ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Eίναι η ποίηση φωταγωγός ή φρέαρ ή λαγούμι;

Η εκφραστική διάσταση της τέχνης ως κίνηση ενδοσκόπησης και εξωτερίκευσης των μύχιων του καλλιτέχνη

Kathimerini.gr

ΤΟΥ ΑΛΕΞΙΟΥ ΜΑΪΝΑ*

Δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην είναι λίγο ή πολύ αποκλεισμένος έξω από τον εαυτό του. Xωρίς καν να το αντιλαμβάνεται. Η συνείδησή μας, το βλέμμα στον ψυχικό μας χώρο, δεν διαφέρει τόσο από το βλέμμα ενός ανθρώπου που κατηφορίζει το πεζοδρόμιο και ρίχνει μια ματιά απ’ το παράθυρο στο εσωτερικό του δωματίου όπου βρισκόμαστε. Λόγω αυτής της εξωτερικής ματιάς και ελλιπούς πρόσβασης στον εαυτό μας, διαρκώς εκλογικεύουμε, αναζητώντας γύρω μας τα αίτια της εσωτερικής κατάστασης και των επιλογών μας. Τα πράγματα έξω είναι παρατηρήσιμα – έτσι προσδίδουμε σ’ αυτά πολύ μεγαλύτερη υπαιτιότητα για οτιδήποτε μας συμβαίνει εσωτερικά.

Ωρίμανση και φιλοσοφία συνδέονταν πάντοτε με την επιδίωξη μεγαλύτερης αυτογνωσίας. Πέραν του πράττειν, η βασιλική οδός για την επίτευξή της ήταν ανέκαθεν η τέχνη.
Ειδικά ο ποιητής χρησιμοποιεί τον κόσμο ως στηθοσκόπιο για να καταλάβει τον εαυτό του. Οι ποιητές «σκάβουν ορύγματα για να βρουν το φως τους», απολογίζει ο Γιάννης Κοντός, που ονομάζει το ποίημα και «φωταγωγό» ή «φρέαρ» ή «λαγούμι». Αν η τέχνη διαφέρει όντως σε κάτι από άλλες δραστηριότητες, τότε ο πυρήνας της πρέπει να βρίσκεται ένθεν των αλλαγών που επιφέρει. Και τις επιφέρει όντως, παρόλο που η κακή της φήμη και οι αυτοσαρκασμοί των ποιητών το αρνούνται. Είναι όμως άλλο το «γιατί» ως πρωτογενής ροπή του καλλιτέχνη, και άλλο το «προς τι» ως στόχος ή δυνατότητα αξιοποίησης της τάσης αυτής.

Η εκφραστική διάσταση της τέχνης μοιάζει να είναι πρωτογενώς μια κίνηση ενδοσκόπησης και εξωτερίκευσης των μύχιων του καλλιτέχνη, και μόνο δευτερευόντως μια κίνηση επικοινωνίας και απεύθυνσης προς άλλους, για να αποκαλυφθεί και σ’ εκείνους και να τους εμπνεύσει. «Πεδίο αυτοπαρατήρησης» ονομάζει την ποίηση ο φιλόσοφος Σέλινγκ. Τη στιγμή πάλι, κατά την οποία το δευτερογενές προτάσσεται, αρχίζει η επικοινωνιακή και κοινωνική λειτουργία της δημιουργίας. Και εντέλει η δυνατότητα εργαλειοποίησής της. Η αφετηρία της τέχνης μοιάζει να είναι ιδιωτική, μια προ-κοινωνική ανάγκη, μια έκπληξη του υποκειμένου μπροστά σ’ αυτό που καταθέτει, ένα θέατρο για έναν. Το τελικό στάδιο άνθησης και παρακμής της είναι η προσάρτηση της αισθητικής από την κατήχηση.

