ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

«Τρωάδες»: Θεματικές τραγικά διαχρονικές

Ο σκηνοθέτης Χρήστος Σουγάρης μιλάει στην «Κ» για την παράσταση που σκηνοθετεί για το ΚΘΒΕ που έρχεται στο Κούριο στις 14 και 15 Ιουλίου

Του Απόστολου Κουρουπάκη

Του Απόστολου Κουρουπάκη

kouroupakisa@kathimerini.com.cy

Με τον σκηνοθέτη και ηθοποιό Χρήστο Σουγάρη μιλήσαμε τηλεφωνικά για την παράσταση «Τρωάδες» του Ευριπίδη, την οποία σκηνοθετεί για το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος. Η παράσταση έρχεται και στην Κύπρο, στο πλαίσιο του Διεθνούς Φεστιβάλ Αρχαίου Ελληνικού Δράματος και θα παρουσιαστεί για δύο παραστάσεις στο αρχαίο θέατρο του Κουρίου στις 14 και 15 Ιουλίου. Ο Χρήστος Σουγάρης λέει στην «Κ» ότι η αφετηρία του για την ανάγνωση και σκηνοθεσία των «Τρωάδων» είναι η ανάγκη του να δημιουργήσει μία αφήγηση, η οποία θα είναι απολύτως χαμηλόφωνη και ανθρώπινη, «απαλλαγμένη από τους γνωστούς βερμπαλισμούς που συνοδεύουν το είδος της τραγωδίας». Επιπλέον, αναφέρει πως θέλει η παράστασή του να διέπεται από μία ανάγνωση πιο ουμανιστική και πιο διαχρονική.


–Ποια είναι η αφετηρία σας για την ανάγνωση των «Τρωάδων»;
Αφετηρία και σε σχέση με τις Τρωάδες και σε σχέση με την τέχνη μας, δηλαδή την αφήγηση θεατρικών έργων, είναι η ανάγκη μου να δημιουργήσω μία αφήγηση, η οποία θα είναι απολύτως χαμηλόφωνη και ανθρώπινη, απαλλαγμένη από τους γνωστούς βερμπαλισμούς που συνοδεύουν το θέατρο και ειδικότερα την τραγωδία, όπως μας έχει παραδοθεί από τους παλαιότερους, τον οποίων ακολουθούμε συνήθως, με ακραίο μιμητισμό, τον τρόπο, με τον οποίο ανέβαινε και συνεχίζει να ανεβαίνει η αρχαία τραγωδία, από τους Έλληνες σκηνοθέτες, με έναν απολύτως πομπώδη τρόπο. Εμείς, με τους συνεργάτες μου, έχουμε την ανάγκη να αφηγηθούμε μία παράσταση τραγωδίας η οποία θα είναι απολύτως ανθρώπινη, μινιμαλιστική και όσο το δυνατόν πιο απλή. Σε σχέση τώρα με το δραματουργικό κομμάτι η σκέψη μου αφορά το σημείο εκκίνησης αυτών των γυναικών, δηλαδή από πού εκκινούν για να φτάσουν κάπου. Με απασχόλησε πάρα πολύ η μετακίνηση, δηλαδή ένας άνθρωπος με μία βαλίτσα στο χέρι δεν γνωρίζει τι είναι αυτό που τον περιμένει εκεί όπου αναμένει να φτάσει...


–Αυτή η αναχώρηση γίνεται με έναν βίαιο τρόπο, δεν είναι ουσιαστικά και ένα τέλος μιας ζωής;
Ακριβώς. Είναι δεδομένο ότι αυτές οι γυναίκες εκκινούν από ένα σημείο που είναι η αφετηρία τους, η πατρίδα τους. Η απολύτως σπαραγμένη και ηττημένη πατρίδα από τον πόλεμο με τους Έλληνες, αλλά ήθελα να μην υπάρχει κανένα στοιχείο επικαιροποίησης σε σχέση με τον πόλεμο, με όλες του τις σύγχρονες μορφές. Ήθελα να είναι πιο ουμανιστική η ανάγνωση και πιο διαχρονική. Από την παράστασή μας απουσιάζει πλήρως το αντρικό κατακτητικό στοιχείο, με τη μορφή των ένστολων ανδρών, ήθελα μόνο να ακούγεται στο κείμενο ότι υπάρχει αυτή η απειλή και η παρουσία και ήθελα να εστιάσω μόνο και απολύτως στις γυναίκες, στους ανθρώπους δηλαδή οι οποίοι εξαναγκάζονται στην ξενιτιά, στον ξεριζωμό και στον πλήρη αφανισμό.


