ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Ενα σαξόφωνο με ανθρώπινη λαλιά

Συμπληρώνονται 100 χρόνια από τη μέρα που γεννήθηκε ο κατά πολλούς καλύτερος σαξοφωνίστας όλων, ο Τσάρλι «Μπερντ» Πάρκερ

Kathimerini.gr

ΤΟΥ ΝΙΚΟΛΑ ΖΩΗ

Η φράση αποδίδεται, μεταξύ άλλων, στον Θελόνιους Μονκ ή τον Ελβις Κοστέλο και ανεξαρτήτως της πατρότητάς της έχει ως εξής: «Το να γράφεις για τη μουσική είναι σαν να χορεύεις για την αρχιτεκτονική». Τουτέστιν, τους ρυθμούς και τις μελωδίες, καλύτερα να τις βιώνεις παρά να τις ερμηνεύεις. Κάτι τέτοιο θα μας στερούσε ένα σωρό υπέροχα γραπτά, όμως το ερώτημα εδώ είναι άλλο. Μπορεί κανείς, όχι να γράψει, αλλά να σχεδιάσει, να σκιτσάρει τη μουσική και την ατμόσφαιρά της; Και καλά η υψηλή ζωγραφική· άραγε η Ενατη Τέχνη ενδείκνυται για να απεικονίσει τη ζωή και τον ήχο ενός ριζοσπαστικού και αυτοκαταστροφικού βιρτουόζου της τζαζ;

Στις 29 Αυγούστου συμπληρώνονται 100 χρόνια από τη μέρα που γεννήθηκε ο κατά πολλούς καλύτερος σαξοφωνίστας όλων, ο Τσάρλι «Μπερντ» Πάρκερ. Πραγματικός θρύλος, είχε εμπνεύσει το 1989 τον Κλιντ Ιστγουντ να γυρίσει την περίφημη ταινία του «Μπερντ». Τώρα, τον Σεπτέμβριο θα εκδοθεί από την Z2 Comics και το Charlie Parker Estate ένα γκράφικ νόβελ με θέμα τη ζωή και την τέχνη του. Κι αν κρίνουμε από τα λόγια του σχεδιαστή του και μουσικού της τζαζ Ντέιβ Τσίζχολμ, ένα καλό σημείο εκκίνησης για να παντρέψεις τους ήχους με τις σελίδες, είναι η αγάπη: «Λατρεύω τα πάντα στη μουσική του Μπερντ», λέει στην «Κ» ο Τσίζχολμ. «Η βαθύτερη καινοτομία του βρίσκεται στην επικράτεια του ρυθμού. Οι μελωδίες του είναι σαν τους αυτοσχεδιασμούς του: εντελώς πρωτοποριακές από ρυθμικής άποψης και χωρίς να βασίζονται στα τεχνάσματα ενός μελωδικού συστήματος που περνάει από το γενικό στο συγκεκριμένο. Ετσι, το κόμικ δομήθηκε σε βινιέτες που μου έδωσαν τη δυνατότητα να εξερευνήσω πολλούς διαφορετικούς τρόπους απεικόνισης της μουσικής στο χαρτί».

Η σύνοψη του έργου είναι λιγότερο περίπλοκη· σαν χορευτικό σουξέ του μεσοπολέμου. Το «Chasin’ the Bird», όπως είναι ο τίτλος του, καταπιάνεται με τα χρόνια που ο Τσάρλι Πάρκερ πέρασε στην Καλιφόρνια με τον τρομπετίστα Ντίζι Γκιλέσπι και το στόρι ξεκινά με τους δυο τους να φτάνουν στο Λος Αντζελες από τη Νέα Υόρκη, στα τέλη του 1945. Στο μεταξύ, έχουν επινοήσει τη φρενίτιδα που ονομάστηκε μπίμποπ και έχουν εκνευρίσει με τις καινοτομίες και τις ικανότητές τους αρκετούς: αν ανήκες στην παλιά φρουρά του σουίνγκ, οι φλεγόμενες και απρόβλεπτες δισολίες του Πάρκερ και του Γκιλέσπι σε κομμάτια όπως «Groovin’ High» ή «Salt Peanuts», ίσως σου γεννούσαν ένα αίσθημα απειλής.

