ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Ξεκίνησε ο πόλεμος στις τράπεζες

Η ιστορία έδειξε πως όταν η ΕΤΥΚ αντιμετωπίζει κάθε τράπεζα ξεχωριστά ικανοποιούνται τα αιτήματά της - Στάσεις εργασίας από αύριο

Του Παναγιώτη Ρουγκάλα

Του Παναγιώτη Ρουγκάλα

Ο πόλεμος των συντεχνιών και της ΕΤΥΚ κατά των κυπριακών τραπεζών, πρώην τραπεζών και εταιρειών πληρωμών μέσω καρτών, ξεκίνησε. Μετά από ένα ήρεμο –ομολογουμένως- έτος με τις συντεχνίες και την εργοδοτική πλευρά να μην έχουν ακόμα υπογράψει τις συλλογικές συμβάσεις, ήταν μαθηματικώς βέβαιο πως η ατμόσφαιρα θα ηλεκτριζόταν. Από τη μια, η ΕΤΥΚ θα κατέλθει την Πέμπτη σε δίωρη στάση εργασίας στην JCC, ενώ την Παρασκευή θα προχωρήσει σε εικοσιτετράωρη στάση εργασίας στην Ελληνική Τράπεζα. Από την άλλη, ΣΕΚ και ΠΕΟ εξήγγειλαν στάση εργασίας την προσεχή Δευτέρα, αν ΚΕΔΙΠΕΣ και Altamira δεν προχωρήσουν στην υπογραφή νέας συλλογικής σύμβασης. Ήταν αναμενόμενο πως η ένταση μεταξύ των δύο πλευρών θα ξεσπούσε, αφού από το τέλος του 2017, που έληξαν όλες οι συλλογικές συμβάσεις μεταξύ τραπεζών, δεν έχουν ακόμα ανανεωθεί.

Ωστόσο, με την καλή θέληση των τραπεζών και με υποδείξεις της υπουργού Εργασίας Ζέτας Αιμιλιανίδου, δόθηκαν προσαυξήσεις, ΑΤΑ και όλα τα ζητούμενα από τις συντεχνίες για το 2018. Για το 2019 όμως, οι τράπεζες δεν έχουν ακόμα παραχωρήσει τα παραπάνω και οι σχέσεις παραμένουν τεταμένες. Παράλληλα, ενώ αναμενόταν οι τράπεζες (τουλάχιστον έτσι είχε διαρρεύσει παρασκηνιακά) να δημιουργήσουν ένα ενιαίο μέτωπο για να αντιμετωπίσουν τα «θέλω» των συντεχνιών με απώτερο σκοπό να υπογραφούν συλλογικές συμβάσεις που να είναι βάσει των «θέλω» των τραπεζών, δεν διαφαίνεται εφικτό στην παρούσα φάση. Το νέο μέτωπο που έχει δημιουργηθεί είναι της Ελληνικής Τράπεζας μαζί με την Astrobank και την AlphaBank. Η Τράπεζα Κύπρου, που όπως είχε διαρρεύσει θα ήταν στο ίδιο στρατόπεδο με τις παραπάνω τράπεζες, φαίνεται να έχει βάλει «νερό στο κρασί» της και να διανύει μία καλή περίοδο με την ΕΤΥΚ. Όπως είναι εις θέση να γνωρίζει η «Κ», μεταξύ της Τράπεζας της Αγίας Παρασκευής και την ΕΤΥΚ υπάρχει καλό κλίμα και αλληλοκατανόηση και δεν πρόκειται να αλλάξει κάτι επ’ αυτού, τουλάχιστον στο άμεσο μέλλον. Μην ξεχνάμε πως στην Τράπεζα Κύπρου «τρέχει» τη δεδομένη στιγμή ένα Σχέδιο εθελούσιας εξόδου που είναι προϊόν διαλόγου με τη συντεχνία.

