούμεθα να αντιμετωπίσουμε – ιδιαίτερα εδώ στην Ελλάδα που την οκταετία της εξαντλητικής οικονομικής κρίσης διαδέχτηκε μια αμυδρή αχτίδα φωτός για να σκοτεινιάσει απρόσμενα κάτω από τα βαριά σύννεφα της πανδημίας – οι οικονομικές ‘λύσεις’ που ήδη αποφασίστηκαν δεν εξασφαλίζουν καμία υπέρβαση. Οπως γράφει ο Adam Tooze στο τελευταίο τεύχος του έγκριτου Foreign Policy Review, «η κανονικότητα στην οικονομία δεν πρόκειται να επιστρέψει ποτέ. ... Απλά, δεν υπάρχει ιστορικό προηγούμενο γι αυτό που μας συμβαίνει. Αντιμετωπίζουμε κάτι “καινον υπό τον ήλιον”. Κάτι αφάνταστα τρομακτικό».

Αρκεί μόνο η απαρίθμηση των 205 εκατομμυρίων ανέργων στην Κίνα μέσα στις πρώτες έξι εβδομάδες της πανδημίας, των 100 εκατομμυρίων εργατών που απολύθηκαν τις πρώτες 21 ημέρες της πανδημίας στις Ινδίες με την προοπτική να απολυθούν οι 8 στους 10 εργαζόμενους αμέσως μετά. Οι αιτήσεις επιδόματος ανεργίας στις ΗΠΑ αυξάνονται κατά 3.3 εκατομμύρια την ημέρα και η ανεργία αναμένεται να ξεπεράσει το 30% του εργατικού δυναμικού.
Οι δραματικές συνέπειες κλονίζουν συθέμελα εθνικούς προϋπολογισμούς και οικονομικά μοντέλα ανάπτυξης σε όλο τον πλανήτη.

Οι δυνατές οικονομικές λύσεις που προσφέρονται δεν είναι πολλές: η Federal Reserve ήδη τυπώνει τρισεκατομμύρια δολαρίων για να πιστωθούν σε προσωπικούς, εταιρικούς και δανειακούς λογαριασμούς. Το ίδιο συμβαίνει (μέσα στα μέτρα της Ευρωπαϊκής αμφίθυμης συνομοσπονδίας) και στην ΕΚΤ, παρόλο που τα πρόσθετα 540 δισεκατομμύρια ευρώ διακοινοτικού χρέους παρέχονται μόνο για έξοδα σχετικά με την πανδημία. Αλλά το κοινό ερώτημα που πλανάται πάνω από τις ΗΠΑ και την ΕΕ είναι υπαρξιακό: εάν μεν πρόκειται για χρέος, τότε αυτό το χρέος πρέπει κάποτε είτε να αποπληρωθεί είτε να απομειωθεί πληθωριστικά -πιθανόν και να διαγραφεί (όπως συνέβη με το 49% του εθνικού χρέους της Γερμανίας μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και πριν την συνένωση των δυο Γερμανιών).

Η άλλη λύση, κατά τον Tooze, θα ήταν να δεχθούν τα κράτη τεράστιες χρηματικές πιστώσεις από τις κεντρικές η εθνικές τους τράπεζες – μια διέξοδο που ίσως ήδη ακολουθεί η Τράπεζα της Αγγλίας. Ο μεγάλος αλλά ελεγχόμενος πληθωρισμός που θα ακολουθήσει είναι πάντοτε αναπόφευκτη συνέπεια των μεγάλων πολέμων, των μεγάλων καταστροφών.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οικονομικές λύσεις θα βρεθούν, θα εφαρμοστούν, θα προσαρμοστούν σε πρωτόγνωρες κοινωνικές καταστάσεις. Δύσκολα πάντως θα αντιμετωπίσουν ικανοποιητικά τα υπαρξιακά διλήμματα των πτωχευμένων επιχειρήσεων, τα δράματα των ανέργων οικογενειών, των κατεστραμμένων εισοδημάτων και περιουσιών που χτίστηκαν με εργασία και αυταπάρνηση δεκαετιών. Έχει ήδη αρχίσει να διαμορφώνεται και να ακούγεται τόσο στην Αμερική όσο και στην Ευρώπη η άποψη ότι τα οικονομικά μοντέλα του παρελθόντος δεν αρκούν, ότι χρειάζεται κάτι καινούργιο, κάτι εμπνευσμένο με φαντασία και αίσθημα ιστορικής δικαιοσύνης, χτισμένο με ηγετικό κύρος, με πολιτική ανιδιοτέλεια, με πίστη στις δυνατότητες της ανθρώπινης φύσης. Ο χρόνος που διαθέτει η ανθρωπότητα γι’ αυτή την Αναγέννηση είναι περιορισμένος. Αλλά θέλοντας και μη θα αντιμετωπίσει την δραματική ανάγκη να αναγεννηθεί συλλογικά, παγκόσμια. Λογω της φύσης της πανδημίας, νοσεί ολόκληρος ο πλανήτης και η θεραπεία δεν μπορεί να είναι τμηματική - εάν παραμείνουν θύλακες κορωνοϊού ζωντανοί, τότε σίγουρα θα μολύνουν τους θεραπευμένους. Ο ιός θα ζήσει μαζί μας για πολύ μεγάλο διάστημα, ίσως στο διηνεκές, όπως και ο ιός της γρίπης.

