ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

...Γυ(μ)νή και θάλασσα

Η θάλασσα δεν είναι μόνον a state of mind, όπως πολύς ντόρος έγινε, είναι κυρίως a state of being

Kathimerini.gr

ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΛΕΝΑΣ ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΥ

Περπατάς μέσα στη θάλασσα και χαϊδεύεις τις πτυχώσεις του νερού. Λυγίζεις, αφήνεσαι να βυθιστείς σε πρόσθια και ύπτια θέση. Κλείνεις τα μάτια. Η θάλασσα δεν είναι μόνον a state of mind, όπως πολύς ντόρος έγινε, είναι κυρίως a state of being. Δεν υπάρχει τρόπος να μιλήσεις για τη θάλασσα και να μην αγγίξεις χιλιοειπωμένες αφηγήσεις. Είναι όμως πάντα ένα μυστήριο για την ανθρώπινη ύπαρξη, για την έλξη που της ασκεί. Οπως και δεν υπάρχει έργο τέχνης που να μην εμπνέεται από το υγρό στοιχείο.

Υπάρχουν όμως δύο ταινίες που με στοίχειωσαν σε διαφορετικές περιόδους της ζωής μου. Στην πρώιμη εφηβεία, εκεί που πρωτοεξερευνούσα τη σχέση μου με την επόμενη μετάβαση της φύσης, το πώς από παιδί γίνεσαι γυναίκα και στη νεότητα, στον πρώτο μεγάλο έρωτα, εκεί όπου νομίζεις ότι επιθυμείς να ανήκεις για πάντα.

Δύο διαφορετικές ταινίες υφολογικά και θεματολογικά με δύο δημιουργούς που τοποθέτησαν τη θάλασσα στο έργο τους μέσα στις πιο σημαντικές ανθρώπινες ανάγκες, στον έρωτα και στον θάνατο. Και οι δύο ταινίες μπορούν να ερμηνευτούν ψυχαναλυτικά. Ταυτίζουν τη θάλασσα με τη γυναικεία φύση, όπως ο Σίγκμουντ Φρόιντ και κυρίως ο Ούγγρος ψυχαναλυτής Σάντορ Φερέντσι ανέδειξαν στο έργο τους μέσα από την «Ερμηνεία των Ονείρων» και το περίφημο δοκίμιο του δεύτερου με τίτλο «Θάλασσα».

Δεν έχουμε δει όνειρα ότι βυθιζόμαστε στο νερό; Ο ήλιος ανοίγει το δέρμα πάνω από τα βλέφαρα και δημιουργεί πρόσκαιρες αντανακλάσεις. Το σώμα δεν μας ανήκει μέσα στο νερό. Ημασταν νερό και πριν γεννηθούμε. Στην ωκεάνια ησυχία της κοιλιάς της μητέρας. Ακουγα έναν βόμβο σαν απορροφητήρα, μου έλεγαν. Τους ίδιους ήχους αναζητούσε και ο Ζακ Μαγιόλ στην περίφημη ταινία «Απέραντο Γαλάζιο» του Λικ Μπεσόν, όταν κατέβαινε στον βυθό της θάλασσας χωρίς μπουκάλες. Hταν ο πρωταθλητής της ελεύθερης κατάδυσης του 20ού αιώνα. Μαζί με τον φίλο του Eντσο Μολινάρι (Μαϊόρκα το πραγματικό του όνομα) παράβγαιναν στο ποιος θα καταφέρει να ξαναγίνει ψάρι. Αναζητούσαν το άπιαστο. Ιδίως ο πρωταγωνιστής, το οποίον υποδυόταν ο ηθοποιός Ζαν Μαρκ Μπαρ –τον οποίον έπειτα από χρόνια απουσίας από τον κινηματογράφο ξανασυναντάμε στη δεύτερη ταινία που αναφέρω, το «Δαμάζοντας τα κύματα» του Λαρς Φον Τρίερ – μέσα από τη σιωπηλή του ερμηνεία αποτύπωνε την επιθυμία του εμβρύου να ξαναγυρίσει στην αγκάλη μιας μήτρας. Να μείνει εκεί χωρίς να αναπνέει, περίκλειστος και ασφαλής. Εκεί επέστρεψε. Εμεινε για πάντα μέσα στο νερό. Το όνειρό του με την υπέροχη μουσική του Eρίκ Σερά στοίχειωσε τα εφηβικά μου όνειρα. Γιατί ήθελε να ακούσει τα δελφίνια, αναζητώντας να ακούσει την κοιλιά της δικής του μητέρας.

