ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Αργεί η ωρίμανση της αγοράς βιολογικών προϊόντων στην Κύπρο

O αριθμός των βιοκαλλιεργητών που ασχολείται με την πρωτογενή παραγωγή έφθασε τους 1,282, από 45 το 2002

ΚΥΠΕ

Αργεί η ωρίμανση της αγοράς βιολογικών προϊόντων στην Κύπρο, σύμφωνα με διάφορους εμπλεκόμενους, 17 χρόνια μετά που η σχετική νομοθεσία για τη βιολογική παραγωγή τέθηκε σε ισχύ. Η κυπριακή καλλιέργεια και παραγωγή βιολογικών προϊόντων παρουσιάζει ανοδική πορεία τα τελευταία χρόνια, ωστόσο η προσφορά παραμένει ακόμα σε χαμηλό επίπεδο με αποτέλεσμα η ψαλίδα στην τιμή βιολογικών και συμβατικών προϊόντων να είναι σε επίπεδα πολύ ψηλότερα σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη.

Ο Γιώργος Κύρρης Λειτουργός Επιθεώρησης Προϊόντων Α’ στο Τμήμα Γεωργίας, ανέφερε στο ΚΥΠΕ ότι το 2018 ο αριθμός των βιοκαλλιεργητών που ασχολείται με την πρωτογενή παραγωγή έφθασε τους 1,282, από 45 το 2002, με συνολική έκταση 56,082 δεκάρια, ποσοστό που αντιστοιχεί στο 4,5% της συνολικής καλλιεργούμενης έκτασης.

Όπως ανέφερε, το αντίστοιχο ποσοστό του συνόλου των 28 κρατών μελών της ΕΕ ανέρχεται στο 7,3% της συνολικής καλλιεργούμενης έκτασης σε όλη την Ευρώπη. «Θεωρούμε ότι είμαστε αρκετά ψηλά διότι στις χώρες της Ευρώπης οι περισσότερες εκτάσεις αποτελούνται από βοσκότοπους, των οποίων η διαχείριση είναι πάρα πολύ απλή και δεν χρειάζεται οποιαδήποτε καλλιεργητική φροντίδα που να διέπεται από τους κανόνες της βιολογικής παραγωγής», εξήγησε.

Τα κυριότερα βιολογικά προϊόντα που παράγονται στην Κύπρο είναι σιτηρά, ελιές, σταφύλια, λαχανικά και φρούτα, μεταξύ άλλων.

Σύμφωνα με τον κ. Κύρρη, «υπάρχει μια ανοδική πορεία όσον αφορά τη βιολογική παραγωγή στην Κύπρο τα τελευταία χρόνια. Οι παραγωγοί έχουν και οικονομικό όφελος μέσω του προγράμματος αγροτικής ανάπτυξης με τις επιδοτήσεις τις οποίες λαμβάνουν, αλλά αυτό δεν είναι το μόνο τους κίνητρο. Πιστεύουν σε αυτό που κάνουν και αυτό φαίνεται από τα αποτελέσματα των ελέγχων και των χημικών αναλύσεων που πραγματοποιούμε».

Ανέφερε δε ότι αυξάνεται ο αριθμός των καταστημάτων που πωλούν εξειδικευμένα βιολογικά προϊόντα. Σε ό,τι αφορά τις τιμές στη λιανική αγορά στην Κύπρο, σημείωσε πως είναι λίγο ψηλές σε σχέση με την Ευρώπη. Συγκεκριμένα, στην Ευρώπη τα βιολογικά προϊόντα είναι περίπου 20-25% πιο ακριβά από τα αντίστοιχα συμβατικά, ενώ στην Κύπρο σε αρκετές περιπτώσεις οι τιμές τους είναι και κατά 100% ψηλότερες από τις τιμές των συμβατικών. «Ο λόγος είναι η μικρή προσφορά. Υπάρχουν εισαγόμενα όμως δεν κατάφεραν να ρίξουν τις τιμές. Η αγορά μας δεν έχει ωριμάσει», συμπλήρωσε.

Εκτίμησε, καταλήγοντας, ότι η αγορά σε κάποια φάση θα ωριμάσει και οι τιμές θα διαμορφωθούν αναλόγως, ωστόσο αυτό δεν είναι κάτι που αναμένεται να γίνει σύντομα, αλλά σε βάθος χρόνου.

Σύμφωνα με τον Σύνδεσμο Βιοκαλλιεργητών, οι τιμές των βιολογικών προϊόντων παρουσιάζουν αυξομειώσεις ανάλογα με την περίοδο και με την παραγωγή. Ελλείψεις παρατηρούνται συνήθως στην ντόπια παραγωγή φρέσκων λαχανικών.

«Λόγω μεγεθών των κλήρων στα τεμάχια, που είναι πάρα πολύ μικρά σε σύγκριση με άλλων χώρων, δεν μπορούν να υπάρξουν οικονομίες κλίμακας και σε συνδυασμό με τη χαμηλή ζήτηση στα βιολογικά προϊόντα δεν μπορεί ο παραγωγός να επικεντρωθεί σε λίγες ποικιλίες με μεγάλες ποσότητες», εξήγησε στο ΚΥΠΕ ο Γραμματέας του Συνδέσμου Χάρης Χριστοφόρου.

Η Σταύρη Σπυριδάκη, εκπρόσωπος του Τμήματος Μάρκετινγκ της Sana Investments, εταιρεία η οποία κατέχει μεγάλο μερίδιο στη χονδρική και λιανική αγορά βιολογικών προϊόντων στην Κύπρο, ανέφερε στο ΚΥΠΕ ότι τα εισαγόμενα προϊόντα αποτελούν το 90% της συνολικής προσφοράς βιολογικών προϊόντων στην Κύπρο.

Κύριες χώρες εισαγωγής βιολογικών προϊόντων είναι η Ελλάδα, η Γερμανία, η Ιταλία, η Ολλανδία, η Ισπανία και το Ηνωμένο Βασίλειο.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της εταιρείας, τα βιολογικά προϊόντα είναι κατά 20-40% ακριβότερα σε σχέση με τα αντίστοιχα συμβατικά, ενώ το βιολογικό κρέας είναι μέχρι και 80% ακριβότερο σε σχέση με το συμβατικό. Πολύ πιο ακριβό είναι το βιολογικό κοτόπουλο, η παραγωγή του οποίου είναι μονοπώλιο στην Κύπρο. Η κ. Σπυριδάκη σημείωσε ότι είναι σημαντικό το κράτος να βοηθήσει ώστε να αυξηθούν οι παραγωγές των βιολογικών, διαδικασία που, όπως υπέδειξε, είναι πιο φιλική προς το περιβάλλον εάν ληφθεί υπόψιν το περιβαλλοντικό «αποτύπωμα» που αφήνει η διαδικασία της εισαγωγής τέτοιων προϊόντων από το εξωτερικό.

Η εταιρεία εκτιμά ότι θα χρειαστούν ακόμα δέκα χρόνια για να ωριμάσει η αγορά βιολογικών προϊόντων στην Κύπρο.

«Όσο περνούν τα χρόνια αυξάνεται το καταναλωτικό κοινό που προτιμά τα βιολογικά», είπε. Σήμερα το ποσοστό των καταναλωτών που αγοράζει βιολογικά προϊόντα κυμαίνεται μεταξύ 2% και 5%. Οι καταναλωτές αγοράζουν κυρίως φρούτα και λαχανικά, γαλακτοκομικά, παιδικές τροφές, σνακ δημητριακά πρωινού.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

ΚΥΠΕ

Οικονομία: Τελευταία Ενημέρωση

X