Μια ιδιαίτερη περίοδος

Εφεραν τον ήχο της 52ης οδού του Μανχάταν σε κλαμπ περίφημα όπως του Μπίλι Μπεργκ στο Χόλιγουντ, παρόλο που οι προσωπικοί δαίμονες του Πάρκερ, όπως ο εθισμός στην ηρωίνη, ήταν σταθερά παρόντες: στις καλές του στιγμές στην Καλιφόρνια, ηχογραφούσε κομμάτια παθιασμένα σαν το «Ornithology»· στις κακές του βρισκόταν έγκλειστος στην ψυχιατρική κλινική του Καμαρίλο, μια εμπειρία που είχε ως αποτέλεσμα τη σύνθεση του πιο γλυκού «Relaxin’ at Camarillo».

«Ηταν μια ιδιαίτερα δραματική και συναρπαστική περίοδος, μιας ήδη δραματικής και συναρπαστικής ζωής», εξηγεί στην «Κ» ο Τσίζχολμ. «Ενας αριστοτέχνης μουσικός, στο ζενίθ των ικανοτήτων του, μακριά από το επίκεντρο του νέου είδους μουσικής που εγκαινίασε, μακριά από το σύστημα στήριξης που είχε συνηθίσει και αφήνοντας την κολοσσιαία όρεξή του για το κάθε τι να διογκωθεί, ευτυχώς ή δυστυχώς, προς πάσα κατεύθυνση. Είναι λες και κάθε μορφή ζωής που άγγιζε στη διάρκεια εκείνης της περιόδου άλλαζε αμετάκλητα, διαμορφώνοντας έναν μικρόκοσμο ταιριαστό με τον αντίκτυπο που είχε η τραγικά σύντομη ζωή του στον ευρύτερο κόσμο της μουσικής».

Το «Chasin’ the bird», καταπιάνεται με τα χρόνια που ο Τσάρλι Πάρκερ πέρασε στην Καλιφόρνια με τον τρομπετίστα Ντίζι Γκιλέσπι.

Δεν είναι βέβαια η πρώτη φορά που το ασυγκράτητο στυλ του μπίποπ εμπνέει μια διαφορετική μορφή τέχνης. Στο μυθιστόρημά του «Στο δρόμο», ο Τζακ Κέρουακ μίλησε απνευστί για αυτούς «που τρελαίνονται να ζήσουν, να μιλήσουν, να σωθούν, που ποθούν τα πάντα την ίδια στιγμή (…) που ποτέ δεν χασμουριούνται ή δεν λένε κοινότοπα πράγματα, αλλά που καίγονται, καίγονται, καίγονται σαν αρχαία ρωμαϊκά κεριά»: να μια περιγραφή που θα ταίριαζε γάντι στον Πάρκερ. Από την άλλη, το «Chasin’ the Bird» χωρίζεται σε κεφάλαια διαφορετικού χρωματικού ύφους (με υπεύθυνο για το χρώμα τον Πίτερ Μαρκόφσκι), όπου διαφορετικοί αφηγητές μιλούν για τον μουσικό από τη δική τους οπτική γωνία. Τον λόγο παίρνουν ο Γκιλέσπι, η γλύπτρια Τζούλι Μακντόναλντ ή ο Αρμένιος εικαστικός Τζιραΐρ Ζορτιάν. Οι δύο τελευταίοι ανήκαν σε μια συντροφιά μποέμ καλλιτεχνών του Λος Αντζελες, που επιδίδονταν σε διάφορες εκκεντρικότητες, όπως εκείνο το περιθρύλητο βράδυ στο σπίτι της Μακντόναλντ, που η ομήγυρη συμμετείχε σε ένα ομαδικό στριπτίζ, ενώ ο Πάρκερ έπαιζε στο σαξόφωνο το «Embraceable you» του Τζορτζ Γκέρσουιν.