–Μου είπατε πως σας ενδιαφέρει πολύ η απλότητα… Μπορεί να είναι η θεατρική πράξη μια απλή υπόθεση και δη η αρχαία τραγωδία;
Απολύτως ναι. Μην ξεχνάτε πως και στην αρχαιότητα η αφήγηση γινόταν με πάρα πολύ απλούς όρους. Οι γραμμές ήταν απολύτως απλές. Και προσωπικά μπορώ να ισχυριστώ πως οι παραστάσεις που έχω θαυμάσει, είτε σύγχρονου θεάτρου είτε αρχαίου δράματος, ήταν απολύτως απλές ως προς την αφηγηματική τους γραμμή. Ναι, μπορεί να είναι απλή υπόθεση το θέατρο και όπως έλεγε και ο Πήτερ Μπρουκ αυτό το οποίο χρειάζεται για να πραγματοποιηθεί μία θεατρική πράξη είναι ένας ηθοποιός που διασχίζει μια σκηνή και ένας θεατής ο οποίος τον κοιτάζει. Αυτό μπορεί να είναι μία εξαιρετική θεατρική πράξη.

 

Ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζουμε εμείς το θέμα θα αναδεικνύει τη διαχρονικότητα του ξεριζωμού, της βαρβαρότητας σε έναν πόλεμο, που υφίσταται ένας άνθρωπος από έναν συνάνθρωπό του.

 

Με τους συνεργάτες μου, έχουμε την ανάγκη να αφηγηθούμε μία παράσταση τραγωδίας η οποία θα είναι απολύτως ανθρώπινη, μινιμαλιστική και όσο το δυνατόν πιο απλή.

–Αν και όπως μού είπατε δεν σας αφορούν οι επικαιροποιήσεις, θα μπορούσαμε να δούμε αυτόν τον εξαναγκασμό ως μία σύγχρονη πραγματικότητα;
Ο κάθε θεατής έχει το δικαίωμα να κάνει τις δικές του ερμηνείες. Αυτό που εγώ θεωρώ πως δεν είναι επικαιροποίηση μπορεί για κάποιον άλλον να είναι. Προσωπικά αντιλαμβάνομαι αυτό το θέμα, το οποίο είναι πολύ σημαντικό, ως διαχρονικό. Ξεριζωμός, βία, μετακινήσεις, μαρασμός, υπήρχαν, υπάρχουν και δυστυχώς θα υπάρχουν. Επικαιροποίηση, λοιπόν, για μένα είναι όταν κάνεις ένα πολύ μεγάλο ζήτημα να έχει μία πολύ μικρότερη διάσταση, όταν το τοποθετείς σε ένα χρονικό και χωρικό πλαίσιο. Για παράδειγμα επικαιροποίηση, όπως εγώ την αντιμετωπίζω είναι η αισθητική απεικόνιση ένστολων ανδρών, οι οποίοι απεικονίζουν τον στρατό μιας χώρας και γίνεται σαφές ότι η σκηνοθεσία εστιάζει στην κατοχή της. Θα μπορούσε κάποιος καλλιτέχνης να κάνει τις «Τρωάδες» και το σημείο αφετηρίας του, το σκηνικό του να είναι το Κίεβο ή μια πόλη της Ουκρανίας, ή να τις τοποθετήσει στην κατεχόμενη Κύπρο, αυτό είναι για εμένα σημαίνει επικαιροποίηση. Ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζουμε εμείς το θέμα, και αν κάνουμε σωστά τη δουλειά μας θα φανεί, θα αναδεικνύει τη διαχρονικότητα του ξεριζωμού, της βαρβαρότητας σε έναν πόλεμο, που υφίσταται ένας άνθρωπος από έναν συνάνθρωπό του.

