ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Δεν είναι μια παράσταση νοσταλγίας

Ο Παναγιώτης Λάρκου σκηνοθετεί τον «Βαφτιστικό» του ΘΟΚ και μιλάει στην «Κ» για τον τρόπο που επέλεξε να δει το έργο

Του Απόστολου Κουρουπάκη

Του Απόστολου Κουρουπάκη

kouroupakisa@kathimerini.com.cy

Ο Παναγιώτης Λάρκου σκηνοθετεί την οπερέτα του Θεόφραστου Σακελλαρίδη «Ο Βαφτιστικός» που ανεβάζει ο ΘΟΚ για τη θερινή περίοδο. Όπως λέει ο Παναγιώτης σε αυτή την παραγωγή ο ίδιος θέλησε να μετατοπίσει το βάρος της παράστασης από τη μουσική στην πρόζα. Σημειώνει ότι είναι σημαντικό να μιλιέται το έργο και ότι ο ΘΟΚ θα πρέπει να ανεβάζει παρόμοιες παραστάσεις, αφού είναι ο μόνος που έχει τη δυνατότητα να αντεπεξέλθει στις ανάγκες ενός τέτοιου θεατρικού εγχειρήματος.

–Ποιο ήταν για σένα το κύριο διακύβευμα, αν θες, της παράστασης ο «Βαφτιστικός» Θεόφραστού Σακελλαρίδη;

–Εμένα με αφορά στο να επικοινωνήσω την πρόζα του έργου. Συνήθως το βάρος πέφτει στη μουσική, ανεβαίνουν από λυρικούς θιάσους και όσο ταλέντο κι αν έχει ένας λυρικός τραγουδιστής στο υποκριτικό κομμάτι η πρόζα ήταν σε δεύτερη μοίρα. Σε αυτή την παράσταση κινούμαστε κάπως ανάποδα, μετατοπίζουμε το βάρος στα λόγια.

–Σήμερα τι προσφέρει μία τέτοια ιστορία έρωτα, η υπόθεση δεν είναι κάπως απλοϊκή;

–Το έργο να μεν είναι απλό, αλλά ακριβώς γι’ αυτό είναι και όμορφο. Ξέρεις, μπορεί να θεωρείται εύκολο, αλλά ο έρωτας, η αγάπη, δεν είναι τόσο. Πολλές φορές ξεχνάμε να αφιερώνουμε τη ζωή μας σε κάποιον/α. Ό,τι έργο κι αν κάνω άλλωστε, προσπαθώ να εντάξω αυτή τη διάσταση, διότι νομίζω ότι είναι κάτι που κινεί τα πράγματα.

–Η όλη πλοκή και το τέλος του έργου ταιριάζει με την εποχή μας; Δεν είναι κάπως ηθικοπλαστικό;

–Δεν θα έλεγα ότι είναι ηθικοπλαστικό. Μάλιστα, όταν πρωτοανέβηκε το 1918 στην Αθήνα, το Γενικό Επιτελείο Στρατού απαίτησε να κατέβει η παράσταση, διότι έθιγε το στράτευμα, και όταν αυτό δεν έγινε, τότε η Αστυνομία Αθηνών επενέβη διότι είπαν ότι έξαπτε τα ήθη. Ήταν αναρχικό για την εποχή του και είναι κάτι που σεβαστήκαμε κι εμείς. Είναι αναρχικό θεατρικά, βέβαια…

–Γιατί;

–Σκέψου ότι ο θίασος είναι υβριδικός. Δεν φτιάξαμε ούτε ένα θίασο λυρικό, ούτε όμως και αμιγώς θεατρικό. Η Τζίνα Πούλου, στον ρόλο της Βιβίκας, από τη Λυρική είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού του πειράματος. Στήσαμε έναν θίασο με γνώμονα και το τραγούδι, ενώ η μουσική θα παίζεται ζωντανά, από ορχήστρα, χωρίς ενίσχυση (συνεργάζεται η Συμφωνική Ορχήστρα Κύπρου). Άρα το τραγούδι έχει πολλή μεγάλη σημασία και οι ηθοποιοί επελέγησαν βάσει αυτού, να μπορούν να αντεπεξέλθουν σε αυτό το κομμάτι.

–Και πώς κατάφερε να συνυπάρξει ένας τέτοιος θίασος;

–Σχεδόν ακροβατώντας και βουτώντας στα ψηλά… καταφέραμε να κερδίσουμε μ’ έναν μαγικό τρόπο ύψος και φόρα.