Ο Κοντός γράφει: «Η λογοτεχνία δεν είναι πολιτικό κόμμα για να έχει όραμα και πρόγραμμα. Το όραμα του δημιουργού είναι η δουλειά που κάνει μόνος με τον εαυτό του». «Με τα γραπτά του προσπαθεί να ερμηνεύσει τον εαυτό του – και τον κόσμο». Αν λοιπόν η τέχνη εκκινεί από μια τάση ορατοποίησης του μη παρατηρήσιμου ενδοκόσμου, τότε ένα μέρος του τρόπου που αυτό συντελείται πρέπει να προηγείται των συνειδητών μορφικών και περιεχομενικών επιλογών: ένα μέρος της αισθητικής συγκροτείται πριν το πρόγραμμα. Σε κάποιο βαθμό το καλλιτεχνικό αποτύπωμα είναι ανεξέλεγκτο, «ίδιο πουκάμισο φιδιού», παρατηρεί ο Κοντός. «Η ποίηση υπάρχει, εκφράζει, εκφράζεται», η τέχνη πραγματώνεται κατ’ αρχάς ως οιονεί υποκείμενο του εαυτού της. Η τάση για έκφραση προηγείται των νοουμένων, του νοήματος και της αισθητικής επιμέλειας. Η εκφραστική χειρονομία ξεπηδά ως πρόθεση μιας πράξης αγνώστου περιεχομένου. Αυτή ακριβώς η ασυνείδητη προέλευση, αν και συνοδεύει τη θεωρία της ποίησης από το πρώτο της κείμενο, τον πλατωνικό Iωνα, που δίνει μια ψυχολογική ερμηνεία στην «υπαγόρευση της Μούσας», διεύρυνε σταδιακά την έννοια της ποίησης. Υπέβαλλε την αίσθηση ότι η ποίηση προϋπάρχει με κάποιον τρόπο μέσα μας, και δεν σχετίζεται μόνο με τη γλώσσα: η ένστιχη καταγραφή της είναι μία μόνο δυνατότητα ορατοποίησής της.

«Φόρμα, δομή, τίτλοι, έρχονται μόνα τους. Είναι θέμα ιδιοσυγκρασίας, φωτοσυνθέσεως και του μυστηρίου που κρύβει κάθε καλλιτέχνης», εξηγεί ο Κοντός. «Τα έργα έχουν τους ρυθμούς, τους γκρεμούς και την υγρασία τους». Ως προς τη διαμόρφωση της ποιητικής του σχολιάζει ότι αφορμάται συχνά από «τυχαία γεγονότα της καθημερινότητας», πάνω στα οποία «δουλεύει η μνήμη, προσωπική και συλλογική. Κι όλα διυλίζονται για να φτάσουν στις φόρμες». «Υπάρχει ένας κόσμος γύρω και μέσα, υπάρχουν υποστρώματα του υποσυνειδήτου, υπάρχει μια τεχνική. Θα πει κανείς, λίγο αλχημεία…».

Πολλοί ποιητές ερμήνευσαν ανθρωπολογικά, ως κατ’ αρχάς ιδιωτική ροπή ή ανάγκη, την πράξη της δημιουργίας. Ο Ρίλκε γράφει το 1898: «Είναι μια βαθιά ενδόμυχη ομολογία, με αφορμή γεγονότα, βιώματα ή αναμνήσεις». Και είναι αλήθεια ότι τόσο η αξία όσο και η οντολογική πιστοποίηση του έργου ως τέχνη, έπονται της δημιουργίας του. Τίποτα δεν γεννιέται ως τέχνη, l’existence précède l’essence – η ύπαρξη του έργου προηγείται της ουσίας που του προσδίδεται. Ο Κοντός έβλεπε κάτι σχεδόν βιολογικό στη γένεση αυτή: «Πρωί-πρωί τα ποιήματα με τις πρώτες κινήσεις του εμβρύου». Ως προς τη σύλληψη και τη γέννα ποικίλλουν οι γνώμες των ποιητών. Oλοι όμως συναινούν στο κριτήριο του Ρίλκε: «Το τελικό δημιούργημα αφορά μόνο τον βαθμό που επιβιώνει πέρα από εμάς».

* Ο κ. Αλέξιος Μάινας είναι ποιητής.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS

Βιβλίο: Τελευταία Ενημέρωση

X