Bγήκαμε βιαίως στη ζωή. Κανείς δεν ήταν έτοιμος για αυτήν την έξοδο. Για την ξηρασία. Οσο και να περιβληθήκαμε με αγάπη, το τραύμα της γέννησης παραμένει. Οπως λέει ο Φερέντσι, «το πέφτω στο νερό είναι το πιο αρχαϊκό σύμβολο, αυτό της επιστροφής στη μήτρα της μητέρας. Ενώ το σώζομαι από το νερό τονίζει το επεισόδιο της γέννησης, δηλαδή της εξόδου στη γη. Η πρώτη μεγάλη απειλή που ενέσκηψε στα ζώα, όλα υδρόβια αρχικά, δεν ήταν ο κατακλυσμός αλλά η απειλή της ξηρασίας».

Παιδική ηλικία

Ο Ζακ Μαγιόλ ήταν μικρός, τη δεκαετία του ’60, στην Αμοργό όταν έκανε τις πρώτες του βουτιές. Εσχιζε τη θάλασσα με ορμή. Τις πρώτες μου βουτιές τις έκανα στη Νάξο. Η μόνη μας προίκα είναι η παιδική μας ηλικία. Η θάλασσα μέσα στο σεληνιακό τοπίο νοτίζει κάθε ονειροπόλησή μου. Από όλα τα σπίτια που διέθετε στο νησί η οικογένεια της μητέρας μου, ο πατέρας μου επέλεγε για τα πρώτα μας χρόνια το πιο απομονωμένο. Εκείνο που είχε φτιαχτεί ως παράσπιτο για τις δύσκολες μέρες της μεταφοράς του σμυριγλιού, του πετρώματος που έβγαινε από τα έγκατα της ναξιακής πέτρας. Ενα μικρό σπίτι φτιαγμένο από πέτρα, πάνω σε μια αγριεμένη θάλασσα, σε έναν περίκλειστο ανταριασμένο όρμο. Χωρίς πόσιμο νερό, χωρίς ηλεκτρικό, στις αρχές του ’80. Το σπίτι της πρώτης μου μνήμης από το νερό. Με το πρώτο φως κατέβαινα και βουτούσα στα φουρτουνιασμένα νερά του Λυώνα. Σήμερα με δέος συλλογίζομαι πόσο ακατάλληλη θάλασσα ήταν αυτή για μικρά παιδιά. Με πέτρες, τσούχτρες είχε, και κύματα δυσανάλογα της ικανότητάς μου να κολυμπώ. Σαράντα χρόνια όμως τώρα επιστρέφω σε αυτήν τη θάλασσα.

Δαμάζοντας τον μαζοχισμό

Δεν είναι τυχαίο ότι η θάλασσα, ο έρωτας, ο ύπνος έχουν κάτι πολύ βαθύ κοινό. Μια κοινή αφετηρία. Εκτοτε ψάχνουμε να βρούμε με ποιον τρόπο θα ξαναβυθιστούμε στον άλλον. Και εκεί έρχονται ο ύπνος και ο έρωτας.

Ο Δανός Λαρς Φον Τρίερ είναι ο σκηνοθέτης που αναδεικνύει πτυχές της γυναικείας σεξουαλικότητας μέσα από τις ταινίες του. Στην πρώτη του ταινία που κάνει αίσθηση (1996) «Δαμάζοντας τα κύματα» αναδεικνύει ένα φαινόμενο για το οποίο ελάχιστα αντέχουμε να μιλάμε, αλλά είναι κομβικής σημασίας για να καταλάβουμε τον τρόπο που ερωτεύεται η γυναίκα, τον γυναικείο μαζοχισμό, απαραίτητος για να υπάρξει το θήλυ. Για να αντέξει τον πόνο είτε της διείσδυσης είτε της γέννας. Η παθητικότητα είναι συνυφασμένη με την απόλαυση στη γυναικεία ψυχοσύνθεση. Η Εμιλι Γουάτσον, πρωταγωνίστρια της ταινίας, από υπερβολική αγάπη στον άνδρα της που υφίσταται ένα εργατικό ατύχημα, δέχεται να δίνεται ερωτικά σε άλλους άνδρες για να τον ικανοποιήσει. Προσφέρει το σώμα της από υπερβολική αφοσίωση. Η ταινία είναι όλη ποτισμένη από την αρμύρα και την υγρασία της Σκωτίας. Από μια τρικυμία όμοια με του Λυώνα. Η θάλασσα, όπως και στο «Απέραντο Γαλάζιο», υποδέχεται το σώμα της ηρωίδας, σαν μια επιστροφή, μετά τον θάνατό της, σε μία από τις πιο συγκινητικές σκηνές στην ιστορία του σινεμά.

