ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Ολοκληρώθηκε το 23ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης

Δεν αμφισβητεί κανείς ότι ο Φρέντερικ Γουάιζμαν παραμένει σήμερα, παρά τα 90 του χρόνια του, ο μεγαλύτερος εν ζωή ντοκιμαντερίστας στον κόσμο

ΚΥΠΕ

Δεν αμφισβητεί κανείς ότι ο Φρέντερικ Γουάιζμαν παραμένει σήμερα, παρά τα 90 του χρόνια του, ο μεγαλύτερος εν ζωή ντοκιμαντερίστας στον κόσμο.

Κάθε νέο ντοκιμαντέρ του αποδεικνύει για πολλοστή φορά τη δύναμη αλλά και την οξυδέρκεια της αντιμετώπισης των θεμάτων του μέσα από ένα φαινομενικά απλό, που όμως απαιτεί μεγάλη πείρα και δεξιοτεχνία, τρόπο. Με εξαίρετα ντοκιμαντέρ όπως τα «Juvenile Court», «High School», «Domestic Violence», «Public Housing», «Εθνική Βιβλιοθήκη», και περισσότερα από άλλα 40 περίπου ντοκιμαντέρ, έστρεψε την κάμερά του σε ιδρύματα, θεσμούς και κοινωνικές λειτουργίες, για να μας παρουσιάσει τα διάφορα κοινωνικά προβλήματα και να θέσει καίρια ερωτήματα. Με την ίδια δύναμη και οξυδέρκεια, καθώς και το ίδιο απλό, άμεσο στιλ, στρέφει σήμερα την κάμερά του στο Δημαρχείο της Βοστώνης, στο εξαιρετικό ντοκιμαντέρ του «City Hall», μια από τις καλύτερες ταινίες του, και σίγουρα η καλύτερη από όσες είδαμε στο φετινό, 23ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ της Θεσσαλονίκης, που έληξε χτες – αξίζει να αναφέρω πως το δεύτερο μέρος της εκδήλωσης θα επαναληφθεί το καλοκαίρι, με τις ταινίες να προβάλλονται στις καλοκαιρινές αίθουσες, όπως αυτή τη στιγμή σχεδιάζει το φεστιβάλ.

Παρακολουθώντας την ταινία, με τον ίδιο συναρπαστικό τρόπο, αξίζει να τονίσω, που βλέπω και ένα θρίλερ μυθοπλασίας, μου δίνεται η ευκαιρία να ανακαλύψω πως λειτουργεί (και, ταυτόχρονα, πώς πρέπει να λειτουργεί) μια δημοτική διοίκηση. Ο Γουάιζμαν μας ξεναγεί, με τον πιο ωραίο, και κινηματογραφικά εξαιρετικό, τρόπο, μέσα από την καθημερινή ζωή της γενέτειρας πόλης του και τις καθημερινές ενασχολήσεις των εκατοντάδων υπαλλήλων που εργάζονται στα διάφορα τμήματα του Δημαρχείου. Με σκηνές γύρω από την αντιμετώπιση των πολλών και διάφορων προβλημάτων: του πολυπολιτισμικού πληθυσμού της πόλης (όπως πληροφορούμαστε το 55% του πληθυσμού της πόλης είναι μαύροι) και τα μεταναστευτικά του προβλήματα, των ανισοτήτων και του ρατσισμού, της σίτισης των φτωχότερων στρωμάτων της πόλης, της αποτροπής εξώσεων (για την οποία ξοδεύονται 2,5 εκατομμύρια δολάρια ετησίως), της εξεύρεσης τρόπων κάλυψης των αυξανόμενων τιμών στα φάρμακα, μετά την ακύρωση του νόμου για την περίθαλψη, γνωστού ως Obamacare, από τον τότε πρόεδρο Τραμπ, της λειτουργίας του αστυνομικού τμήματος τόσο καθημερινά όσο και σε ιδιαίτερες περιπτώσεις (όπως τη γιορτή του Halloween αλλά και στη βοήθεια που αυτό παρείχε στους κατοίκους του Χιούστον μετά την καταστροφή από τον τυφώνα του 2017), των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι βετεράνοι των πολέμων (μ’ ένα βετεράνο του Βιετνάμ να παραδέχεται πως οι στρατιώτες είναι πιόνια σε αδικαιολόγητους πολέμους όπου στέλνονται μόνο και μόνο για να θυσιαστούν), της πορείας της Ρεντ Σοξ, της διάσημης ομάδας μπέιζμπολ της Βοστώνης, κ.ά.

