ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Το μοντέλο του Ισραήλ κατά του ιού

Η αιματολόγος Νινέτα Αμαρίλιο μιλάει στην «Κ» για την προσπάθεια αντιμετώπισης της πανδημίας

Kathimerini.gr

Γιάννης Παπαδόπουλος

Στον καιρό της πανδημίας, τόσο σε περιόδους εξάρσεων όσο και υφέσεων, όλος ο κόσμος στρέφει τακτικά το βλέμμα του σε μία χώρα: το Ισραήλ. Τον περασμένο χειμώνα προχώρησε άμεσα στον εμβολιασμό μεγάλου μέρους του γενικού πληθυσμού του, περιόρισε αισθητά τα κρούσματα και έδωσε μέσα στην άνοιξη μια πρώτη γεύση της μεταπανδημικής ζωής, με την άρση αρκετών περιοριστικών μέτρων. Υστερα ήρθε το τέταρτο κύμα. Το πιο μεταδοτικό στέλεχος «Δέλτα» πυροδότησε νέο γύρο μολύνσεων και νοσηλειών και για την αναχαίτιση της διασποράς χορηγήθηκε η τρίτη, ενισχυτική, δόση του εμβολίου. Το μοντέλο του Ισραήλ δίνει κατά κάποιον τρόπο μια πρόγευση των μαχών που έχουμε μπροστά μας.

Η «Κ» απευθύνθηκε στη Νινέτα Αμαρίλιο, ερευνήτρια του καρκίνου και αιματολόγο στο Ιατρικό Κέντρο Sheba, για να περιγράψει την πορεία της πανδημίας στο Ισραήλ. Οι γονείς της κατάγονταν από τις εβραϊκές κοινότητες της Θεσσαλονίκης και της Ρόδου, εκείνη μεγάλωσε στην Αθήνα και έφυγε για το Ισραήλ πριν από περίπου 40 χρόνια. Εκεί πραγματοποίησε το διδακτορικό της και ακολούθησε ερευνητική και ακαδημαϊκή καριέρα. Σε κάθε ευκαιρία που της δίνεται τους τελευταίους μήνες επισημαίνει τη σπουδαιότητα του εμβολιασμού. Ελαβε την πρώτη δόση την 1η Ιανουαρίου, τη δεύτερη στις 15 του ίδιου μήνα και έχει ήδη ολοκληρώσει και την τρίτη δόση από τις 22 Ιουλίου.

«Το θαύμα ήταν –και το τονίζω αυτό– ότι επετράπη πολύ γρήγορα ο συστηματικός εμβολιασμός μεγάλου μέρους του πληθυσμού. Από τον Δεκέμβριο μέχρι τα τέλη Φεβρουαρίου ένα μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού είχε εμβολιαστεί με δύο δόσεις. Ηταν εντυπωσιακή η οργάνωση, η οποία οφείλεται σε ένα ιατρικό σύστημα που λειτουργεί πολύ καλά επί πολλά χρόνια. Και τα αποτελέσματα του εμβολιασμού φάνηκαν πολύ γρήγορα. Επεσαν τα νούμερα και όλοι ήμασταν πολύ αισιόδοξοι», λέει.
Η άμεση πρόσβαση στα εμβόλια που παρείχε το Ισραήλ στους πολίτες του αποτέλεσε διεθνές πρότυπο. Από την κορύφωση των χιλιάδων κρουσμάτων τον Ιανουάριο του 2021, στα τέλη Μαρτίου οι νέες διαγνώσεις δεν ξεπερνούσαν τις μερικές εκατοντάδες και από τον Απρίλιο η χώρα προσέφερε μια πρώτη αίσθηση της ζωής μετά την πανδημία, τη στιγμή που άλλα κράτη βρίσκονταν ακόμη σε κάποιου είδους lockdown. Στο Ισραήλ άνοιξαν τα εστιατόρια, διοργανώθηκαν συναυλίες, επετράπη η είσοδος εμβολιασμένων θεατών στα γήπεδα, σταδιακά τον Ιούνιο καταργήθηκε και η χρήση μάσκας σε εσωτερικούς χώρους – ένα μέτρο που επανήλθε όμως λίγες ημέρες αργότερα. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία (με πηγή την επιστημονική ιστοσελίδα Our World In Data), το 61,5% του πληθυσμού του Ισραήλ είναι σήμερα πλήρως εμβολιασμένο με δύο δόσεις. Στην Ελλάδα το αντίστοιχο ποσοστό φτάνει το 54,7%.