Η αναπόφευκτη αυτή διαπίστωση – αναπόφευκτη διότι απορρέει από την φυσική ανθρώπινη ανάγκη της Αναγέννησης – μας επαναφέρει στο ζήτημα της ηγεσίας. Ηγεσία δεν σημαίνει μόνο πανίσχυρες στρατιωτικές δυνάμεις, εξελιγμένο πυρηνικό οπλοστάσιο, κυριαρχία στο διαδίκτυο και στα cybernetics. Ηγεσία δέν σημαίνει κατ’ ανάγκη κυριαρχία. Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος δημιούργησε τρεις ηγετικές μορφές στήν Ευρώπη: τον νικητή-ηγέτη Τσώρτσιλ, τον εθνικό ηγέτη Ντε Γκώλ, τον ηγέτη των ηττημένων Willy Brandt. Και οι τρεις τους συνέβαλαν αδιαμφισβήτητα στη δημιουργία της μεταπολεμικής, ειρηνικής, δημοκρατικής, ιστορικά δικαιωμένης Ευρώπης – της Ευρώπης του πολιτισμού, των κοινωνικών αξιών και των ατομικών δικαιωμάτων. Μια ανάλογη αναγέννηση καλείται να επιδιώξει η μετα-πανδημική Ευρώπη και οι πολιτικές ηγεσίες της.

Όσο περνούν οι επόμενες εβδομάδες και μήνες, τόσο εντονότερα θα συνειδητοποιούμε αυτή την αδήριτη ανάγκη. Πρέπει να αναγεννηθούμε για να επιβιώσουμε. Όχι μόνο σαν έθνη, σαν κράτη, σαν θεσμοί παιδείας, διακυβέρνησης και δικαιοσύνης αλλά και σαν υπεύθυνοι πολίτες που εντάσσονται και εμπνέουν αυτούς τους θεσμούς. Αρκεί να υποκλιθούμε συναινετικά σε αυτή την υπαρξιακή ανάγκη για να αισθανθούμε την απαραίτητη κενή της διάσταση: πρόκειται για το κενό ηγεσίας που ταλανίζει την Ευρώπη, και γενικότερα τις δημοκρατίες του Δυτικού κόσμου. Χρειαζόμαστε εμπνευσμένους ηγέτες. Χρειαζόμαστε εμπνευσμένους δημοκρατικούς ηγέτες.

Θα τελειώσω με μια απλή διαπίστωση που αφορά την Ελλάδα. Με παγκόσμια κριτήρια, ο ελληνοκεντρικός κόσμος είναι μικρός και μάλλον παραγκωνισμένος. Έχει την κακοτυχία να συνορεύει με την Τουρκία, κράτος μεγάλο, ισχυρό, επιθετικό και εχθρικό απέναντι μας (και όλων σχεδόν των γειτόνων του) για πολλούς αιώνες. Χάρη στην ιστορία της και στην γεωπολιτική της θέση, η Ελλάδα παραμένει ακόμη κάτοχος μιας ελληνοπρεπούς συνείδησης, μιας ιστορικής ταυτότητας, είτε αυτή θεωρείται εθνική μνήμη είτε γλωσσική κληρονομιά – σίγουρα όχι σαν ταύτιση με παρελθόντα μεγαλεία που διηγώντας τα να κλαις... Σε περιόδους μεγάλων κρίσεων, αυτή η εθνική ταυτότητα μιλάει από μόνη της, κραυγάζει ή διαλαλεί την οντότητα της. Αυτή η εθνική ταυτότητα προσφέρει το τελευταίο ενεργό, δημιουργικό κατάλοιπο που μας συμπαρίσταται. Αποτελεί μέγιστη ελπίδα, μέγιστη προσδοκία και δύναμη αναγέννησης το αδιαμφισβήτητο πλέον γεγονός ότι η χώρα διαθέτει έναν ηγέτη.

*Ο Μιχάλης Μόσχος είναι φιλόλογος-Ιστορικος, Μ.Α., Μ.Phil. Columbia University

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση