ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Γιατί όλοι θέλουν να γίνουν Πρόεδροι;

Ρεκόρ υποψηφιοτήτων αναμένεται για τις προεδρικές εκλογές του 2023, ενώ η ισχύς των κομμάτων έχει αλλάξει άρδην

Του Γιάννη Ιωάννου

Του Γιάννη Ιωάννου

Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα ποιοτικά χαρακτηριστικά των προεδρικών του 2023 είναι ο συνολικός αριθμός των υποψήφιων που θα τρέξουν για το χρίσμα του Προέδρου της Δημοκρατίας. Σε σχέση με τις αντίστοιχες εκλογές του 2013 (σ.σ. συνολικά 11 υποψήφιοι) και του 2018 (σ.σ. συνολικά 9 υποψήφιοι) ο αριθμός, υπό διαμόρφωση, στην παρούσα φάση, δείχνει να σημειώνει ρεκόρ, ακολουθώντας μια αυξητική τάση που παρατηρείται παγκοσμίως στα προεδρικά συστήματα, η ερμηνεία της οποίας έχει και ιστορικό ενδιαφέρον αλλά και ξεχωριστή σημασία για το πώς διαμορφώνεται η πολιτική στην εποχή μας. Όταν στο μακρινό 1988, στην άλλη πλευρά του κόσμου, στις ΗΠΑ, επτά υποψήφιοι των Δημοκρατικών ανταγωνίζονταν για το χρίσμα του υποψηφίου σ’ ένα προεδρικό σύστημα με σταθερό δικομματισμό (Δημοκρατικοί Vs Ρεπουμπλικάνοι) η τάση για αύξηση του ενδιαφέροντος καταγράφονταν εμφατικά. Έμειναν μάλιστα στην ιστορία και ως «οι επτά νάνοι» από τη γνωστή ατάκα των αντίπαλων Ρεπουμπλικάνων για να φτάσουμε ωστόσο στις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ του 2020, όταν οι Δημοκρατικοί έπρεπε να διαλέξουν υποψήφιο μεταξύ… 24 ανθρώπων. Βέβαια για σκοπούς ακρίβειας τα προεδρικά συστήματα σε ΗΠΑ και Κύπρο δεν μπορούν να συγκριθούν με απόλυτους όρους. Δείχνουν ωστόσο τι έχει αλλάξει, μια τάση αύξησης όσων θέλουν να κατέβουν Πρόεδροι που συμβαίνει παγκοσμίως.

Τι έχει αλλάξει

Αυτό που έχει αλλάξει, και στην Κύπρο, τα τελευταία χρόνια είναι η ισχύς των κομμάτων. Η υποχώρησή τους εδράζεται σε τέσσερα πεδία που αλλάζουν άρδην όχι μόνο τον προεκλογικό αλλά και τον τρόπο με τον οποίο κάποιος τρέχει μια καμπάνια στον 21ο αιώνα:

● Η υποχώρηση των παραδοσιακών ΜΜΕ έναντι των μέσων κοινωνικής δικτύωσης (ΜΚΔ). Κανείς δεν χρειάζεται πλέον την τηλεόραση ή το ραδιόφωνο όσο τις πλατφόρμες του Facebook ή του Instagram. Η τάση σημειώνεται και στην Κύπρο όπου η αλλαγή χεριών σε σελίδες υποστηρικτών υποψηφίων στο Facebook προκαλεί πολιτική αντιπαράθεση και όπου τα trolls & τα bots έχουν μέρος στον προεκλογικό

● Η πολιτική φιλοδοξία. Η οποία πλέον δεν υπάγεται σε κριτήρια κομματικής καθαρότητας ή ένταξης. Στην Κύπρο ήδη μετρούμε υποψηφιότητες όπως αυτές των κ.κ. Δημητριάδη, Χριστοφίδη και Πρωτοπαππά που προέρχονται από επιτυχημένες πορείες στους τομείς τους αλλά και ανεξάρτητη υποψηφιότητα, όπως αυτή του κ. Χριστοδουλίδη, που ωστόσο δεν απεμπολεί την κομματική της προέλευση.

● Η κομματική διαίρεση. Η οποία στην Κύπρο συνδέεται άρρηκτα με την προσωπική πολιτική φιλοδοξία μιας και οι προεδρικές είναι διαχρονικά εκλογές στήριξης κομμάτων προς υποψηφίους. Τα κόμματα, όπως και διεθνώς, τείνουν πλέον να γίνουν «μετα-μονολιθικοί» οργανισμοί και εδώ ακριβώς εμφανίζεται και η διεθνής τάση στην Κύπρο: Oι προεδρικές εκλογές του 2023 είναι εκλογές υποψηφίων που όλοι θα «πάρουν» ή θα «κόψουν» από όλα τα κόμματα και τέλος

● Η χρηματοδότηση. Πλέον η κλασική χρηματοδότηση κομμάτων και Πολιτείας προς τους υποψηφίους αλλάζει διεθνώς λόγω της εξεύρεσης ιδίων πόρων ή του fundraising, τακτική που βλέπουμε να εφαρμόζεται πλέον εκτενώς και στην Κύπρο.

Ρεκόρ υποψηφίων

Το σκηνικό των προεδρικών του 2013 και του 2018 είχε μεν πολλούς υποψήφιους αλλά ως κύριους πρωταγωνιστές τις πανομοιότυπες τριανδρίες των Αναστασιάδη - Μαλά - Λιλλήκα και την ίδια σύνθεση με την προσθήκη του κ. Παπαδόπουλου στη δεύτερη περίπτωση. Το 2023 η σημαντική διαφοροποίηση που προκύπτει είναι πως πέραν των βασικών υποψηφίων (Νεοφύτου, Μαυρογιάννης, Χριστοδουλίδης) μέχρι στιγμής προκύπτουν υποψηφιότητες που:

● Είναι αξιόλογες και ξεφεύγουν από το φάσμα της «πολιτικής φαιδρότητας» ανεξαρτήτων υποψηφίων άλλων εποχών.

● Μπορούν να έχουν εκλογική διείσδυση σε όλο το εύρος, ιδεολογικά και πολιτικά, των κυρίαρχων υποψηφιοτήτων σε επίπεδο κομματικής προτίμησης.

● Καθιστούν, αναλόγως απόδοσης, δυνητικά τον πρώτο γύρο αλλά και τη διαδικασία στήριξης υποψηφίου στον δεύτερο ως αρκετά ενδιαφέρουσες διαδικασίες.

Συνεπώς οι υποψηφιότητες των κ.κ. Δημητριάδη, Ηλιάδη, Χριστοφίδη και Πρωτοπαππά, όπως και των κ.κ. Κολοκασίδη και Χρίστου λόγω του αμιγώς αντι-ομοσπονδιακού τους προφίλ, δημιουργούν μια διαδικασία κατακερματισμού του πολιτικού σκηνικού από την οποία προκύπτουν νέα δεδομένα όπως 1) η κατάτμηση των ποσοστών των υποψηφίων που θα περάσουν στον δεύτερο γύρο. Μια τάση που κυριαρχεί στην ανάλυση είναι πως οι δύο υποψήφιοι που θα περάσουν στον δεύτερο γύρο δεν θα το κάνουν με τα ποσοστά άλλων εποχών 2) τη μετακίνηση μέρους της χαλαρής ψήφου ή των αναποφάσιστων του εκλογικού σώματος που στην παρούσα φάση δεν εκδηλώνονται μέσω των δημοσκοπήσεων ή γενικά 3) την χωρίς ορθολογιστικά κομματικά κριτήρια προτίμηση ψήφου, που αναπόφευκτα στον δεύτερο γύρο θα πρέπει να σχηματοποιηθεί αναλόγως σεναρίου (υποψήφιος ΔΗΣΥ ή ΑΚΕΛ Vs «ανεξάρτητου» ή υποψήφιος ΔΗΣΥ Vs υποψήφιος ΑΚΕΛ) και 4) την εξέταση με πραγματικούς όρους, ως προς τα όρια του πολιτικού συστήματος στην Κύπρο, διείσδυση υποψηφίων χωρίς ισχυρή κομματική στήριξη.

Το τελευταίο δεδομένο, φυσικά για σκοπούς σύγκρισης με τις προεδρικές του 2013 και του 2018, αποκτά ξεχωριστό ενδιαφέρον ως προς την ανάλυση, μιας και οι αντίστοιχοι ανεξάρτητοι υποψήφιοι λάμβαναν ποσοστά που εκτείνονταν μεταξύ του 0,05% (213 ψήφοι παγκύπρια για τον Λουκά Σταύρου, το 2013) και του 0,10% (391 ψήφοι παγκύπρια για τον Χριστάκη Καπηλιώτη, το 2018). Ποσοστά δηλαδή άνευ πολιτικής ουσίας.

Πρόοδος η πολυφωνία

Μπορεί το σκηνικό των προεδρικών του 2023 να παραμένει κατακερματισμένο, αλλά από την εποχή της πρωτοκαθεδρίας Μακαρίου (1960-1977), που εκλέγονταν ουσιαστικά χωρίς ανθυποψήφιο, μέχρι την εποχή που οι υποψήφιοι, συνολικά, για το χρίσμα του Προέδρου κατεβάζουν… ποδοσφαιρική εντεκάδα (με αλλαγές) κύλησε αρκετό νερό στον μύλο της Δημοκρατίας στην Κύπρο. Στα προεδρικά συστήματα και στη μελέτη των κομμάτων στις εκλογές (electoral politics) η ύπαρξη πολλών και αξιόλογων υποψηφίων είναι ένδειξη πολυφωνίας που δίνει μεγαλύτερα όρια πολιτικής επιλογής στο εκλογικό σώμα. Ιδίως σε εποχές που η αποχή (αυξητική τάση στην Κύπρο με 28,12% και 26,03% αντίστοιχα στους δύο γύρους προεδρικών, το 2018) σαρώνει, η ύπαρξη υποψηφιοτήτων πέραν των mainstream λειτουργεί υπέρ της συμμετοχικότητας. Στην Κύπρο βέβαια καταγράφονται ακόμη ως προβληματικά δύο στοιχεία. Η απουσία ισχυρών υποψηφιοτήτων γυναικών και φυσικά το κυνικό αλισβερίσι μεταξύ πρώτου και δεύτερου γύρου, που γίνεται πάντα στη λογική των οφίτσιων έναντι των προγραμματικών θέσεων.

Η ύπαρξη πολλών υποψηφίων, ωστόσο, στις προσεχείς προεδρικές εκλογές θα δοκιμάσει την αντοχή των κομμάτων που βρίσκονται ήδη εντός του πεδίου διασπαστικών δυναμικών (εμφανές σε ΔΗΣΥ, ΔΗΚΟ και ΕΔΕΚ με έντονο τρόπο) ή πολιτικής υποχώρησης (εμφανές στο ΑΚΕΛ τα τελευταία χρόνια) και μπορεί υπό προϋποθέσεις να κρίνει και την εκλογική διαδικασία του δεύτερου γύρου, αν πάμε σε ένα σκηνικό με οριακά στοιχεία το βράδυ της καταμέτρησης. Είναι μια τάση όμως, σε κάθε περίπτωση, διαμορφωτική επί του πολιτικού συστήματος στην Κύπρο που ήλθε ωστόσο για να μείνει. Τέλος, όπως οι βασικοί υποψήφιοι θα κριθούν για την αξιοπιστία και ακολουθία τους, έτσι και οι «μικρότεροι» θα δοκιμάσουν τα όρια ωρίμασης του πολιτικού μας συστήματος με κυριότερο αν υπάρχει όντως εκλογική δύναμη πέραν του κυνισμού των κομμάτων. Και ανεξαρτησία που μελλοντικά θα δύναται να εκλέξει, στην Κύπρο, υποψήφιους πέραν των παραδοσιακών κομμάτων.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Του Γιάννη Ιωάννου

Πολιτική: Τελευταία Ενημέρωση