ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Υπάρχει κάτι το επαναστατικό στον «Χάση»

Η Μ. Ζήρα σκηνοθετεί μια ανατρεπτική παράσταση του Δημήτριου Γουζέλη στην ΕΘΑΛ και μιλάει στην «Κ» για το έργο

Του Απόστολου Κουρουπάκη

Του Απόστολου Κουρουπάκη

kouroupakisa@kathimerini.com.cy

Ο «Χάσης» είναι μία επεισοδιακή κωμωδία γραμμένη στα τέλη του 18ου αιώνα στη Ζάκυνθο και αποτελεί μία τοιχογραφία της ζακυνθινής κοινωνίας της εποχής της. Το έργο παρουσιάζεται από την Κεντρική Σκηνή της ΕΘΑΛ, συμπαραγωγή με τη Θεατρική Εταιρεία Φανταστικό Θέατρο σε σκηνοθεσία της Μαγδαλένας Ζήρα, η οποία λέει στην «Κ» ότι υπάρχει κάτι το ανατρεπτικό, κάτι το επαναστατικό στο κείμενο του Δημητρίου Γουζέλη, καθώς ένα κοινωνικό σχόλιο αχνοφαίνεται πίσω από τη βακχική του διάθεση. Η σκηνοθέτρια Μαγδαλένα Ζήρα σημειώνει πως η γλώσσα του κειμένου μπορεί να έχει μια δυσκολία, αλλά ταυτόχρονα έχει και ομορφιά και λυρισμό. Δηλώνει πολύ τυχερή που δουλεύει με ένα πολυτάλαντο και έμπειρο θίασο, που πήρε μεγάλα ρίσκα και τόλμησε να κάνει δικό του ένα τέτοιο ιδιόρρυθμο κείμενο. «Η υποκρισία, η ματαιοδοξία, το κουτσομπολιό, η καταπίεση από τον οικογενειακό και κοινωνικό περίγυρο, η επανάσταση ‘του καναπέ’» τονίζει η κ. Ζήρα, «δεν σας φαίνονται κάπως επίκαιρα; Είναι μέσα στο κείμενο του Γουζέλη!».


–Πώς έγινε η επιλογή ενός τέτοιου έργου; Σημαίνει κάτι αυτή η επιλογή;
–Το έργο ήταν ανάθεση από τη ΕΘΑΛ. Αυτό συμβαίνει κάποιες φορές και είναι απαραίτητο για μένα σε αυτές τις περιπτώσεις, αν θα πω το ναι, να υπάρχει κάτι στο κείμενο που να με ελκύει, κάτι που να με συνδέει με το υλικό, να μπορώ να μιλήσω μέσα από αυτό για κάτι που με αφορά βαθιά. Είτε πρόκειται για ένα μεγάλο κλασικό δράμα είτε για μια ηθογραφική κωμωδία. Και αυτό το κάτι το βρήκα στο κείμενο του νεαρού αυτού συγγραφέα. Ακόμα κι αν σε πρώτη επαφή φαίνεται εξαιρετικά ιδιόρρυθμο, πρωτόλειο και δύσκολο για ένα σημερινό ανέβασμα, υπάρχει κάτι το ανατρεπτικό, κάτι το επαναστατικό σε αυτό το κείμενο, ένα κοινωνικό σχόλιο αχνοφαίνεται πίσω από τη βακχική του διάθεση.

–Ο «Χάσης» θεωρείται ένα έργο που ουσιαστικά εισάγει το νεοελληνικό θέατρο σε μια νέα εποχή, πόσο νεωτερικό όμως μπορεί να είναι σήμερα θεατρικά; Είναι επίκαιρο;
–Οτιδήποτε μπορεί να είναι νεωτερικό και οτιδήποτε μπορεί να είναι παρωχημένο, σε οποιαδήποτε εποχή. Η τέχνη του θεάτρου είναι κάτι που συμβαίνει και ολοκληρώνεται πέρα από το κείμενο. Κάθε παλιό κείμενο, που αγγίζει διαχρονικά προβλήματα του ανθρώπου και της κοινωνίας, μπορεί να είναι επίκαιρο. Ο «Χάσης» καυτηριάζει κάποια χαρακτηριστικά της ελληνικότητας που νιώθω ισχύουν και σήμερα.