Όσον αφορά δε τα των συλλογικών συμβάσεων και της υπογραφής του νέου, τα δύο μέρη βρίσκονται σε διαβουλεύσεις, άρα φαντάζει απίθανο να έλθουν σε ρήξη. Η Ελληνική Τράπεζα όμως είναι πλέον σε «ανοιχτό πόλεμο» με τη συντεχνία και δεν φαίνεται, τουλάχιστον στο παρόν στάδιο, να έχει ως σύμμαχό της την μεγαλύτερη τράπεζα του νησιού που έχει και τους περισσότερους υπαλλήλους. Η Ελληνική δε ανακοίνωσε τη Δευτέρα την πρόθεσή της να δώσει οριζόντιες αυξήσεις της τάξης του 2% σε όλους τους υπαλλήλους της, ενώ την ίδια ώρα η αύξηση να φτάνει για τον κάθε ένα μέχρι και στο 7% αναλόγως της απόδοσης και της αξιολόγησής του. Ήταν το ίδιο Σχέδιο επιβράβευσης των υπαλλήλων της που είχε πρόθεση να εισάξει και η Τράπεζα Κύπρου μετά το 2017. Ωστόσο, η ΕΤΥΚ δεν συμφώνησε και δεν προχώρησε η τράπεζα. Η ιστορία πάντως έδειξε πως όταν η ΕΤΥΚ αντιμετωπίζει κάθε τράπεζα ξεχωριστά ικανοποιούνται τα αιτήματά της. Το ίδιο έγινε –έστω και βραχυπρόθεσμα- με την Τράπεζα Κύπρου, το ίδιο ενδεχομένως να γίνει και αυτή τη φορά με την Ελληνική και τις μικρότερες τράπεζες.

Απολύουν στο εξωτερικό

Την ίδια ώρα τράπεζες όπως η HSBC, Deutche Bank, αλλά και μεγάλες αμερικανικές τράπεζες είναι έτοιμες να βγάλουν ως πλεονάζον προσωπικό 200 χιλιάδες τραπεζοϋπαλλήλους. Τραπεζικές πηγές εκτιμούν πως η μεγιστοποίηση των απαιτήσεων από τις συντεχνίες μπορεί βραχυπρόθεσμα να φέρει θετικά αποτελέσματα, αλλά σε βάθος πενταετίας θα φέρει αρνητικά.

«Εκτός», όπως σχολιάζουν, «αν συντεχνίες και ΕΤΥΚ αντιλαμβάνονται πως σε βάθος χρόνου ο τραπεζικός τομέας θα σμικρυνθεί πάρα πολύ και προσπαθούν να λάβουν όσα περισσότερα μπορούν μέχρι να επέλθουν οι μεγάλες αλλαγές που δεν θα μπορούν να τις αντιμετωπίσουν». Αναλυτές εκτιμούν πως σε 10 χρόνια ο τραπεζικός τομέας θα έχει αλλάξει ριζικά και το τραπεζικό μοντέλο που γνωρίζουμε δεν θα είναι σε καμία περίπτωση ίδιο με το υφιστάμενο. Μεγάλο ρόλο σε αυτή την αλλαγή έχει να παίξει η ψηφιακή μεταμόρφωση των τραπεζών, που ήδη έχει κάνει την εμφάνισή της.

Σε βάθος 5-10 χρόνων ο ανταγωνισμός δεν θα είναι μεταξύ της Τράπεζας Κύπρου και της Ελληνικής, αλλά μεταξύ αυτών και της Google, της Apple, της Amazon και άλλων κολοσσών, οι οποίοι δεν θα διέπονται από συλλογικές συμβάσεις. Πόσω μάλλον, διότι οι υπάλληλοι θα είναι περισσότερο τεχνολογικά, παρά χρηματοοικονομικά καταρτισμένοι. Ο αριθμός των εργαζομένων στις τράπεζες της Ευρώπης στα τέλη του 2018 έπεσε στα 2,6 εκατ. από 2,7 εκατ. το 2017, ενώ δέκα χρόνια προηγουμένως, το 2008, οι τραπεζοϋπάλληλοι στην ΕΕ ήταν 3,2 εκατ.