Γιατί τι είναι ο έρωτας; Μια μοναχική καταβύθιση, μια βουτιά στο σώμα και στην ψυχή ενός άλλου, αυτού που μας ερωτεύεται και τον ερωτευόμαστε για να ξαναγίνουμε για λίγο ένα. Ο άνδρας να μπει μέσα στα υγρά του γυναικείου σώματος, να διεισδύσει, να κατοικήσει, να την τεκνοποιήσει, να ξεκουραστεί. Η γυναίκα από την άλλη μέσα από την πορεία του φύλου της μαθαίνει να αντέχει, να δίνει, να κατοικείται, να προσφέρει την κοιλότητά της, να γίνεται μήτρα. Ψυχική και σωματική. Η θάλασσα και για τα δύο φύλα είναι το υγρό στοιχείο που μας επιτρέπει να γίνουμε άνθρωποι αλλά και δημιουργοί. Που μας κάνει να αναπαυόμαστε, να ξεπλένουμε τα βάρη μας αλλά μας φοβίζει κιόλας με το άπειρο, τις αστάθμητες διαθέσεις της.

Δεν είναι τυχαίο ότι εμείς που ζούμε σε αυτή την ευλογημένη μεσογειακή χώρα ξεπλένουμε πολλά από τα κρίματά μας το καλοκαίρι. Αυτό φαίνεται ιδιαίτερα φέτος, μετά την επιβεβλημένη καραντίνα. Η θάλασσα είναι το μοναδικό βάλσαμο, ακόμα και ως σκέψη.

Ισως γιατί όλη η ανθρώπινη ζωή αναζητεί ισορροπία ανάμεσα στη φαντασίωση της μοναχικής ανυπαρξίας και της επιθυμίας να ενωθούμε με τον άλλον για να γνωρίσουμε τι τελικά κρύβεται στον βυθό της επίγειας ζωής.

Η αναζήτηση της πρώτης ανυπαρξίας

Η θάλασσα είναι η μητέρα. Η μητέρα είναι στην πραγματικότητα ένα σύμβολο και ένα μερικό υποκατάστατο του ωκεανού, μας λέει ο Φερέντσι. Αναζητάμε μέσα στη θάλασσα εκείνη την πρώτη ανυπαρξία. Η ησυχία που υπάρχει στον βυθό είναι ισοδύναμο του ύπνου. «Ο ύπνος είναι ένα περίβλημα, πέταξέ το», λέει ο Γκαίτε στον Φάουστ. Στα όνειρά μας βυθιζόμαστε στον εαυτό μας. Ανδρες και γυναίκες θέλουμε να διεισδύσουμε σε έναν τόπο που μας καλεί αλλά δεν τον αντέχουμε για πάντα. Ετσι, μόνον στιγμές υπάρχουμε πάλι μέσα του. Οπως και στον έρωτα. Στο βάθος της ανθρώπινης εξέλιξης υπάρχει εκείνη η πρώτη θάλασσα που μας περιείχε ως ψάρια, πολύ πριν εγκαταλείψουμε τα βράγχια και αποκτήσουμε πνεύμονες και πατήσουμε στη Γη. Υπάρχει όμως και η θάλασσα στην οποία βρισκόμασταν εννιά μήνες μέσα της. Το αμνιακό υγρό στο οποίο κολυμπούσαμε μικρά ψαράκια, πριν βγάλουμε χέρια και πόδια. Εκεί μέσα, στη ζεστασιά μιας κολυμπήθρας ονειρευτήκαμε. Οτι είχαμε μια μητέρα όλη δική μας, σε μια σφιχτή αγαστή ένωση, που μόνον ευδαιμονία προσέφερε. Και έπειτα χωριστήκαμε. Το νερό μας ξεπλύθηκε, αλλά έμεινε μέσα στο σώμα να καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος του οργανισμού μας. Εκεί γεννιέται η σεξουαλικότητά μας. Μέσα στο νερό.

Ταινίες που αναφέρονται στο κείμενο: «Απέραντο Γαλάζιο» του Λικ Μπεσόν και «Δαμάζοντας τα κύματα» του Λαρς Φον Τρίερ. Μουσική: Τα σάουντρακ των δύο παραπάνω ταινιών, το άλμπουμ «Eusa» του Γιαν Τίρσεν, το «Chant des sirens» του Φρέρο Ντελαβέγκα και το «Waves» του Λουντοβίκο Εϊνάντι. Βιβλία: «Θάλασσα, δοκίμιο για μια θεωρία της γενετήσιας ζωής» του Σαντόρ Φερέντσι (εκδ. Γαβριηλίδης, μετάφραση: Ερη Κούρια) και «Ερμηνεία των Ονείρων» του Σίγκμουντ Φρόιντ (εκδ. Επίκουρος, μετάφραση: Βασίλης Πατσογιάννης).

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS

Σινεμά: Τελευταία Ενημέρωση