Το ξεκίνημα

Υπάρχουν επίσης αρκετοί «αυτοκαταστροφικοί βιρτουόζοι» που προσεγγίζονται μετά θάνατον μέσα από τις εσωτερικές συγκρούσεις τους και τα θαύματα ή το χάος που αυτές προκαλούν· ο Πάρκερ δεν αποτελεί εξαίρεση. Μπορεί κανείς να αφηγηθεί την ιστορία του ξεκινώντας από το Κάνσας Σίτι όπου γεννήθηκε το 1920 κι έπειτα να επισημάνει ότι παράτησε το σχολείο για να παίξει τζαζ χωρίς να είναι πολύ καλός, επιμένοντας όμως κι εξασκούμενος κατά μόνας για καιρό. Το 1936, σε ένα τζαμάρισμα, ο ντράμερ Τζο Τζόουνς του πέταξε ένα πιατίνι γιατί έχανε την εναλλαγή των συγχορδιών, όταν όμως άρχισε με τον Ντίζι Γκιλέσπι να εξερευνά νέους τρόπους αυτοσχεδιασμού, όταν έπαιζε με τον Μάιλς Ντέιβις και τον Μαξ Ρόουτς, τα βλέμματα στρέφονταν πάνω του αποσβολωμένα. Μπορεί να έκανε μπάχαλο τις ηχογραφήσεις λόγω του εθισμού, ωστόσο, η μουσική σκηνή «Μπέρντλαντ» θα ονομαζόταν έτσι διεκδικώντας λίγη από την αίγλη του. Το παρατσούκλι του, «Μπερντ», είναι κάτι σαν αίνιγμα: κάποιοι λένε ότι του «κόλλησε» επειδή στεκόταν σαν μικρό πουλί έξω από τα κλαμπ που του απαγόρευαν την είσοδο λόγω ηλικίας· άλλοι, ότι το απέκτησε σε ένα ταξίδι, όταν το αυτοκίνητο στο οποίο επέβαινε χτύπησε ένα κοτόπουλο κι εκείνος το πήρε για να το μαγειρέψει. Το τέλος του, επιστέγασμα ενός πλήθους προβλημάτων υγείας, είχε άλλη μία «αντίστιξη»: ενώ ήταν 34, ο ιατροδικαστής εκτίμησε την ηλικία του γύρω στα 60.

Πώς το έλεγε, δύο αιώνες πριν, ο Τζάκομο Λεοπάρντι στο «Εγκώμιο των πουλιών»; «Τα πουλιά (...) δεν τα βλέπεις ποτέ να παραμένουν πραγματικά ακίνητα· διαρκώς τριγυρνούν εδώ κι εκεί, διαρκώς περιστρέφονται, πεταρίζουν, σωριάζονται, στριφογυρίζουν· μ’ εκείνη την ανείπωτη ζωηράδα, τη σβελτάδα και γρηγοράδα κινήσεων». Ισως πάλι ο Πάρκερ να πάσχιζε απλώς να εκφραστεί. «Το παίξιμό του θυμίζει την ανθρώπινη ομιλία και το συντακτικό της. Δεν είναι “εκφραστικό” με τον τρόπο που οι περισσότεροι θα εννοούσαν τον θρήνο του Κολτρέιν, αλλά αποτυπώνει την απίστευτη διάνοια και το άστατο πνεύμα του, σαν μια εκλεπτυσμένη και πλήρως συνειδητή χρήση της μουσικής ως γλώσσας», μας λέει ο Τσίζχολμ.

Ωστόσο, το μουσικό λεξιλόγιο του μπίποπ, δεν μπορεί να γίνει κατανοητό μόνο με τεχνικούς όρους. «Δεν έχει να κάνει μόνο με την ταχύτητα και τη βιρτουοζιτέ, αλλά και με την αδιανόητη λογική που είχαν οι αυτοσχεδιασμοί όλων των μαστόρων του είδους», καταλήγει ο σχεδιαστής του «Chasin’ the Bird».

«Πέραν τούτου, υπάρχουν και κοινωνικοπολιτικές προεκτάσεις. Μιλάμε για μια μουσική δημιουργημένη από επιδέξιους Αφροαμερικανούς, που διαπίστωσαν ότι εξαιτίας του θεσμικού και του ανοιχτού ρατσισμού, το να περιοδεύουν στη χώρα ήταν επικίνδυνο και οικονομικά επισφαλές. Οι πρόγονοί τους ίσως ήταν διασκορπισμένοι γεωγραφικά, όμως αυτοί μπορούσαν να καταπιαστούν με την τέχνη τους στις μεγάλες πόλεις, ειδικά τη Νέα Υόρκη. Δεν τους έπαιρναν στα σοβαρά, όπως τους λευκούς ομοτέχνους τους, επειδή η μουσική της προηγούμενης γενιάς θεωρούνταν χορευτική, κατώτερη για το καλλιτεχνικό κατεστημένο. Ετσι, συνειδητά ή μη, επιδίωξαν ένα υψηλό επίπεδο δεξιοτεχνίας κι απομακρύνθηκαν από τους επαναλαμβανόμενους, προβλέψιμους χορευτικούς ρυθμούς. Δεν έπαιζαν μουσική για να τη χορέψεις, αλλά για να την ακούσεις, σε ένα πιο εγκεφαλικό επίπεδο αλληλεπίδρασης.

Και στην κορυφή αυτού του νέου, ρυθμικού, απρόβλεπτου, δεξιοτεχνικού παιξίματος, βρισκόταν ο Τσάρλι Πάρκερ».

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS

Μουσική: Τελευταία Ενημέρωση

X