Ρωτάμε την κ. Αμαρίλιο εάν υπήρξε καθόλου εφησυχασμός. Εάν η άρση των περιοριστικών μέτρων στο Ισραήλ την άνοιξη έγινε νωρίς, θέτοντας τη βάση για το τέταρτο κύμα, εάν έγιναν λάθη στη διαχείριση. «Το άνοιγμα ήταν μια δόση αισιοδοξίας που είχαν ανάγκη οι πολίτες. Δεν γίνεται να τους κλείσουμε όλους μέσα για πάντα. Είναι γεγονός ότι το άνοιγμα του Ιουνίου ήταν πολύ δυναμικό. Εάν επανέφερε τον ιό, αυτό είναι συζητήσιμο, διότι τότε εμφανίστηκε και η περίφημη μετάλλαξη “Δέλτα” και προέκυψε και το θέμα των ταξιδιωτών, γιατί στο Ισραήλ υπάρχει μεγάλη διάθεση για ταξίδια», λέει. «Είναι λίγο ακραίο να το αποκαλέσουμε λάθος στη διαχείριση. Διότι μια κατάσταση όπως αυτή που ζούμε είναι ένα είδος συνεχούς πολέμου, όχι μια μάχη που τελείωσε με συμφωνία εκεχειρίας. Δύσκολο να το αποκαλέσω λάθος, αλλά ίσως το αποτέλεσμα δείχνει ότι θα πρέπει να μάθουμε να ζούμε με αυτά τα σκαμπανεβάσματα».

Η τρίτη δόση

Πρόσφατα σε μια ανάλυση της Pfizer, που δόθηκε στη δημοσιότητα από τον αμερικανικό Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA), αναφέρεται βάσει στοιχείων από το Ισραήλ και τις ΗΠΑ, ότι η προστασία του εμβολίου κατά της COVID-19 φθίνει περίπου έξι με οκτώ μήνες μετά τη χορήγηση της δεύτερης δόσης και γι’ αυτό συνιστάται η διάθεση και τρίτης, ενισχυτικής, δόσης. Από τα τέλη Ιουλίου μέχρι τις 22 Αυγούστου στο Ισραήλ είχαν λάβει την τρίτη δόση τουλάχιστον ένα εκατομμύριο άνθρωποι άνω των 60 ετών. Μέσα στις επόμενες ημέρες η ενισχυτική δόση ήταν διαθέσιμη και για νεότερες ηλικίες και ο αριθμός των τριπλά εμβολιασμένων αυξήθηκε αισθητά, ξεπερνώντας τα δύο εκατομμύρια σε μια χώρα με πληθυσμό εννέα εκατομμυρίων κατοίκων. Η κ. Αμαρίλιο παρατηρεί πλέον ότι οι ασθενείς που νοσηλεύονται στα νοσοκομεία του Ισραήλ σε πιο βαριά κατάσταση είναι στην πλειονότητα των περιπτώσεων ανεμβολίαστοι.

«Αυτό που συζητείται πολύ σε αυτή τη φάση είναι οι γονείς με μικρά παιδιά, κάτω των 12 ετών, τα οποία δεν έχουν εμβολιαστεί. Αυτός ο μήνας έχει πολλές συναντήσεις, δεν είναι μια περίοδος ρουτίνας. Είναι ο μήνας των εβραϊκών γιορτών, του εβραϊκού νέου έτους, της μεγάλης νηστείας και προτού γίνει οποιαδήποτε συνάντηση με παππούδες και γιαγιάδες, οι γονείς κάνουν στα παιδιά τους το τεστ», λέει η κ. Αμαρίλιο. «Είναι λίγο δύσκολο να εκτιμήσουμε πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα. Από τον Οκτώβριο θα πρέπει να προσαρμοστούμε ξανά σε μια νέα ρουτίνα. Κανείς δεν ξέρει τι μπορεί να γίνει στο μέλλον. Η σκέψη είναι πώς θα μπορέσουμε να ζήσουμε με αυτή την ανασφάλεια και με τις αλλαγές που μπορεί να έρθουν».

Το οργανωμένο σύστημα υγείας και οι «θορυβώδεις» αρνητές

Για την κ. Αμαρίλιο, ένας από τους βασικούς πυλώνες που επέτρεψαν στο Ισραήλ να κινηθεί σχετικά πιο γρήγορα στη χορήγηση των πρώτων δόσεων των εμβολίων αλλά και στη διάθεση της ενισχυτικής δόσης είναι η διάρθρωση του εθνικού συστήματος υγείας και η εμπιστοσύνη που έχει καλλιεργηθεί προς αυτό. «Εχει ενδιαφέρον το πώς λειτουργεί το πρωτοβάθμιο σύστημα εδώ. Από τη στιγμή που γεννιέσαι είσαι ασφαλισμένος σε ένα από τα τέσσερα ταμεία, οπότε όλη σου η πορεία γίνεται μέσα από αυτό το σύστημα. Υπάρχει παρακολούθηση από τον οικογενειακό γιατρό και μεγάλη οργάνωση που καλύπτει τα πάντα», λέει. «Το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού δεν έχει ιδιωτικές ασφαλίσεις. Υπάρχει μεγάλη συνέχεια στο σύστημα και σε αυτό το πρόγραμμα εντάχθηκε και το εμβόλιο».