Υπάρχουν ακόμη πολλές άλλες, κάπου-κάπου δοσμένες και με χιούμορ, σκηνές, που καλύπτουν μια μεγάλα γκάμα των θεμάτων με τα οποία καταπιάνεται ο Δήμος, όπως αυτές με τη δημιουργία ενός φαρμακείου για την ιατρική παροχή της κάνναβης (στην πολιτεία της Μασαχουσέτη, όπου ανήκει η Βοστώνη, όπως και σε ορισμένες άλλες πολιτείες των ΗΠΑ η πώληση κάνναβης είναι ελεύθερη), ο Γουάιζμαν αφήνει να ακούσαμε τη φωνή και τις απόψεις των κατοίκων της περιοχής, οι οποίοι ζητάνε εξηγήσεις που να εξασφαλίζουν την προστασία των πολιτών, ενώ σε άλλες, παρακολουθούμε την απλή τέλεση ενός γάμου ανάμεσα σε δυο γυναίκες, ή έναν υπάλληλο του Δήμου να επισκέπτεται ένα διαμέρισμα μολυσμένο από αρουραίους, και να αναλαμβάνει όχι μόνο την εξάλειψή τους αλλά και να βοηθήσει τον ένοικο με τα προβλήματά του με τον ιδιοκτήτη. Όλες σκηνές που μας αποκαλύπτουν το αληθινό ενδιαφέρον, την υπομονή, την αφοσίωση αλλά και την ανθρωπιά των ανθρώπων αυτών που αφιερώνουν το χρόνο τους για να καταπιαστούν καθημερινά με τα μικρά και μεγάλα προβλήματα των συμπολιτών τους.

Σημαντικό ρόλο στο διάρκειας τεσσεράμισι ωρών ντοκιμαντέρ του Γουάιζμαν παίζει η παρουσία του Δημοκρατικού Δημάρχου Μάρτι Γουόλς, ο οποίος, είτε μέσα από κοινές ή και ιδιαίτερες συναντήσεις με τα διοικητικά συμβούλια, διάφορες επιτροπές, με εκπροσώπους εταιριών και ιδρυμάτων, και με απλούς κατοίκους της Βοστώνης, είτε σε γιορτές και επετείους, εξηγεί τις προσπάθειες, τον αγώνα και γενικότερα τη θέση του για μια κοινωνική δικαιοσύνη, μια πολυπολιτισμική πόλη, για μια πόλη παράδειγμα όχι μόνο για τις άλλες αμερικανικές πόλεις αλλά και για την ίδια τη χώρα – σε μια εποχή, μάλιστα, που ο τότε Πρόεδρος Τραμπ παρότρυνε σε διαχωρισμό και ενθάρρυνε τα μίση, τη ξενοφοβία και το ρατσισμό. Ενός αφοσιωμένου δημάρχου, αλλά και πρόθυμου να ακούσει τους συμπολίτες του και να συζητήσει μαζί τους τα προβλήματά τους αλλά και να μας μιλήσει για τη δική του, με τις πολλές δυσκολίες, ιστορία.