–Είναι ένα διαλεκτικό έργο ο «Χάσης», σας δυσκολεύει η ιδιαίτερη γλώσσα του κειμένου;
–Η γλώσσα έχει μια δυσκολία, αλλά έχει και μια ομορφιά, μια μουσικότητα, ένα λυρισμό, ένα ωραίο παιχνίδι. Εξ άλλου η επικοινωνία στο θέατρο, και γενικότερα, γίνεται με πολλά μέσα εκτός από τη γλώσσα. Πιστεύω πως η ομορφιά της γλώσσας αντισταθμίζει τη δυσκολία της. Από τη άλλη, μιλώντας για πρώτη φορά το κείμενο, συνειδητοποιήσαμε πως παρά τη δυσκολία της διαλέκτου, έχει μια έντονη προφορικότητα, είναι γραμμένο για να μιλιέται. Αποτυπώνει, ακόμα και μέσα στην έμμετρη μορφή, την ιδιοσυγκρασία και τον εσωτερικό ρυθμό μιας κοινότητας.


–Πόσο τραγική φιγούρα είναι ο Χάσης; Αρκετά ρομαντικός ή απλώς αφελής; Τι βλέπεις στο πρόσωπό του;
–Θεωρώ πως, πέρα από την κωμωδία, όλοι οι αυτοί οι χαρακτήρες έχουν μια τραγική διάσταση, γιατί η κοινωνία στην οποία ζουν είναι ένας βάλτος στον οποίο βουλιάζουν. Πρέπει να πω πως σε σχέση με τον κεντρικό δραματουργικό άξονα επικεντρώθηκα στον χαρακτήρα του Γερόλυμου, του γιου του Χάση, γιατί σε αυτό το πρόσωπο είδα μια ουσιαστικότερη μετατόπιση, καθώς και μια προσπάθεια για δράση η οποία κινεί την πλοκή. Έτσι στον Γερόλυμο εντοπίζω και την εντονότερη τραγική διάσταση –πάντα μέσα στο πλαίσιο ενός ουσιαστικά σατιρικού έργου.

–Ακούγεται ενδιαφέρον αυτό.
–Ο Γερόλυμος κάνει έναν αγώνα που τον φέρνει σε σύγκρουση με το κοινωνικό πλαίσιο, εκφράζει κάποιους πόθους για ελεύθερη βούληση που είναι πανανθρώπινοι και στο τέλος, λόγω της περιρρέουσας παρακμής αλλά και των δικών του λανθασμένων επιλογών, αποτυγχάνει. Για μένα αυτός ο χαρακτήρας ίσως εκφράζει την τραγωδία της νέας γενιάς του σήμερα.


Έχω πάθος με το να λέω ιστορίες

–Έχεις επιφέρει προσαρμογές στο κείμενο;
–Έχει γίνει διασκευή του κειμένου σε ένα καινούργιο δραματουργικό άξονα. Το έργο στην πρωτότυπη μορφή του είναι μια επεισοδιακή ηθογραφική κωμωδία/σάτιρα, που αναφέρεται σε υπαρκτά πρόσωπα τα οποία ήταν γνωστά στο κοινό. Αποτελείται από μια σειρά σκηνών με χαλαρή σύνδεση μεταξύ τους, επεισόδια που δίνουν απλώς αφορμή για λεκτικό χιούμορ, για κωμωδία της ατάκας και για ένα παιχνίδι με την ομοιοκαταληξία και τον δεκαπεντασύλλαβο, που κάνει αριστοτεχνικά ο συγγραφέας. Έχει επίσης στενή σχέση με την commedia, το λαϊκό θέατρο και το πνεύμα του καρναβαλιού. Επειδή προσωπικά στο θέατρο έχω πάθος με το να λέω ιστορίες και με το να δημιουργώ σχέσεις ανθρώπων, διασκεύασα σε μεγάλο βαθμό το έργο για να επικεντρωθώ σε μία ιστορία με αρχή μέση και τέλος, όσο μας επέτρεπε το υλικό, που είναι στο κάτω-κάτω ένα αποκριάτικο έργο που βασικό στόχο έχει την «ξεφάντωσην των φίλων».