–Ποια ήταν η μεγαλύτερη δυσκολία που αντιμετώπισες;

–Δεν είχα κάποια δυσκολία με τη δημιουργία του ας πούμε υβριδικού θιάσου. Η έννοια που είχα, ας μην το πω δυσκολία, να μην ανεβάσουμε, να μην υπογράψω ακόμη μία νοσταλγική παράσταση για τον καιρό που πέρασε, και τα νιάτα που έφυγαν και παρόμοια. Αυτή η νοσταλγία είναι, νομίζω, μια ασθένεια ανθρώπων που δεν έχουν μέλλον. Κοιτάς πίσω, όταν δεν έχεις κάτι να κερδίσεις μπροστά. Αυτή την εποχή, αν το σκεφτείς, δεν είναι παράλογο, έχει κλείσει ένας κύκλος, οικονομικός, κοινωνικός… και ο άνθρωπος κοιτάζει πίσω για να δει ότι ήταν καλύτερα τα πράγματα. Εμένα αυτό μου προκαλεί αλλεργία, το θεωρώ ήττα να είσαι νοσταλγικός και πόσω μάλλον θεατρικά, που οφείλεις να σπρώχνεις τα πράγματα μπροστά.

–Ένα έργο, όπως είναι ο «Βαφτιστικός», όμως, ενδείκνυται για κάτι τέτοιο;

–Κι όμως δουλεύει, και δεν είναι κανένα δύσκολο τρικ το να το φέρεις στο σήμερα. Δεν το πειράξαμε εικαστικά το έργο, δεν το ενοχλήσαμε… έχω μόνο προσαρμόσει το κείμενο σύμφωνα με τους 11 ηθοποιούς. Όπως σου είπα το έργο πάνω απ’ όλα πρέπει να μιλιέται, άρα και οι ατάκες προσαρμόστηκαν στον κάθε ηθοποιό. Δεν χρειάστηκε βέβαια να αλλάξω πολλά πράγματα. Ωστόσο, κάποια πράγματα που νιώθω ότι σήμερα δεν προσφέρουν, είναι μηνύματα ή αστεία (η φιγούρα του «Βλάχου» π.χ.) που περνούσε τότε το έργο, τα οποία σήμερα εγώ δεν θα ήθελα να δώσω, όπως ο πόλεμος. Από το φινάλε του έργου αφαιρέσαμε χειρουργικά τις αναφορές που εμένα σήμερα δεν με εκφράζουν.

–Στο τρέιλερ του έργου φαίνεται κάτι αλλιώτικο από αυτό που ίσως κάποιοι να έχουν υπόψη τους, ένα τσίρκο…

–Αυτή είναι η λέξη κλειδί. Όταν μιλούσα με τον Εδουάρδο Γεωργίου για τα κοστούμια και τον Παναγιώτη Τοφή για τις χορογραφίες ψάχναμε να βρούμε τη φόρμουλα που θα έφερνε την παράσταση στο σήμερα, χωρίς να προδίδει τα εκατό χρόνια που κουβαλάει το έργο. Σκεφτήκαμε, λοιπόν, ότι μια τέτοια μούρλα θα τη φανταζόμουν σε ένα τσίρκο, μια Κυριακή απόγευμα που είναι έτοιμο να φύγει. Ένας χαμός, μεταξύ ανθρώπων, διαφορετικών προσωπικοτήτων, που πια δεν έχουν ρόλους. Στο τσίρκο βρήκαμε τη λύση, λοιπόν.

–Για να είμαι ειλικρινής, όταν άκουσα ότι ο ΘΟΚ ανεβάζει τον «Βαφτιστικό» σκέφτηκα ότι είναι κάπως ριψοκίνδυνο… όταν ανεβαίνουν από την Καμεράτα ή τη Λυρική Σκηνή.

–Θεωρώ ότι ο ΘΟΚ είναι αυτός που πρέπει να ανεβάζει τέτοιου είδους έργα. Ο ΘΟΚ είναι νομίζω ο μόνος που μπορεί να το κάνει. Ο θίασός μας, με τους 11 ηθοποιούς και τους 16 μουσικούς, για μία ιδιωτική παραγωγή θα ήταν αδύνατον να συντηρηθεί. Ακόμα, όμως, κι ανέβαινε το προϊόν δεν θα ήταν αντάξιο του έργου. Ίσως, αν αυτά τα έργα ανέβουν στην γκράντε τους μορφή, ίσως μετά να ανοίξου και δρόμοι κάποιος να τα ανεβάσει πιο πειραματικά, προσοχή, όχι πιο φτηνά, αλλά να τα μικρύνει σε έκταση π.χ. Μην ξεχνάς, βέβαια, ότι ο ΘΟΚ ανεβάζει τον «Βαφτιστικό» με όρους θεατρικούς και αυτό είναι πολύ σημαντικό, αφού είναι μια πρωτογενώς θεατρική παράσταση και όλο το πείραμα που έγινε ήταν να ανακαλύψουμε τις θεατρικές αρετές αυτού του έργου.

«Ο Βαφτιστικός», του Θεόφραστου Σακελλαρίδη, σκηνοθεσία Παναγιώτης Λάρκου, Λευκωσία, Λεμεσός, Λάρνακα, Πάφος, Δερύνεια.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

 

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Θέατρο-Χορός: Τελευταία Ενημέρωση

X