Ωστόσο, όπως συμβαίνει και σε άλλες χώρες, έτσι και στο Ισραήλ δραστηριοποιείται μια κοινότητα αρνητών, εκείνοι που παρά τα νέα κρούσματα και τους καθημερινούς θανάτους υποστηρίζουν ότι η πανδημία είναι ένα παγκόσμιο ψέμα. Η κ. Αμαρίλιο επισημαίνει ότι είναι λίγοι όσοι ανήκουν σε αυτό το φάσμα των ακραίων, «αλλά κάνουν πολύ θόρυβο».

Την ημέρα της τηλεφωνικής μας επικοινωνίας, στα ΜΜΕ του Ισραήλ, στις ειδησεογραφικές ιστοσελίδες, στην τηλεόραση και στους ραδιοφωνικούς σταθμούς, συζητείται εκτενώς ο θάνατος ενός 57χρονου υποκινητή του αντιεμβολιαστικού κινήματος ο οποίος νοσηλευόταν σε κλινική COVID-19. Σύμφωνα με τα ισραηλινά δημοσιεύματα, ακόμη και την ύστατη στιγμή, όταν επιδεινώθηκε η υγεία του και έγινε ταχυπνοϊκός, ο Χάι Σουλιάν δεν είχε παραδεχθεί από τι νοσούσε. Με αναρτήσεις του από το νοσοκομείο παρακινούσε τους ακολούθους του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης «να συνεχίσουν τον αγώνα». Τους προηγούμενους μήνες ο ίδιος πρωτοστατούσε σε κινητοποιήσεις κατά της χρήσης μάσκας και κατά της καθιέρωσης του «πράσινου πάσου», το οποίο επέτρεπε περισσότερες δραστηριότητες σε εμβολιασμένους. Την ημέρα της κηδείας του ο αδελφός του, Αβι, προσπάθησε με δηλώσεις του να παρακινήσει τους συμπολίτες του να κάνουν το εμβόλιο και να μην ακολουθήσουν και εκείνοι το επικίνδυνο μονοπάτι της άρνησης.

Παρά την ταχύτατη αρχή που έκανε στην πρώτη εμβολιαστική εκστρατεία, το Ισραήλ σήμερα υπολείπεται σε ποσοστό πλήρως εμβολιασμένων πολιτών στον γενικό πληθυσμό σε σύγκριση με χώρες όπως η Πορτογαλία, η Γαλλία, η Ισπανία. Ωστόσο, η κ. Αμαρίλιο και άλλοι συνάδελφοί της επισημαίνουν ότι ο αριθμός εκείνων που νοσούν βαριά και νοσηλεύονται έχει αυξηθεί λιγότερο σε σχέση με το δεύτερο κύμα της πανδημίας και σε αυτό φαίνεται πως έχει συμβάλει η χορήγηση της τρίτης δόσης. «Εάν γίνεται να συνεχιστεί η ζωή χωρίς lockdown και να αποφευχθούν οι πολύ υψηλοί αριθμοί νοσηλειών και θανάτων, τότε έτσι θα μοιάζει η ζωή με την COVID», είχε δηλώσει στο πρακτορείο Bloomberg ο Εγιάλ Λεσέμ, καθηγητής από το Ιατρικό Κέντρο Sheba με ειδίκευση στις μολυσματικές ασθένειες.

Η επόμενη ημέρα

Οπως αναφέρει η κ. Αμαρίλιο, η δική της έρευνα δεν έχει περιοριστεί στον καιρό της πανδημίας. «Το αιματολογικό εργαστήριο εξακολουθεί να λειτουργεί εξίσου έντονα διότι δεν σταμάτησαν ούτε οι λευχαιμίες ούτε τα λεμφώματα. Το ερευνητικό μας έργο συνεχίζεται ακάθεκτο, δεν έχει επηρεαστεί από τον ιό».

Επισημαίνει, ωστόσο, την ανάγκη που υπάρχει, όταν και όποτε το επιτρέψουν οι συνθήκες, για πιο απρόσκοπτη διαπροσωπική επαφή, η οποία κατά τη γνώμη της δεν μπορεί να υποκατασταθεί από τις τηλεδιασκέψεις μέσω Zoom. «Τα ταξίδια, οι συναντήσεις σε επιστημονικά συνέδρια και οι συζητήσεις εκτός προγράμματος προσφέρουν πάρα πολλά», λέει. «Οταν μπεις σε μια συνάντηση μέσω Zoom λες μόνο τα απαραίτητα, δεν ανοίγεις καινούργια θέματα. Αυτό που ίσως μας έμαθε η πανδημία είναι ότι μπορούμε να περιοριστούμε και στο λιγότερο. Οτι μπορούμε να υπάρξουμε και με αυτό τον τρόπο. Με λιγότερα ταξίδια, λιγότερες συναντήσεις, λιγότερες κουβέντες περιττές. Αυτό δεν είναι πάντοτε καλό».

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Υγεία: Τελευταία Ενημέρωση