–Ποιες άλλες δυσκολίες αντιμετώπισες;
–Το άλλο πρόβλημα ήταν πως εμείς, σε αντίθεση με το κοινό του Γουζέλη, δεν γνωρίζουμε αυτά τα υπαρκτά πρόσωπα. Συνεπώς κάτι από το χιούμορ χάνεται στον χρόνο. Άρα ψάξαμε για τα δραματουργικά αρχέτυπα πίσω από τους χαρακτήρες, για να δομήσουμε μια ιστορία που να γίνεται κατανοητή στο σήμερα. Πρέπει να πω πως η δουλειά αυτή έγινε και σε άμεση σχέση με το υλικό που είχα μπροστά μου: με τους ηθοποιούς δηλαδή. Το ποιοι είναι αυτοί οι επτά καλλιτέχνες και το τι φέρνουν στην πρόβα ήταν καθοριστικό για τη διασκευή. Αφού βρέθηκε, λοιπόν, ο βασικός δραματουργικός άξονας και η βασική ιστορία, οι ηθοποιοί, δουλεύοντας παράλληλα το κείμενο και τον ρόλο τους, συνέβαλαν και οι ίδιοι σε μεγάλο βαθμό στην προσαρμογή του. Περάσαμε μια ασυνήθιστα μεγάλη περίοδο στο τραπέζι μελετώντας τη γλώσσα και τον δεκαπεντασύλλαβο, συζητώντας, ξαναγράφοντας, αφαιρώντας και προσθέτοντας. Το τελικό κείμενο είναι αποτέλεσμα ομαδικής δουλειάς.


–Θα ήθελα να μου μιλήσεις για τους συντελεστές, έχω την αίσθηση ότι έγινε μια πολύ επιτυχημένη διανομή.
–Είναι ένα έργο συνόλου με μεγάλες απαιτήσεις από τους ερμηνευτές, σωματικά, φωνητικά, όσον αφορά τον λόγο. Επίσης, όλοι ξέρουμε πως η κωμωδία είναι πολύ πιο δύσκολη από το δράμα… Θεωρώ πως είμαι πολύ τυχερή που δουλεύω με ένα πολυτάλαντο και έμπειρο θίασο, που πήρε μεγάλα ρίσκα και τόλμησε να κάνει δικό του ένα τέτοιο ιδιόρρυθμο κείμενο. Το θέατρο για μένα είναι πάνω απ’ όλα μια ομαδική δουλειά, έτσι θεωρώ ότι ευτύχησα επίσης και στην καλλιτεχνική ομάδα.

–Μίλησέ μου για τη μουσική του έργου.
–Η μουσική παίζει πολύ σημαντικό ρόλο –είναι άλλωστε αναπόσπαστο κομμάτι της βακχείας, του γλεντιού και της ελληνικότητας… Θεωρώ πως ο Δημήτρης Ζαχαρίου έχει κάνει φανταστική δουλειά. Έχει μια έντονη αίσθηση της θεατρικότητας, καθώς και το χιούμορ που χρειάζεται οπωσδήποτε γι’ αυτό το έργο.

–Είσαι παραδοσιακή στη σκηνοθετική προσέγγιση ή θα προσπαθήσεις να δώσεις μία περισσότερο μοντέρνα ματιά;
–Δεν προσεγγίζω ένα έργο, μια σκηνοθεσία, κάνοντας τέτοιες σκέψεις. Δεν ξέρω καν τι σημαίνει «παραδοσιακή» προσέγγιση σε ένα έργο που η ιστορία του έτσι κι αλλιώς χάνεται στον χρόνο. Η φόρμα της παράστασης καθορίστηκε από το περιεχόμενο του κειμένου.