 
–Το ίδιο το κείμενο του Ευριπίδη βοηθάει πάρα πολύ για να αναδειχθούν όλα αυτά… ακόμα και σήμερα…
Αυτά τα κείμενα των τραγικών ποιητών είναι τόσο σημαντικά, διότι εμπεριέχουν πάρα πολλά μεγάλα θέματα. Στο κείμενο του Ευριπίδη για παράδειγμα δεν θα συναντήσεις μόνο το θέμα του πολέμου και της βαρβαρότητας, υπάρχουν πάρα πολλά άλλα, σε σχέση με το πώς μπορούν να ζουν οι άνθρωποι μεταξύ τους, ποιες είναι οι σχέσεις των δύο φύλων, οι σχέσεις μεταξύ ισχυρών και ανίσχυρων. Υπάρχει το θέμα της μοίρας, της ύβρεως, μέχρι πού μπορείς να απλώσεις τα ποδάρια ανάλογα με το πάπλωμά σου… Υπάρχουν δηλαδή πάρα πολύ σημαντικά θέματα, όπως και σε κάθε τραγωδία. Νομίζω, λοιπόν, πως μια παράσταση οφείλει –αν σέβεται τον εαυτό της– να επιλέξει ένα ή δύο θέματα για να αναδείξει, διότι αν αναλωθείς στο να ασχοληθείς και να αναδείξεις όσο το δυνατόν περισσότερα, η σκηνοθεσία, η σκηνική ανάγνωση, η αφήγηση δηλαδή, θα είναι απολύτως μπερδεμένη. Εμένα, σας λέω και πάλι, με ενδιαφέρει η καθαρότητα, ο μινιμαλισμός, οι απλές αφηγηματικές γραμμές, οι οποίες αναδεικνύουν το μεγαλείο της αφήγησης των ερμηνευτών, αλλά και το μεγαλείο της αφήγησης των ποιητών, εν προκειμένω του Ευριπίδη που απλώς και μόνο, όταν ακούγεται ο λόγος του μεταφέρει αισθήματα και εικόνες, και αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό.

 

Από την παράστασή μας απουσιάζει πλήρως το αντρικό κατακτητικό στοιχείο, ήθελα μόνο να ακούγεται στο κείμενο ότι υπάρχει αυτή η απειλή και η παρουσία και ήθελα να εστιάσω μόνο και απολύτως στις γυναίκες, που εξαναγκάζονται στην ξενιτιά, στον ξεριζωμό και στον πλήρη αφανισμό.

 

–Εσείς πού βρίσκεστε;
Ανήκω σε μία κατηγορία ανθρώπων που έχω κουραστεί με τις αναγνώσεις τις απόλυτες βερμπαλιστικές ή τις απολύτως μεταμοντέρνες, χωρίς σκοπό, χωρίς στόχο, απλώς και μόνο για να εκσυγχρονίσουμε το είδος και να προσπαθήσουμε να εκφέρουμε μία διαφορετικότητα σε σχέση με το παρελθόν. Δεν επιθυμώ δηλαδή τα άκρα, δεν μου αρέσουν τα άκρα. Νομίζω ότι η σοβαρότητα μπορεί να εστιάσει σε μία mezzo αφήγηση, στο διάστημα δηλαδή του ακραίου βερμπαλισμού και του ακραίου μεταμοντερνισμού, ο οποίος δεν έχει καμία αφηγηματική προσέγγιση και δεν ακολουθεί κανέναν απολύτως σκηνικό κανόνα.


