ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

«Βάκχες» αξιώσεων, με όραμα

Ανέβηκαν σε σκηνοθεσία Νικαίτης Κοντούρη, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Κύπρια 2021

Του Απόστολου Κουρουπάκη

Του Απόστολου Κουρουπάκη

kouroupakisa@kathimerini.com.cy

Οι «Βάκχες» του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία Νικαίτης Κοντούρη, που παρουσιάστηκαν για δύο παραστάσεις στο πλαίσιο του φεστιβάλ Κύπρια 2021, στο Δημοτικό Θέατρο Λευκωσίας, ήταν μία εξαιρετικά ευχάριστη θεατρική πράξη. Η σκηνοθέτρια δούλεψε ένα ομολογουμένως δύσκολο κείμενο, μια απαιτητική ιστορία για έναν θεό και την έφερε στο 2021 χωρίς καμία υπερβολή, χωρίς να ξεστρατίσει ούτε στιγμή από όσα λέει ο μύθος και από την άλλη χωρίς να χάνει καθόλου από την εκείνη την αρχέγονη δύναμη των μαινάδων. Το εύρημα με το κεφάλι του Πενθέα, η γέννηση και ο θάνατος, οι επικλήσεις στις γεννητικές περιοχές, το χώμα, η γη, οι σκιές, εισήγαγαν τον θεατή σε έναν κόσμο απόκοσμο, αλλά ταυτόχρονα σημερινό, θεία δυνάμει, και τον κρατούσαν σε αυτό καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης. Η Νικαίτη Κοντούρη δεν φοβήθηκε, οι ηθοποιοί της ακολούθησαν το όραμά της, όπως και όλοι οι υπόλοιποι συντελεστές της παράστασης, ήταν μια παράσταση συνόλου, από κάθε άποψη.

Οι ηθοποιοί κράτησαν τους ρόλους τους σε ένα γήινο επίπεδο, κανείς αχρείαστος ακροβατισμός ή μετεωρισμός μεταξύ θεού και ανθρώπου, άλλωστε στις «Βάκχες» ο Διόνυσος πρωταγωνιστεί ως θεάνθρωπος και ο Άκης Σακελλαρίου έδωσε στο κοινό ακριβώς έναν Διόνυσο εξανθρωπισμένο, ο οποίος ωστόσο δείχνει τη θεϊκή του δύναμη, τιμωρώντας τους ανθρώπους, δεν φαίνεται φιλεύσπλαχνος, είναι σκληρός, την ίδια στιγμή όμως είναι..., αλλά δεν έχει τα δίκια του; Οι άνθρωποι τον αμφισβήτησαν πολύ, η νέα του λατρεία, όσα καινά έφερνε κατακρίθηκαν... Ερμηνευτικά άψογος ο Σακελλαρίου, κύριος της σκηνής, όπως άλλωστε και του κόσμου του, χωρίς να επιβάλλεται στον υπόλοιπο θίασο. Κράτησε το μέτρο, καίτοι θεός.

Ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος ως Πενθέας έδειξε χωρίς καμία έξαρση τη δυσπιστία, τη μανία, την έπαρση. Ισορρόπησε σε τεντωμένο σκοινί, δεν τα κατάφερε και έπεσε θύμα της ίδιας του της μητέρας και του θεού. Θιασώτης της καθεστηκυίας τάξης, δεν νοεί το νέο, ήρεμος ο Παπασπηλιόπουλος, υπερβολικά πεπεισμένος και σίγουρος ότι απλώς κάνει αυτό που πρέπει, το καινόν δεν ωφελεί την πόλη. Καμία υποκριτική έπαρση στον Πενθέα του Παπασπηλιόπουλου. Εξαιρετικός και ο Κωνσταντίνος Ασπιώτης στους ρόλους του Αγγελιαφόρου, ο οποίος έφερε εις πέρας έναν πολύ δύσκολο ερμηνευτικό έργο. Σε διαφορετικό τόνο, μια κλίμακα πιο κάτω σε ένταση, και από τον Πενθέα και από τον Διόνυσο, ο έμπειρος Δημήτρης Πετρόπουλος στον ρόλο του Κάδμου, σχεδόν στο περιθώριο όσων συμβαίνουν στο βασίλειό του, ο Διόνυσος, ο νέος δαίμονας, μάλλον είναι ο κύριος της Θήβας, της Ελλάδας...

Η Κωνσταντίνα Τάκαλου ως Αγαύη κατόρθωσε να φέρει στην πλατεία την οιμωγή, την τρέλα και σταδιακά τη συνειδητοποίηση της αποτρόπαιης πράξης της. Σταθερή υποκριτικά, κατάφερε να μη διολισθήσει από τον Κιθαιρώνα της με εύκολες κατά την περίσταση υποκριτικές συμπεριφορές. Η Ιωάννα Παππά στον ρόλο του Τειρεσία έφερε μια περίεργη αύρα στη σκηνή, αρχικά ξένη σε ό,τι έχουμε συνηθίσει να ορίζουμε ως γέρο μάντη... κομίζει η Παππά διά του ρόλου της μια νέα οπτική, έναν αλλόκοτο χαρακτήρα.

Σε κάπως διαφορετική τροχιά κινήθηκε ο Χορός των επτά γυναικών (Θάλεια Γρίβα, Σμαράγδα Κάκκινου, Ελένη Στεργίου, Φραγκίσκη Μουστάκη, Ιουλία Γεωργίου, Σοφία Κουλέρα, Ιωάννα Τζίκα), σε σημεία φαινόταν η κινησιολογία τους να χάνεται, χωρίς φυσικά αυτό να αφαιρεί ιδιαίτερα από το εγχείρημα, αφού σε άλλες σκηνές της παράστασης έβρισκαν τον κοινό κινησιολογικό τους βήμα.

Λιτό, το σκηνικό της Λουκίας Μινέτου, εξυπηρετούσε τις ανάγκες της παράστασης, φαινόταν ένας Κιθαιρώνας, αλλά ίσως και ένας Γολγοθάς, καθώς και τα κοστούμια έδιναν τον απαραίτητο λειτουργικό και τελετουγικό τους αέρα. Η μουσική των Θραξ-Punks ήταν τόσο ταιριαστή με τη θεατρική πράξη, «ακουμπούσε» στο κείμενο τόσο απαλά και ταυτόχρονα ανασήκωνε τις λέξεις, δίνοντάς τους το απαραίτητο γκελ για να ακουμπήσουν με τη σειρά τους στον θεατή. Καμία επιβολή της μουσικής στον λόγο και στα δρώμενα, αλλά το αντίθετο. Μεγάλο ενδιαφέρον έχει και η διακειμενική προσέγγιση των «Βακχών», με το φινάλε να είναι παρμένο από τον Χέλντερλιν, αλλά και οι μεφιστοφελική παρουσίαση του θεού Διόνυσου, έδιναν μια ενδιαφέρουσα ανάγνωση.


Η Νικαίτη Κοντούρη στις «Βάκχες» της, τη συμπράξει όλων των συντελεστών, κατάφερε να βάλει στον καμβά της παράστασης που έκτισε, με πολλή τιμιότητα, παράδοση αιώνων, καινά δαιμόνια, νέες ιδέες, γυναικεία φύση χωρίς να τα υπερτονίζει ή να τα επικαιροποιεί. Έδωσε μια πνοή στο έργο. Οπωσδήποτε, η παράσταση, αν παρουσιαζόταν σε εξωτερικό θέατρο, όλα τα παραπάνω θα επιτονίζονταν έτι περισσότερο.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS

Θέατρο-Χορός: Τελευταία Ενημέρωση