–Δηλαδή;
–Μια παράσταση είναι ένα σύμπαν με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Οι αισθητικές αποφάσεις, η μορφή, ο ρυθμός, όλα τα στοιχεία που αποτελούν το όλο, πηγάζουν από μια εμβάθυνση στο πνεύμα του πρωτότυπου και στην περίπτωση του «Χάση» από μια έρευνα πάνω στα λαϊκά πανηγύρια της Ελλάδας, όπου οδηγήθηκα ενστικτωδώς μετά την πρώτη επαφή μου με το έργο. Η θεατρική «γλώσσα» όμως, το δομικό υλικό αυτού του σύμπαντος, είναι η δική μας, είναι αυτή μέσω της οποίας εμείς σήμερα μπορούμε να εκφραστούμε καλύτερα. Έτσι, στις συζητήσεις μας, με τον Εδουάρδο Γεωργίου, τον σκηνογράφο, προέκυψε η κεντρική μεταφορά ή σύμβολο, αν θέλετε, που χαρακτηρίζει το σύμπαν της παράστασής μας: ο αγώνας για επιβίωση, η φθορά, το κουτσομπολιό, η σωματική βία, από τη μία, και από την άλλη το πνεύμα της αποκριάς, της μεταμφίεσης και του γλεντιού, καθόρισαν την όψη και τον ρυθμό. Στον ίδιο άξονα κινείται η χορογραφία της Φωτεινής Περδικάκη και η μουσική του Δημήτρη Ζαχαρίου: παίρνουν σαν βάση την καταγωγή του κειμένου και τη «μεταφράζουν» με τα εκφραστικά μέσα του σήμερα.


–Τι αφήνει σήμερα ένα έργο στον θεατή; Ή μάλλον εσύ τι θα ήθελες να δώσεις;
–Μετά από το γέλιο θα ήθελα να έρθει και ένας προβληματισμός για το τι κάνουμε στους νέους ανθρώπους στον τόπο μας.

– «Αποτύπωση της κοινωνίας, διαχρονική σάτιρα μιας υποκριτικής και ματαιόδοξης κοινωνίας σε παρακμή», εμείς σήμερα;
–Η υποκρισία, η ματαιοδοξία, το κουτσομπολιό, η καταπίεση από τον οικογενειακό και κοινωνικό περίγυρο, ο χλευασμός και η απόρριψη της διαφορετικότητας, η ευθυνοφοβία, η επανάσταση «του καναπέ», τα κούφια λόγια…, όλα αυτά, δεν σας φαίνονται κάπως επίκαιρα; Είναι μέσα στο κείμενο του Γουζέλη!

 

Πληροφορίες: «Ο Χάσης», Κεντρική Σκηνή ΕΘΑΛ σε συμπαραγωγή με τη Θεατρική Εταιρεία Φανταστικό Θέατρο. Σκηνοθεσία Μαγδαλένα Ζήρα, σκηνικά /κοστούμια Εδουάρδος Γεωργίου, μουσική σύνθεση Δημήτρης Ζαχαρίου, χορογραφίες Φωτεινή Περδικάκη, σχεδιασμοί φωτισμών Καρολίνα Σπύρου. Πρωταγωνιστούν Δημήτρης Αντωνίου, Μαρίνα Βρόντη, Άντρια Ζένιου, Θανάσης Ιωάννου, Βαλεντίνος Κόκκινος, Πολυξένη Σάββα και Δημήτρης Χειμώνας. Πρεμιέρα: Τρίτη 28 Νοεμβρίου, Θέατρο Δέντρο, Λευκωσία, 8:30 μ.μ. Παραστάσεις Τετάρτη 29 Νοεμβρίου, Θέατρο Δέντρο στις 8:30 μ.μ. Κάθε Τρίτη, Τετάρτη και Σάββατο στις 8:30 μ.μ. και Κυριακή στις 6:30 μ.μ. στον Τεχνοχώρο της ΕΘΑΛ μέχρι 17 Δεκεμβρίου. Πληροφορίες/κρατήσεις: 25877827.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Θέατρο-Χορός: Τελευταία Ενημέρωση

X