Στον ελληνόφωνο κόσμο ίσως πάσχουμε από μία «τραγωδιολαγνεία», αν μου επιτρέπεται η λέξη… αυτό νομίζετε ότι επηρεάζει το τελικό καλλιτεχνικό αποτέλεσμα;
–Απολύτως. Μας περιορίζει αφάνταστα. Λειτουργούμε σαν παιδιά γονέων στα οποία επιβάλλεται η συνέχιση της σκηνικής αφήγησης με τους όρους που έχει αποφασίσει ο πάτερ φαμίλιας. Είμαστε απολύτως εγκλωβισμένοι και γι’ αυτό ακολουθούμε τις απολύτως βερμπαλιστικές αναγνώσεις του παρελθόντος και σε κάποιες περιστάσεις, προσπαθώντας να αποκτήσουμε τη δική μας γλώσσα, καταφεύγουμε σε ακραίους μιμητισμούς παραστάσεων από αλλόγλωσσους ξένους σκηνοθέτες, οι οποίοι έχουν άλλη κουλτούρα από εμάς (θεατρικά, πολιτιστικά, πολιτικά). Γι’ αυτό νομίζω πως οι ελληνόφωνοι δεν έχουμε αρθρώσει ακόμα μία γλώσσα απολύτως προσωπική. Θεωρώ, ωστόσο, πως βρισκόμαστε στο σημείο που μπορούμε να απεμπλακούμε, να ενηλικιωθούμε θεατρικά. Ναι, φτάνει πια αυτή η τραγωδιολαγνεία και η προσκόλληση στο παρελθόν, στο οποίο μεγαλούργησαν μεγάλοι θεατράνθρωποι. Εμείς οι νεότερες γενιές πρέπει να αποκτήσουμε τη δική μας αφηγηματική γλώσσα και να εστιάσουμε στο γεγονός ότι μπορούμε να αντιμετωπίσουμε αυτά τα κείμενα, με ακραίο σεβασμό, αλλά χωρίς κανέναν απολύτως φόβο. Δεν υπάρχει ένας τρόπος να ερμηνευτεί η τραγωδία. Εμείς οι ελληνόφωνοι, όπως είπατε, έχουμε εμμονική σχέση με το πώς παίζεται η τραγωδία. Πρέπει να επανεφεύρουμε τους εαυτούς μας, να αρθρώσουμε μία καινούργια, σοβαρή, αφηγηματική γλώσσα.

 
–Θα μπορούσε πιστεύετε σήμερα να γραφόταν ένα τόσο καταγγελτικό κείμενο; Έχουμε φτάσει σε αυτό το σημείο ελευθερίας του λόγου;
–Και βέβαια θα μπορούσε να γραφτεί… Η ερώτηση θεωρώ ότι θα έπρεπε να ήταν αλλιώς… αν αυτό το έργο τελικά θα έβρισκε χώρο για να ακουστεί. Ένα κρατικό θέατρο, ένα εθνικό θέατρο, ο ΘΟΚ ενδεχομένως, θα μπορούσε να δώσει χώρο σε ένα τέτοιο κείμενο σήμερα; Θεωρώ πως πάρα πολύ δύσκολα θα συνέβαινε κάτι τέτοιο. Αυτό που παρατηρείται πλέον στην Ελλάδα, και στην Ευρώπη, είναι μία ακραία έξαρση προς ακροδεξιές απόψεις, οι οποίες φτάνουν πάρα πολύ συχνά στη λογοκρισία. Πολλές φορές π.χ. ο Τύπος είναι ελεγχόμενος από ανθρώπους που είναι πολύ κοντά σε δεξιόστροφες και ακραία δεξιές κυβερνήσεις, απολύτως μονοπωλιακές… κάτι το οποίο στο περιβάλλον το πολιτικό της αρχαίας Ελλάδας και ειδικότερα της Αθήνας, αποδεικνύεται ότι ήταν πολύ περισσότερο ανοικτό. Ο Ευριπίδης στηλιτεύει την πολιτική του καιρού του με τις «Τρωάδες», παρουσία 30.000 θεατών και κερδίζει το δεύτερο βραβείο, όταν παρουσιάζεται. Στηλιτεύει τη βαναυσότητα που επέδειξε η Αθήνα στους ηττημένους, προειδοποιώντας ουσιαστικά τι μέλλεται για την πόλη...

 

Αυτό που επιθυμώ και που θεωρώ μεγάλο κέρδος είναι να κάνει ο θεατής όσο το δυνατόν περισσότερες σκέψεις και ερμηνείες, βλέποντας την παράσταση. Να μην του λυθούν οι απορίες από εμάς, αλλά να τις κουβαλήσει στο σπίτι του.