Υποδείξεις από SSM

Ο Πρόεδρος του Εποπτικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (SSM), Andrea Enria κατέστησε σαφές στη συνέντευξη που παραχώρησε στην «Καθημερινή Κύπρου» πως «και στην Κύπρο, η ψηφιοποίηση θα μπορούσε να συμβάλει σημαντικά τόσο στην ενίσχυση της αποδοτικότητας και, συνεπώς, της κερδοφορίας των τραπεζών όσο και στη μείωση του πλεονάζοντος δυναμικού. Είπε πως «οι επενδύσεις σε πληροφοριακά συστήματα και στην ψηφιοποίηση είναι επίσης αναγκαίες για τη βελτίωση των εσωτερικών διαδικασιών και την παροχή ευνοϊκότερου περιβάλλοντος αλληλεπίδρασης με τους πελάτες». Σχετικά με την κερδοφορία, ο ισχυρός άνδρας του SSM τόνισε ότι οι πιο κερδοφόρες τράπεζες στην Ευρώπη έχουν δύο κοινά χαρακτηριστικά, την υψηλή αποδοτικότητα ως προς το κόστος και δεύτερον, την εντατική χρήση της σύγχρονης τεχνολογίας. Υπογράμμισε στη συνέχεια ότι «η ψηφιοποίηση των τραπεζικών υπηρεσιών είναι μια ευκαιρία για βελτίωση της κερδοφορίας και αν οι τράπεζες δεν συμβαδίσουν με την ψηφιοποίηση στον τομέα, θα αντιμετωπίσουν κίνδυνο απώλειας μεριδίου της αγοράς, καθώς θα τις συναγωνίζονται άλλες πιο αποδοτικές τράπεζες και νέοι ανταγωνιστές με έμφαση στη χρηματοοικονομική τεχνολογία».

Ερωτηθείς δε, σχετικά με το προσωπικό των κυπριακών τραπεζών, ανέφερε ότι «οι κυπριακές τράπεζες έχουν ήδη καταβάλει σημαντικές προσπάθειες για να μειώσουν το προσωπικό και το μέγεθος του δικτύου των υποκαταστημάτων τους, όμως χρειάζονται και άλλες προσπάθειες προκειμένου να επιλυθεί πλήρως το ζήτημα του πλεονάζοντος δυναμικού. Είχε καταλήξει με το εξής: «Η αντιμετώπιση των πιέσεων στα περιθώρια κέρδους θα απαιτήσει τη συνεχή μείωση του κόστους (μεταξύ άλλων, μέσω της προσαρμογής των επιχειρηματικών μοντέλων), την αναθεώρηση των οργανωτικών δομών και την ταχεία υιοθέτηση νέων τεχνολογιών».

Από τα παραπάνω εξάγεται το συμπέρασμα πως αναμένονται μεγάλες τομές στον κυπριακό τραπεζικό τομέα μέσα στην επόμενη πενταετία, όχι μόνο γιατί είναι η «τάση του κλάδου», αλλά γιατί θα είναι ο μόνος τρόπος ώστε να γίνουν βιώσιμες. Εάν δεν αλλάξουν το μοντέλο τους, τότε αναπόφευκτα θα έχουν να αντιμετωπίσουν άλλες τράπεζες και μη, συρρικνώνοντας τη λειτουργία τους και τελικά να οδηγηθούν σε κλείσιμο. Το να αλλάξει το μοντέλο μιας –κυπριακής ειδικά- τράπεζας είναι ένα εγχείρημα που χρειάζεται χρόνο, πόρους και χρήμα. Μπορεί οι κυπριακές τράπεζες να επέστρεψαν στα κέρδη από τα μέσα του 2018, ωστόσο θα πρέπει να επενδύσουν για την ψηφιακή τους ανέλιξη και για την βιωσιμότητά τους, εν γένει.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Του Παναγιώτη Ρουγκάλα

Οικονομία: Τελευταία Ενημέρωση