«Μια πόλη», όπως αναφέρει, κάποια στιγμή, σε μια από τις ομιλίες του, «δεν ευημερεί αν οι άνθρωποί της δεν συνδέονται…Όταν όλοι μας, όλες οι κοινότητες, ενωνόμαστε, οι Λατίνος, οι Ασιάτες, οι μαύροι, οι μετανάστες, οι ΛΟΑΤΚΙ, τότε όλα είναι δυνατά». Με την ταινία να προσφέρει ένα τεράστιο υλικό που όχι απλώς σε γεμίζει με όλων των ειδών πληροφορίες σχετικά με τη λειτουργία της τοπικής διακυβέρνησης αλλά και που το παρακολουθείς με την ίδια ένταση και τη μαγεία που σου προσφέρει ένα αληθινό έργο τέχνης.

Στο ντοκιμαντέρ «Λευκός θόρυβος» του δημοσιογράφου/σκηνοθέτη Ντάνιλε Λομπρόζο, παρακολουθούμε την άνοδο του ακροδεξιού εθνικισμού, γνωστού ως «εναλλακτική δεξιά», μέσα από τη δράση των τριών βασικών υποστηρικτών της: του Μάικ Τσέρνοβιτς, σεξ blogger και ένθερμου υποστηρικτή των θεωριών συνομωσίας που στη συνέχεια έγινε επιχειρηματίας των μίντια, της 20χρονης Λόρεν Σάουδερν, σταρ του YouTube, που πολεμούσε το φεμινισμό και τη μετανάστευση και του Ρίτσαρντ Σπένσερ, του θεωρητικού της «λευκής δύναμης», στην οποία στηρίχτηκε ιδιαίτερα και η λαϊκίστικη πολιτική του Τραμπ, με τα γνωστά αποτελέσματα.

Η κάμερα του Ντάνιελ Λομπρόζο μας οδηγεί κατευθείαν στην «καρδιά του σκότους», όπως θα έλεγε και ο Τζόζεφ Κόνραντ, ακολουθώντας το τρίο αυτό στα ταξίδια τους ανά τον κόσμο, στις ομιλίες τους και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, για να γνωρίσουμε από κοντά τους τρόπους, ιδιαίτερα τις λαϊκίστικες μεθόδους, μιας τριών αυτών υποστηρικτών της κίνησης, που όπως ξέρουμε οδήγησε, με τις ευλογίες του Τραμπ, και στην προσωρινή κατάληψη του Καπιτωλίου. Ένα «ταξίδι» που αρχίζει το 2016, ακριβώς μετά τη νίκη του Τραμπ, και που δεν περιορίζεται στην Αμερική αλλά επεκτείνεται και σε άλλες χώρες όπου το «αυγό του φιδιού» φαίνεται να εκκολάπτεται από πρόσωπα όπως ο Ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτωρ Όρμπαν και η Γαλλίδα Μαρίν Λε Πεν.

Σε συγκεντρώσεις, όπως αυτή όπου ακούμε και βλέπουμε έναν από τους υποστηρικτές να χαιρετά όπως και οι ναζί και να φωνάζει «ζιγκ χάιλ», βλέπει κανείς το δρόμο που ακολουθούν οι υποστηρικτές της «εναλλακτικής δεξιάς» που στόχο τους έχουν όχι μόνο τους μετανάστες και το φεμινισμό αλλά και την οποιαδήποτε αριστερή πολιτική που επιζητεί την αλλαγή για μα πιο δίκαιη και πολυπολιτισμική κοινωνία («πολυπολιτισμικό χάλι» όπως το αποκαλούν οι θιασώτες του κινήματος. Άνθρωποι που θεωρούν τους εαυτούς τους «Σταυροφόρους και κατακτητές», που εκθειάζουν τους βιασμούς («η γυναίκα πρέπει να υποκύπτει» και να «γνωρίζει τη θέση της», διαλαλούν), προκαλώντας και δολοφονίες, όπως αυτή του διαδηλωτή ενάντια στο συλλαλητήριο της ακροδεξιάς στο Σαρλότσβιλ.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS

Σινεμά: Τελευταία Ενημέρωση

Η προβολή και παρουσίαση της ταινίας μικρού μήκους του Ανδρέα Σεϊτάνη θα γίνει το Σάββατο 2 Δεκεμβρίου
Kathimerini.com.cy
 |  ΣΙΝΕΜΑ