 

Πίστη στον εαυτό μας

–Ποιο είναι το στοιχείο αυτό που μπορεί να δυσκολέψει τη δουλειά ενός σκηνοθέτη, όταν αποφασίσει να ασχοληθεί με το αρχαίο δράμα;
–Τολμώ να πω ότι η μεγαλύτερη δυσκολία που μπορεί να συναντήσει ένας σκηνοθέτης είναι ο ίδιος του ο εαυτός. Να μπορέσει να νικήσει τον εαυτό του, να αντισταθεί στο να πάει στην πεπατημένη. Ο άλλος μεγάλος κίνδυνος είναι να αντισταθεί στο να δημιουργήσει κάτι που θα είναι ακραία προκλητικό και ιντριγκαδόρικο και μοντέρνο. Οι περισσότεροι σκηνοθέτες δυστυχώς –νομίζω– ότι έχουν την ανάγκη να πρωτοτυπήσουν, να δημιουργήσουν κάτι το μοναδικό, ενδεχομένως μια καινούργια εντελώς πρόταση… πιστεύω όμως πως αυτό που πρέπει να μας απασχολεί περισσότερο είναι η πίστη στον εαυτό μας, στην ιδιαιτερότητά μας, στην προσωπική μας ματιά και όλα τα άλλα έρχονται. Προσωπικά όλα τα παραπάνω τα αντιμετώπισα ως προκλήσεις.


–Ιδανικά τι θα θέλατε να πάρει ο θεατής φεύγοντας από την παράστασή σας;
Αυτό που επιθυμώ και που θεωρώ μεγάλο κέρδος είναι να κάνει ο θεατής όσο το δυνατόν περισσότερες σκέψεις και ερμηνείες, βλέποντας την παράσταση. Να μην του λυθούν οι απορίες από εμάς, αλλά να τις κουβαλήσει στο σπίτι του, θετικές ή αρνητικές ενδεχομένως και θα με ευχαριστούσε επίσης να συνειδητοποιήσει ένας θεατής ότι η αρχαία τραγωδία και το θέατρο μπορεί να είναι κάτι απολύτως προσεγγίσιμο και ανθρώπινο. Δεν αφορά δηλαδή μία συντεχνία επαγγελματιών του θεάτρου που κάνουν κάτι απίστευτα δύσκολο… Θα ήθελα η τέχνη μας και ο ποιητικός/σκηνικός λόγος του Ευριπίδη να έρθει πιο κοντά στους θεατές και να αισθανθούν ότι παρακολουθούν τις ζωές κάποιων ανθρώπων και όχι κάποια ιδεογράμματα ή συμβολισμούς οι οποίοι αφορούν μία κατηγορία ανθρώπων.


–Σπουδαίοι και οι συνεργάτες σας... η κα Πατεράκη, μεταξύ άλλων...
–Για να ανεβάσεις αυτά τα έργα όσο μεγάλη πίστη και αν έχεις στον εαυτό σου πρέπει να έχεις και ηθοποιούς και συνεργάτες που να μπορούν να φέρουν το βάρος τόσο μεγάλων ρόλων, όπως είναι η Εκάβη, ο Μενέλαος, όλοι... Επίσης, είναι πολύ μεγάλη χαρά για εμένα το να έχω ένα τόσο εξαιρετικό θίασο, σπουδαίων προσωπικοτήτων και έναν χορό γυναικών που νομίζω πως όμοιός του έχει πάρα πολύ καιρό να υπάρξει σε σχέση με την ανθρωπιά που παράγουν. Όλες τους έχουν κερδίσει τον θαυμασμό και την εκτίμησή μου. Η κα Πατεράκη είναι για εμένα η μεγαλύτερη προσωπικότητα του ελληνικού θεάτρου και με τιμάει με τη συνεργασία της. Αυτή είναι η πέμπτη φορά που έχω την τύχη να τη σκηνοθετήσω. Είναι η ιστορία του ελληνικού θεάτρου.

 

 Πληροφορίες

«Τρωάδες», του Ευριπίδη, σε σκηνοθεσία Χρήστου Σουγάρη. Αρχαίο Θέατρο Κουρίου, Παρασκευή 14 και Σάββατο 15 Ιουλίου, ώρα έναρξης παραστάσεων 9:00 μ.μ. Προσέλευση στο θέατρο πριν από τις 8:00 μ.μ.

 

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ: Τηλέφωνο 7000 2414 | E-mail: info@ccoiti.org.cy

https://www.facebook.com/greekdramafest/ | https://www.instagram.com/greekdramafest/

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Θέατρο-Χορός: Τελευταία Ενημέρωση